(Υπέροχες μέρες)
του Wim Wenders
(κριτική: Θόδωρος Σούμας)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2324_perfect-days-3.jpg

Ο εβδομηνταοχτάχρονος, μεγάλος, Γερμανός σκηνοθέτης, Βιμ Βέντερς σκηνοθέτησε το 2023, ένα όμορφο, υποβλητικό κι ατμοσφαιρικό, εικαστικό και δημιουργικό ντοκιμαντέρ που θυμίζει χάπενινγκ, εγκατάσταση και φιλμ ταυτόχρονα, το Anselm, πάνω στον σπουδαίο, μεταπολεμικό, Γερμανό εικαστικό Anselm Kiefer. Ο φτασμένος και ώριμος Βιμ Βέντερς γύρισε, επίσης το 2023, τις Υπέροχες μέρες (Perfect Days) μια σπουδαία, ποιητική, μινιμαλιστική ταινία, ουσιαστικά χωρίς ανεπτυγμένη υπόθεση και μυθοπλασία. Μια ταινία ήσυχης Ζεν περιπλάνησης στην πόλη, στους χώρους εργασίας και στους χώρους λιτότατης αναψυχής του ήρωα.
Το πανέμορφο φιλμ του Βέντερς μοιάζει με ποιητικό ντοκιμαντέρ-πορτρέτο ενός πολύ απλού και πειθαρχημένου ανθρώπου, που σχεδόν δεν μιλά, ενός καθαριστή δημοσίων τουαλετών, ερμηνευμένον από τον υπέροχο, γλυκύτατο και βραβευμένο ηθοποιό Κότζι Γιακούσο. Πρόκειται για μια εμπνευσμένη, άμεση και τρυφερή ταινία γυρισμένη στην Ιαπωνία, με ιάπωνες ηθοποιούς και Ιάπωνα σεναριογράφο, βασισμένη στο σενάριο και βιβλίο του Τ. Τακασάκι. Η φιλοσοφία των δημιουργών είναι γαλήνια, ειρηνική, βουδιστική και στωική, σαν τον ήπιο, χαμηλόφωνο, λίγο μελαγχολικό και μακάριο, γιαπωνέζο ήρωά της. Το project αρχικά ήταν ο Βέντερς να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για 17 δημόσιες τουαλέτες του Τόκιο, που κατασκεύασαν πολύ καλοί αρχιτέκτονες. Ο Βέντερς το μετέτρεψε, με τον ίδιο χαμηλό προϋπολογισμό, σε ταινία μυθοπλασίας και ηθοποιών, διατηρώντας τον αρχικό ντοκιμαντερίστικο χαρακτήρα της. Ο ασκητικός, μεσήλικας άντρας ζει σε μια επαναλαμβανόμενη ρουτίνα ακολουθώντας το δικό του τελετουργικό, καθαρίζοντας με αφοσίωση και μεράκι, περιφερόμενος στην πόλη από τουαλέτα σε τουαλέτα και γειτονιά ή γωνιά σε άλλη γωνιά του Τόκιο, παρατηρώντας ή φωτογραφίζοντας το περιβάλλον δίπλα του, διαβάζοντας μόνος στο σπίτι του, τρώγοντας κι επισκεπτόμενος μια συγκεκριμένη καντίνα ή το μπαρ που κρατάει μια ώριμη φίλη του, ακούγοντας σε κασέτες παλιά, κλασική ροκ και πάλι από την αρχή.
Τη ρουτίνα του διανθίζει η ερωτική υπόθεση του λαλίστατου και λιγάκι επιπόλαιου, οκνηρού, αστείου βοηθού του. Η μόνη αλλαγή της ρουτίνας του ευαίσθητου, μοναχικού μα κι αινιγματικού άντρα, που όπως δείχνουν κάποια φευγαλέα πλάνα, είχε κάποτε ένα διαφορετικό, εντονότερο παρελθόν, είναι η παρείσφρηση στο μικρό διαμέρισμά του και στον μικρόκοσμο της εργασίας και των περιπλανήσεών του, της χαριτωμένης, συγκαταβατικής και φιλικής, πρόθυμης και θετικής, γλυκιάς νεαρής ανιψιάς του που το έσκασε από το σπίτι επειδή τσακώθηκε με τη μητέρα της, αδελφή του κεντρικού ήρωα.
Εισπράττει αγάπη από τον θείο της και μαθαίνει, ζώντας ήρεμα μαζί του για λίγες ημέρες, ορισμένα απλά πράγματα για την ισορροπημένη, λιτή και συμπονετική ζωή του. Το φιλμ του Βέντερς μας κατακλύζει ήρεμα συναισθήματα, τρυφερότητα και απαντοχή, σε μια φιλοσοφημένη νιρβάνα και αποδοχή των πάντων, της Φύσης και του κόσμου, σαν ένας ήπιος περιπατητικός διαλογισμός, σαν τη θέαση της μισοκρυμμένης αρμονίας του σύμπαντος και της ζωής, μακριά από πάθη, εντάσεις, ισχυρούς πόθους, συγκρούσεις και προσκολλήσεις… Και θυμίζει στην απλή ομορφιά, την ανθρωπιά, την ταπεινότητα και τη ζεστασιά των απέριττων φιλμ του Όζου.