του Olivier Assayas
(η κριτική της Καλλιόπης Πουτούρογλου)
Με φόντο τον μαγικό κόσμο των κινηματογραφικών πλατό και των παρασκηνίων τους η σειρά 8 επεισοδίων Irma Vep του Olivier Assayas είναι έμπλεη φαντασμάτων, αναγραμματισμών και μεταμορφώσεων. Συναρπαστικό παιχνίδι διαρκών σκηνικών και χρονικών μετατοπίσεων με έντονο τον μετααφηγηματικό χαρακτήρα, ανάλαφρος στοχασμός πάνω στην τέχνη του σινεμά, ψυχοθεραπευτική απόπειρα του ίδιου του δημιουργού της , όπως και να τη δούμε, η Irma Vep του 2022 απέχει μακράν από τις συμβατικές τηλεοπτικές μυθοπλασίες κι όχι απλά επειδή φέρει τη σφραγίδα ενός σημαντικού γάλλου σκηνοθέτη.
Ευρωπαϊκό Σινεμά vs Χόλυγουντ
Η μαγνητική Mira Harberg (η Alicia Vikander δίνει στον ρόλο μια νεανική φυσικότητα), ανερχόμενη αμερικανίδα ηθοποιός , απογοητευμένη από την καριέρα της και την προσωπική της ζωή, επιχειρώντας ένα διάλειμμα από τα κινηματογραφικά blockbuster επιστημονικής φαντασίας στα οποία μεσουρανεί, καταφθάνει στο Παρίσι για να πρωταγωνιστήσει στη μικρότερη αλλά φιλόδοξη παραγωγή ενός εμπνευσμένου αν και χαοτικού καλλιτέχνη, του ιδιόρρυθμου René Vidal (τον ερμηνεύει εξαιρετικά ο πολυτάλαντος Vincent Macaigne), ένα ριμέικ του εφτάωρου αριστουργήματος του γαλλικού βωβού κινηματογράφου "Les Vampires" του Louis Feuillade. «Το Doomsday είκαι οκ, αλλά δε θα πλήρωνα για να το παρακολουθήσω», ομολογεί η Mira για την τελευταία της εισπρακτική επιτυχία, ενώ γύρω της δημιουργείται σταδιακά μια πολυπρόσωπη τοιχογραφία συντελεστών, ένα μελίσσι από βοηθούς, ατζέντηδες , ενδυματολόγους αλλά κι από περισσότερο ή λιγότερο επώνυμους ηθοποιούς, ο καθένας με τα δικά του καπρίτσια. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η δραματική κομψότητα του Vincent Lacoste όσο και η εκρηκτικότητα του γερμανού Lars Eidinger, μία κατά μέτωπο επίθεση στη σύγχρονη πολιτική ορθότητα. Στο επίκεντρο, πλάι στην πρωταγωνίστρια, ο δημιουργός της σειράς, ένας καταθλιπτικός και απρόβλεπτος σκηνοθέτης, βουτηγμένος στα άγχη και τις εμμονές. Παράλληλα ανταγωνισμοί, ερωτικές ίντριγκες και συνεδρίες ψυχοθεραπείας διασταυρώνονται, εντός ή εκτός κινηματογραφικής σκηνής. Το σινεμά σε όλο του το μεγαλείο, «ένα πεδίο μάχης, όπου έρωτας, μίσος, δράση, βία και θάνατος συνυπάρχουν», όπως έλεγε και ο Samuel Fuller, στον Τρελό Πιερό του Γκοντάρ.
Ευρηματικό παιχνίδι σε πολλά ταμπλό
Ξεδιπλώνοντας τις ιστορίες της σε πολλαπλά επίπεδα, η τωρινή σειρά οχτώ επεισοδίων κοιτάζει αναπόφευκτα προς τα πίσω. Αρχικά στα 1996, στην πρώτη Irma Vep του Assayas, μια cult ταινία 97 λεπτών με πρωταγωνίστρια τη μούσα του ασιατικού σινεμά και πρώην σύζυγο του σκηνοθέτη Maggie Cheung (που το φάντασμά της πλανάται και προκαλεί αναταράξεις), αλλά κυρίως στην πρωταρχική πηγή έμπνευσης, στη βουβή εφτάωρη ταινία δέκα επεισοδίων του Louis Feuillade «Les Vampires» του 1915, με πρωταγωνίστρια τη θρυλική Musidora. Ο Assayas ακολουθεί σταθερά ένα αφηγηματικό νήμα, που οδηγεί το βλέμμα του θεατή από τα σύγχρονα παρασκήνια στα αυθεντικά πλάνα του 1915 και από εκεί στα δραματοποιημένα του 2022 με έναν πολύ ευρηματικό τρόπο, που άλλοτε διακωμωδεί κι άλλοτε υπονομεύει τον ψευδαισθητικό χαρακτήρα της κινηματογράφησης. Ένα ταξίδι απομύθευσης και προσγείωσης στον κόσμο της πραγματικότητας. Παράλληλα παρεμβάλλει πλάνα αρχείου συνεντεύξεων της Musidora καθώς και φανταστικές αναπαραστάσεις των απομνημονευμάτων της τελευταίας, στα οποία συμμετέχουν οι ηθοποιοί του cast. Έτσι οι σκηνές των γυρισμάτων γίνονται μαγικές πύλες που διατρέχουν την ίδια την ιστορία αλλά και την ουσία του οπτικού μέσου, ενώ παράλληλα υποβάλλουν το ανθρώπινο δυναμικό τους σε διαρκείς μεταμορφώσεις, τις συνέπειες των οποίων έχει τη χαρά να απολαύσει ο θεατής.
Το πνεύμα της Irma Vep
Με τη σειρά Irma Vep του 2022 o Olivier Assayas βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για τα πάθη και τα άχθη του σινεμά, τα οράματα και τα φαντάσματά του, αυτά που το στοιχειώνουν εδώ και έναν αιώνα. To παρελθόν και το μέλλον, ο άυλος και ο υλικός κόσμος, ο μύθος και η πραγματικότητα, η τέχνη και η βιομηχανία της, όλα είναι εδώ και συνυπάρχουν. Και βέβαια από αυτό το ταξίδι δε θα μπορούσαν να λείπουν οι γυναίκες που τον ενέπνευσαν, οι προσωπικές του μούσες. «Ζούμε σε σκοτεινούς καιρούς», μονολογεί ο Gottfried (Lars Eidinger) κάπου προς το τέλος, σε ένα υπαρξιακό ντελίριο αναζήτησης της χαμένης ελευθερίας που τον οδήγησε κάποτε στο σινεμά. «Πού πήγε η αίσθηση της περιπέτειας; Κάποτε το σινεμά ήταν η άγρια δύση. Για κακούς τύπους και κακά κορίτσια, σαν τη Μουσιδώρα. Τώρα η βιομηχανία τα σάρωσε όλα, ενώ οι ανεξάρτητες παραγωγές δεν είναι πολύ καλύτερες, αφού καταφεύγουν στο κήρυγμα. Οι ταινίες όμως είναι μαγικές τελετουργίες γεμάτες φαντάσματα». Από την άλλη, ο λιγότερο μηδενιστικός Vidal (τo alter ego του ίδιου του Assayas) διαβεβαιώνει ότι το σινεμά θα επανεφευρίσκει πάντα τον εαυτό του, γιατί « η ψυχή της Irma Vep το στοίχειωσε. Είναι ένα πνεύμα. Και τα πνεύματα δεν είναι ούτε καλά ούτε κακά. Η Musidora είναι ακόμα εδώ μαζί μας. Το ίδιο και ο δημιουργός της».