Jerzy Skolimowski
Η κινηματογραφική οθόνη ως αγωνιστικός χώρος

 

 
 

Ποιητής και μποξέρ, ζωγράφος και ηθοποιός, ασυμβίβαστος και μοναχικός, ανήσυχος σκηνοθέτης που αρνήθηκε την τυποποίηση και τον εφησυχασμό, ο Jerzy Skolimowski (Γιέρζι Σκολιμόφσκι) είναι μια σπάνια, μοναδική και εκρηκτική παρουσία στον χώρο του κινηματογράφου. Το σινεμά του είναι γεμάτο έντονα πάθη και συγκρούσεις, πρόσωπα μοναχικά που βυθίζονται σ' ένα κόσμο ονειρικό, που μάχονται μέχρις εσχάτων για να πραγματώσουν τις επιθυμίες τους, αδιαφορώντας για συμβιβασμούς, πρόσωπα που στο τέλος συντρίβονται από τις αυταπάτες τους. Οι εικόνες των ταινιών του μοιάζουν με το ρινγκ ενός πυγμαχικού αγώνα, είναι ένας αγωνιστικός στίβος: εδώ οι ήρωες μάχονται μέχρι τελικής πτώσεως, εδώ η ζωή είναι ένας αγώνας όπου ο πιο δυνατός κερδίζει (αλλά και που ορισμένες φορές χάνει).
Ο Jerzy Skolimowski γεννήθηκε στο Lodz της Πολωνίας, στις 5 Μαΐου του 1938. Σπούδασε Ιστορία, ασχολήθηκε με την ποίηση και την πυγμαχία, υπήρξε μέλος σε συγκροτήματα τζαζ, μεταξύ των οποίων και το γκρουπ του Krzystof Komeda. Δημοσίευσε στα τέλη της δεκαετίας του 50 δύο ποιητικές συλλογές, όπως επίσης και ένα θεατρικό έργο. Γνωρίστηκε με τον σκηνοθέτη Andrzej Wadja και τον συγγραφέα Jerzy Andrzejewski, και συνεργάστηκε μαζί τους στο σενάριο της ταινίας Αθώοι Γόητες, ταινία στην οποία πρωτοεμφανίζεται ως ηθοποιός.
Φοίτησε στην περίφημη κινηματογραφική σχολή του Lodz και το 1960, έγραψε μαζί με τον Polanski το σενάριο για την ταινία Το Μαχαίρι στο Νερό, την οποία ο Polanski γύρισε 2 χρόνια αργότερα. Έγινε φίλος με τον Andrzej Munk (στον οποίο χρωστάμε τον χαρακτηρισμό για τον ως "ποιητή μποξέρ") και μαζί του έγραψε ένα σενάριο, το οποίο τελικά δεν γυρίστηκε ποτέ ταινία. Στην κινηματογραφική σχολή Lodz, έκανε και την πρώτη του ταινία το Rysopis, η οποία μαζί με την επόμενη, το Walkover, τον έκανε γνωστό ως έναν από τους πιο σημαντικούς σκηνοθέτες του Νέου Κύματος, της δεκαετίας του 60.
Οι τρεις πρώτες του ταινίες -Rysopis, Walkower και Bariera - συνιστούν μια αυτοβιογραφική τριλογία. Σ' αυτές τις ταινίες ο Skolimowski υπήρξε ο "απόλυτος δημιουργός": ήταν ο σεναριογράφος, ο σκηνοθέτης, ο μοντέρ αλλά και ο ηθοποιός. Λόγω αυτών των ταινιών, αλλά και κάποιων που ακολούθησαν (Le depart και Deep End), θεωρείται ως ο εγγύτερος στο πνεύμα της nouvelle vague, σκηνοθέτης της Ανατολικής Ευρώπης: οι ταινίες του εξέφραζαν τα προβλήματα που συνοδεύουν την ενηλικίωση, περιγράφουν τις δυσκολίες επικοινωνίας ανάμεσα γονείς και νέους, και τέλος εκφράζουν τις αμφιβολίες και τις ανησυχίες μιας γενιάς, της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς στην Ανατολική Ευρώπη. Εδώ τα κεντρικά πρόσωπα των ταινιών είναι νέοι που θα γνωρίσουν για πρώτη φορά τον έρωτα και την ζωή, που ετοιμάζονται να εισβάλλον στη αληθινή ζωή. Ταινίες μετάβασης από την εφηβεία στην ενηλικίωση ή ταινίες μανιφέστα μιας νεανικής επανάστασης, αυτές οι ταινίες απεικονίζουν τις μικρές τραγωδίες της ζωής: οι ήρωες τους διεκδικούν το απόλυτο και πολλές φορές καταλήγουν ηττημένοι και συντετριμμένοι.
Η πρώτη του "δυτική" ταινία του Skolimowski, το Le depart, γυρίστηκε στο Βέλγιο, και κέρδισε την Χρυσή Άρκτο στο Φεστιβάλ του Βερολίνου. Στην διάρκεια της ίδιας χρονιάς, στην Πολωνία, έκανε το Rece do gory, μια ταινία που υπήρξε σημείο καμπής για την καριέρα του σκηνοθέτη: επιλέχθηκε για προβολή από το Φεστιβάλ της Βενετίας, λογοκρίθηκε και αποσύρθηκε από τις Πολωνικές αρχές, λίγες μέρες πριν την προβολή της στο Φεστιβάλ.
