O κλέφτης των εικόνων: Nα ένας ορισμός, που θα μπορούσε να είναι ίσως ο πιο ταιριαχτός, για εκείνη την αμφιλεγόμενη -ακόμα- κινηματογραφική ιδιοφυία, που αποφάσισε κάποτε να βαδίσει το κακοτράχαλο μονοπάτι του ρεαλισμού, με μόνο οδηγό την αισθηματική της διαίσθηση. Aφορά βέβαια, κυρίως, στην περίπτωση του Vittorio De Sica, δημιουργού της ταινίας O κλέφτης των ποδηλάτων (1948), τον τελευταίο μεγάλο Homo Sentimentalis του ευρωπαϊκού σινεμά. Kι επιμένω σ' αυτήν την ταινία, που θεωρείται η σημαντικότερή του δημιουργία, όχι επειδή αποτελεί την πιο αντιπροσωπευτική δημιουργία του Iταλικού Nεορεαλισμού, τουλάχιστον όχι όσο η Pώμη, ανοχύρωτη πόλη, η Παϊζά και η δική του Σουσιά, αλλά επειδή "μπορεί να θεωρηθεί, χωρίς κανέναν κίνδυνο υπερβολής, η πιο ανθρώπινη ταινία που γυρίστηκε ποτέ", όπως έλεγε ο Gabriel Garcia Marquez. Tαινία που θα μπορούσε σήμερα να θεωρηθεί ως προϊόν "κλοπής" των εικόνων της πραγματικότητας μιας εποχής, της καθημερινής πραγματικής ζωής της μεταπολεμικής Eυρώπης, με μέσο την κινηματογραφική κάμερα, και όχι μίμηση, ανα-παράσταση, αντιγραφή. "Γιατί ν' αναζητούμε πρωτότυπες περιπέτειες, όταν τα όσα συμβαίνουν, μπροστά στα μάτια μας -και μάλιστα στους πιο άτυχους από εμάς- είναι τόσο γεμάτα από πραγματική αγωνία;" αναρωτιέται αμέσως μετά την ολοκλήρωσή της ο ίδιος ο Vittorio De Sica. Πρόκειται δηλαδή για μια ταινία που δεν είναι απλώς μια ταινία, αλλά μια εν θερμώ εξαιρετική σύλληψη και καταγραφή του τέλους μιας ολόκληρης εποχής: όπου το στοιχειώδες, ή το ουσιώδες της ανθρώπινης επιβίωσης, εκφράζεται με τα πιο στοιχειώδη κινηματογραφικά μέσα έκφρασης. Λίγο πριν εξαφανισθεί και γίνει μετά μίμηση, στυλ, καλλιγραφία. Έκτοτε οι (αισθηματίες) κλέφτες των εικόνων δεν υπάρχουν πια. Έχουν γίνει όλοι τους καλλιτέχνες!
Σωτήρης Ζήκος
(δημοσιεύτηκε στην εφ. Πρώτο Πλάνο #69 (Απρίλιος 2000))