Στα 55 χρόνια που γνωρίζω τον Jonas Mekas ποτέ δεν τον είδα χωρίς κάποια κινηµατογραφική µηχανή έτοιµη για δράση. Πρώτα είχε µια Bolex 16 mm, ύστερα απέκτησε διάφορες βιντεοκάµερες και ψηφιακές µηχανές. Σήµερα, τις περισσότερες φορές, χρησιµοποιεί το κινητό του. Αυτόν τον καιρό θεωρεί ότι απλώς «τραβάει ταινίες» παρά ότι είναι ένας κινηµατογραφιστής. Ουδέποτε θεώρησε ότι είναι «σκηνοθέτης ταινιών». Κάνοντας µια αναδροµή στον τεράστιο όγκο του έργου του συνολικά στη λογοτεχνία –ποίηση, δοκίµια, επιθεωρήσεις– καθώς επίσης στον κινηµατογράφο και στη φωτογραφία, ο Mekas καταλήγει ότι αυτό που τα συνδυάζει όλα µαζί είναι το ηµερολόγιο.
Δεν χρησιµοποιεί τις λέξεις αβασάνιστα. Όταν ήταν έφηβος (γεννήθηκε το 1922), ο Mekas είδε να εκδίδονται τα ποιήµατά του στη γενέτειρά του τη Λιθουανία, ακόµη και προτού σηκώσει την πρώτη του φωτογραφική µηχανή για να φωτογραφίσει τα γερµανικά στρατεύµατα κατοχής που παρήλαυναν. Ένας αξιωµατικός τού άρπαξε τη µηχανή από το χέρι· ήταν τυχερός που δεν άρπαξε και τον ίδιο. Λίγο αργότερα, όµως, ο Jonas και ο µικρότερος αδελφός του, ο Adolfas, συνειδητοποιώντας πως τους καταζητούσαν, εγκατέλειψαν τη χώρα και τράβηξαν για το πανεπιστήµιο της Βιέννης. Σύντοµα τους συνέλαβαν και τους έστειλαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερµανία. Μετά τον πόλεµο πέρασαν τέσσερα χρόνια σε διάφορα στρατόπεδα εκτοπισµένων· ένα από αυτά ήταν στο Κάσελ. Εκείνη την περίοδο ο Jonas κρατούσε ηµερολόγιο που αργότερα εκδόθηκε µε τον τίτλο I Had Nowhere to Go (Δεν είχα πουθενά να πάω, 1991). Επίσης, απέκτησε µια φωτογραφική µηχανή. Ο φακός δεν ήταν πολύ ακριβής, αλλά το µάτι του Mekas ήταν. Η επιθυµία του να είναι µάρτυρας –να καταγράφει την καθηµερινή ζωή, όχι τόσο για να θυµάται αλλά για να µείνει στην ιστορία– άρχισε µε φωτογραφίες ξεριζωµένων ανθρώπων καθώς περίµεναν να επιστρέψουν στη ζωή που είχαν νωρίτερα ή να ξεκινήσουν µια καινούρια ζωή. Ο ίδιος δεν µπορούσε να πάει πίσω στη Λιθουανία, γεγονός που, όπως έγραψε αργότερα, «οφειλόταν στη Σοβιετική Ένωση». Οι Σοβιετικοί τον θεωρούσαν ταραξία, όπως τον είχαν αντιµετωπίσει και οι ναζί.
Έτσι, ο Mekas επέλεξε να πάει στη Νέα Υόρκη και µετά από λίγους µήνες εκεί κατόρθωσε να συγκεντρώσει αρκετά χρήµατα για να αγοράσει την πρώτη του κινηµατογραφική µηχανή Bolex. Επειδή µόλις που κατάφερνε να πληρώνει το νοίκι και το φαγητό του, φύλαγε το πολύτιµο απόθεµα που είχε σε φιλµ και τραβούσε µόνο λίγες επιλεγµένες σκηνές – τόσες ώστε να απαθανατίζει την πάροδο του χρόνου, να δείχνει µε ποιον τρόπο το παρόν γίνεται µνήµη. Ή, για να το θέσουµε διαφορετικά, οι πολλές ηµερολογιακές ταινίες του Mekas, συµπεριλαµβανοµένης της πιο σπαρακτικής, µε τίτλο Remini-scences of a Journey to Lithuania (Αναµνήσεις από ένα ταξίδι στη Λιθουανία, 1972), αποτελούν µαρτυρίες του αγώνα να ζήσει σαν οραµατιστής στο παρόν, γνωρίζοντας ότι το µυαλό του πάντα θα κατακλύζεται από τα φαντάσµατα του παρελθόντος.
(πηγή documenta 14 )