Seraphine |
||
1912: Λίγο πριν
ξεσπάσει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, στη μικρή πόλη Σενλίς, 50 χιλιόμετρα
βόρεια από το Παρίσι, η μοναχική και ιδιόρρυθμη Σεραφίν Λουίς (Γιολάντ
Μορό) δουλεύει ως οικιακή βοηθός στο σπίτι της Μαντάμ Ντυφό. Η Σεραφίν,
αν και δεν είναι πια νέα, κάνει οποιαδήποτε δύσκολη δουλειά προκειμένου
να κερδίσει κάποια χρήματα και να αγοράσει τα υλικά που της χρειάζονται
για να ασχοληθεί με το πάθος της, τη ζωγραφική. Περνά τα βράδια της κλεισμένη
σε μια σοφίτα και ζωγραφίζει μικρούς, περίπλοκους και με πολύ έντονα χρώματα
πίνακες, οι οποίοι απεικονίζουν φρούτα και φυτά. Στα χρώματά της χρησιμοποιεί
ασυνήθιστα υλικά που βρίσκει γύρω της όπως κρασί, λάσπη, αίμα ζώων, λάδια
από τα κεριά της εκκλησίας, φρούτα και πέταλα λουλουδιών. Την ίδια εποχή
ο γερμανός κριτικός τέχνης και συλλέκτης Βίλχελμ Ούντε (Ούλριχ Τουκούρ),
ένθερμος υποστηρικτής του ρεύματος των μοντερνιστών και πριμιτίφ καλλιτεχνών,
αποφασίζει να μετακομίζει στο Σενλίς για να ξεφύγει από τους έντονους
ρυθμούς του Παρισιού. Νοικιάζει το σπίτι της Μαντάμ Ντυφό και γνωρίζεται
με τη Σεραφίν η οποία είναι η οικιακή βοηθός του. Μήνες αργότερα και εντελώς
τυχαία στη διάρκεια ενός δείπνου, ο Βίλχελμ βλέπει έναν μικρό ξύλινο πίνακα
που είχε ζωγραφίσει η Σεραφίν. Μένει καταγοητευμένος και επιμένει στη
Σεραφίν να δει και άλλα της έργα. Αγοράζει όλους τους πίνακές της και
βοηθά τη Σεραφίν να αφοσιωθεί στη ζωγραφική. Συγχρόνως προσπαθεί να της
διοργανώσει μια έκθεση στο Παρίσι. Όμως ο πόλεμος ξεσπά και ο Βίλχελμ
Ούντε αναγκάζεται να επιστρέψει στη Γερμανία. Στη διάρκεια του πολέμου
παρά τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης στους βαρείς χειμώνες, την πείνα
και τη φτώχεια, η Σεραφίν δε σταματά να ζωγραφίζει αντλώντας δύναμη από
την πίστη της στο Θεό... (πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)
|
|
|
|