Ένα πρόσωπο που μιλά τραβάει το βλέμμα του θεατή. Στο Wheel of Fortune and Fantasy οι ήρωες μιλούν διαρκώς. Κουβεντιάζουν χαλαρά, διηγούνται, συνομιλούν, διαπληκτίζονται. Τα λόγια τους έρχονται να αποκαλύψουν, να καλύψουν, να πλανέψουν, να διεγείρουν την επιθυμία, να ενεργοποιήσουν μια σχέση. Οι διάλογοί τους δε ρέουν απλά μέσα στην ταινία. Είναι η ίδια η ταινία.
Κινηματογραφικό τρίπτυχο αποτελούμενο από τρεις αυτόνομες ιστορίες, συνδεόμενες χαλαρά μεταξύ τους με έναν επαναλαμβανόμενο εσωτερικό ρυθμό, τρεις βινιέτες για την Τύχη και τη Φαντασία , η ταινία αυτή του ιάπωνα σκηνοθέτη Ryûsuke Hamaguchi (Happy Hour, Asako I & II) δεν κρύβει τη λογοτεχνική της δομή. Ένα τρίπτυχο περίεργων, κάπως αμήχανων συναντήσεων στις οποίες πρωταγωνιστούν γυναίκες, με επαναλήψεις, ανατροπές και ένα παιγνιώδες στοιχείο δολιότητας. Σαν διηγήματα μιας ανθολογίας για τη μοίρα, τις συμπτώσεις και τη φανταστική εξέλιξη των πραγμάτων, φέρουν η κάθε μια από τις ιστορίες έναν ευφάνταστο, μάλλον ειρωνικό τίτλο, ενώ η δράση τους εξελίσσεται κυρίως εντός μικρών και λιτών σκηνικών χώρων (η καμπίνα ενός ταξί, ένα δωμάτιο ή ένα γραφείο) μέσα σε ένα πλαίσιο που φαίνεται να είναι αυτό της σύγχρονης μεσοαστικής ιαπωνικής κοινωνίας.
Ένα απρόβλεπτο ερωτικό τρίγωνο («Magic»), μια αποτυχημένη παγίδα ερωτικής αποπλάνησης («Door Wide Open») και μια συνεύρεση βασισμένη σε λάθος ταυτότητα (« Once Again») γίνονται για τον Hamaguchi το υλικό μέσω του οποίου επινοεί ένα άχρονο σύμπαν ανθρώπινων σχέσεων, με αφηγηματικούς ελιγμούς και απρόβλεπτους χαρακτήρες. Οι λεκτικές συναλλαγές των ηρώων είναι αυτές που ορίζουν και το πεδίο της δράσης, υφαίνοντας μια διαρκώς μεταβαλλόμενη σχέση (τόσο με τον συνδιαλεγόμενο όσο και με το θεατή), από την οικειότητα έως την έκπληξη , από την ελαφρότητα έως τη βαρύτητα και το αντίστροφο.
Η εναλλαγή αυτή -όπως υπονοεί και ο τροχός του τίτλου- συνιστά εξάλλου και τον πυρήνα της ταινίας. Όσο κι αν τα επεισόδια που παρακολουθεί ο θεατής είναι διαφορετικά, - θα μπορούσαν να θεωρηθούν και αυτοτελείς μικρού μήκους ταινίες-, επαναφέρουν οργανικά τα θέματα της σύμπτωσης, της παρόρμησης και της πλάνης μέσα σε ένα κυμαινόμενο συναισθηματικά τοπίο. Ο Hamaguchi παίζει με την αλήθεια και το ψέμα, την επιθυμία και την ενόχληση, την ευγένεια και τη δυσφορία, αναθεωρεί διαρκώς τις διαθέσεις και τις σχέσεις των ηρώων του και δίνει διπλές λύσεις σε κάποιες από αυτές, επιτρέποντας έτσι στη φαντασία του θεατή να ολοκληρώσει την εικόνα. Κι ενώ φαίνεται να πλησιάζει τον Rohmer με τον παραπλανητικό λόγο, την ηθική αμφιθυμία και την ανάλαφρη μελωδία του πιάνου , απομακρύνεται ταυτόχρονα από αυτόν. Περιορίζοντας την εικόνα στο ελάχιστο, απογυμνώνει τους χαρακτήρες του από ό,τι περιττό και αφουγκράζεται υπομονετικά μέσα από τον εκφερόμενο λόγο -ακόμα κι όταν πρόκειται για την αργή ανάγνωση αυτούσιου αποσπάσματος ενός ερωτικού μυθιστορήματος- τα πάθη και τις αγωνίες τους. Με έναν κομψό, τελετουργικό και άκρως μινιμαλιστικό τρόπο.
της Καλλιόπης Πουτούρογλου