Ο Skolimowski δήλωσε ότι δεν επρόκειτο να κάνει ξανά ταινίες στην Πολωνία, έως ότου η απαγόρευση αρθεί. Η ταινία βγήκε από τα ντουλάπια των λογοκριτών το 1981, και τότε ο σκηνοθέτης της έκανε μια δεύτερη έκδοση, η οποία στην πραγματικότητα είναι μια νέα ταινία, αφού προστέθηκε ένας πρόλογος 15', μονταρίστηκε εκ νέου, συντομεύθηκε, και αλλοιώθηκε το αρχικό ασπρόμαυρο χρώμα, μέσα από τεχνικές επεξεργασίες.
Ο Skolimowski συνέχισε την καριέρα του στην Δύση, αν και ποτέ δεν έκοψε τους δεσμούς με την πατρίδα του. Απρόοπτα γεγονότα, ριψοκίνδυνες οικονομικά παραγωγές και αριστουργήματα, συνθέτουν την περιπλάνησή του σε χώρες, όπως η Τσεχοσλοβακία, Ιταλία, Γερμανία και Αγγλία. Μετά την επιτυχία της ταινίας The Shout -μία ιδιόμορφη ταινία "εσωτερικού τρόμου" που προτείνει ένα δικό της σύμπαν στον θεατή-, ο Skolimowski τελικά εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Λονδίνο. Στα χρόνια που ακολούθησαν, γύρισε στην Αγγλία, τις ταινίες Moonlighting και Success Is the Best Revenge, ταινίες που αντλούν την θεματική τους από τα γεγονότα και τις πολιτικές εξελίξεις στην Πολωνία (είναι η περίοδος που στην Πολωνία έχει επιβληθεί στρατιωτικός νόμος). Το 1985 γύρισε την πρώτη, εξ' ολοκλήρου, αμερικάνικη ταινία, το The Lightship, και μετακόμισε στις ΗΠΑ.
Αυτές οι ταινίες που γύρισε στην Δύση -δηλαδή το Deep End (1970), το The Shout (1978), το Moonlighting (1982) και ιδιαίτερα το The Lightship (1985)- αποκαλύπτουν μια από τις σκηνοθετικές εμμονές του: "Οι κλειστοί χώροι" του Skolimowski (τα δημόσια λουτρά, τα διαμερίσματα, τα πλοία) δημιουργούνται για να προκαλέσουν συγκρούσεις ανάμεσα στους χαρακτήρες, τους ηθοποιούς, και ανάμεσα στον σκηνοθέτη και το ίδιο το σινεμά. Είναι τόποι όπου ο χρόνος της δραματικής πλοκής συμπυκνώνεται, όπου -ως άλλοι αγωνιστικοί χώροι- ένας αγώνας για την εξουσία διεξάγεται, όπου τα πρόσωπα βιώνουν τις εντάσεις μ' ένα τρόπο συχνά εκρηκτικό και απρόβλεπτο. Σ' αυτές τις ταινίες γίνεται χρήση της μεταφοράς ως ενός τρόπου που επιτρέπει στον σκηνοθέτη να ενσωματώσει στο έργο του ανησυχίες κοινωνικού ή υπαρξιακού χαρακτήρα (Moonlighting, The Lightship).
Τελευταία ταινία του σκηνοθέτη στην Δύση υπήρξε το Torrents of Spring (1989), μια ταινία -εποχής, που περιγράφει το τέλος του κόσμου της αριστοκρατίας και την άνοδο του καπιταλισμού. Επιστρέφοντας στην Πολωνία το 1991, μετά τις πολιτικές αλλαγές, ο Skolimowski έκανε την ταινία Ferdydurke (μία ταινία που αντιστρέφει το θεματικό μοτίβο των ταινιών της ενηλικίωσης) και ήταν παραγωγός στην ταινία Hollow Man που γύρισαν τα δύο παιδιά του - τα οποία ήδη συνεργαζόταν μαζί του στις ταινίες του.
Στην διάρκεια όλων αυτών των χρόνων ο Skolimowski, εκτός από την σκηνοθεσία, συνέχισε να γράφει σενάρια, αλλά και να ασχολείται ενεργά με την ζωγραφική. Δυστυχώς πολλά από τα σχέδια του για ταινίες, δεν μπόρεσαν να υλοποιηθούν. Ο Skolimowski συνεχίζει να ασχολείται ενεργά με διάφορα σπορ και υπήρξε προπονητής δύο ερασιτεχνικών ποδοσφαιρικών ομάδων στην Βαρσοβία και στο Λονδίνο, ενώ στις ταινίες του βρίθουν οι αναφορές σε διάφορα σπορ (ποδόσφαιρο, κολύμπι, κρίκετ, μποξ, αγωνιστικό αυτοκίνητο). Συμμετείχε ως ηθοποιός σε ταινίες γνωστών σκηνοθετών, μεταξύ των οποίων και των Tim Burton, Mika Kaurismaki, Julian Schnabel.
Σήμερα μένει τον περισσότερο χρόνο, στις ΗΠΑ, στο Malibu.

Δημήτρης Μπάμπας

Υ.Γ. Η τελευταία του ταινία με τον τίτλο Four Nights With Anna (2008) αφηγείται την ιστορία "ενός νέου που γίνεται μάρτυρας βιασμού μιας νοσοκόμας, της Άννας. Το γεγονός αυτό θα τον αναστατώσει τόσο, ώστε το αίσθημα της φρίκης που ένιωσε για την βία, που έγινε αφορμή να την γνωρίσει θα μετατραπεί σε έναν παράφορο, παράλογο και ανομολόγητο έρωτα γι αυτήν."

 

Walkover

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Four Nights With Anna