(σχόλια για την ταινία Mar adentro του Alejandro Amenabar )
"Χωρίς αρχή και χωρίς πάθος η θάλασσα και τ' όνειρο μπερδεύονται μες στην απόσταση
Ποτέ ο ορίζοντας δε θα πάψει να ξεγελά τις ελπίδες μας"
Απόσπασμα από ποιήμα του Nicolas Calas (μετάφραση από τα γαλλικά Αντρέας Παγουλάτος)
Στα πρώτα πλάνα της ταινίας βλέπουμε μια νεαρή κοπέλα να κλείνει τα παράθυρα ενός δωματίου. Ακούγεται μια ανδρική φωνή και καθώς το πλάνο είναι υποκειμενικό ο θεατής για πρώτη φορά ταυτίζεται, λόγω του τρόπου που ο σκηνοθέτης χειρίζεται την σκηνή, μ' αυτή την ανδρική φωνή. Η νεαρή κοπέλα θα βάλει στο πικάπ ένα δίσκο βινύλιου με την μουσική του Βάγκνερ. Καθώς η υποβλητική και μελαγχολική μουσική του γερμανού συνθέτη πλημμυρίζει τον χώρο η κάμερα (δηλαδή ο ήρωας) και μαζί του ο θεατής αποδρά από τον κλειστό χώρο και βγαίνει έξω στους ανοικτούς ορίζοντες, στην θάλασσα. Η αρχή της ταινίας Mar adentro του Alejandro Amenabar υποδεικνύει εξαρχής το αίτημα της ταινίας: την απόδραση.
Η αφήγηση αναπτύσσει την πραγματική ιστορία που συντάραξε την Ισπανία στις αρχές της δεκαετίας του 90: τον δικαστικό αγώνα του επί 30 χρόνια παραπληγικού Ramon Sampedro για να του επιτραπεί να πεθάνει, την άρνηση των δικαστικών αρχών να επιτρέψουν την ευθανασία και τέλος την αυτοκτονία του μετά από τη βοήθεια μιας ομάδας φίλων του. Αν και το θέμα είναι αναμφίβολα καταθλιπτικό -η προαποφασισμένη πορεία κάποιου προς τον θάνατο- ο σκηνοθέτης επιλέγει να επικεντρωθεί σε δύο σημεία της δραματικής πλοκής, όχι για να απαλύνει τους μαύρους τόνους, αλλά για να συμφιλιώσει τον θεατή με την μελαγχολία και τη θλίψη ενός επερχόμενου τέλους.
Το πρώτο είναι η προσωπικότητα του ήρωα, η σαγήνη και η γοητεία που ασκεί αυτός ο αδύναμος να κινηθεί άνδρας. Επίκεντρο προσοχής όλων τόσο λόγω του προβλήματος του όσο και λόγω της απόφασης του να αυτοκτονήσει, ο ήρωας έχει εξορίσει από τις προσωπικές του σχέσεις τον οίκτο και την λύπηση. Οι σχέσεις του με τις δύο γυναίκες -την δικηγόρο αλλά και την εργάτρια- είναι φορτισμένες με συναισθηματική ένταση και ερωτισμό -και είναι ακριβώς αυτό που παραπλανεί για λίγο τον θεατή.
Το δεύτερο στοιχείο στο οποίο εμμένει η σκηνοθεσία είναι η εμμονή τον ήρωα να πετύχει τον στόχο του, δηλαδή να πεθάνει. Ο κεντρικός χαρακτήρας είναι ένας αληθινός μαχητής, πολεμά μ' ότι μέσο διαθέτει, δηλαδή τον λόγο και την γοητεία του, για να κερδίσει ένα "happy end", το "ευτυχισμένο" τέλος. Ο ήρωας της ταινίας, ως προς την συγκρότηση του χαρακτήρα του, είναι ένας τυπικός ήρωας μιας ταινίας δράσης: είναι γοητευτικός και πνευματώδης, δυνατός και επίμονος, ένας αληθινός μαχητής. Το τέλος της ταινίας προκαλεί κάποιου είδους ανακούφιση, διάστικτη βέβαια με την μελαγχολία του θανάτου, γιατί βρίσκει τον ήρωα πετυχημένο: έχει πετύχει το στόχο του. Και αυτό προκαλεί στον θεατή ικανοποίηση αφού εξ' αρχής έχει ταυτισθεί μαζί του.
Όμως όσο και αν προσπαθεί ο θεατής να ξεχάσει την πραγματικότητα του ήρωα, όσο και αν ο σκηνοθέτης του προσφέρει ως δόλωμα ένα τυπικό "romantic interest", το σώμα του ήρωα βρίσκεται πάντα μπροστά στα μάτια καθηλωμένο σ' ένα κρεβάτι, αδύναμο να κινηθεί, μια μάζα μυών νεκρή και άχρηστη. Ο σκηνοθέτης οικοδομεί την ταινία του πάνω σε μια αναστροφή: αντί του συνήθους έρωτα που υπάρχει σε κάθε ταινία (μεταξύ του ήρωα και της αγαπημένης του) εδώ υπάρχει μόνο ο έρωτας του θανάτου, η επιθυμία κάποιου, όχι να αρχίσει μια νέα ζωή, αλλά να τελειώσει αυτή που ζει. Η επιθυμία αυτή είναι ογκώδης και υπερκαλύπτει τα πάντα στην ταινία.
Όμως πίσω από την επιθυμία για το θάνατο υπάρχει κάτι άλλο. Αυτό που αναζητά ο ήρωας είναι η αξιοπρέπεια. Το όνειρο με τον ήρωα να σηκώνεται από το κρεβάτι του, να υπερίπταται, να διασχίζει βουνά και πεδιάδες και να καταλήγει στην παραλία όπου συναντά την γυναίκα με την οποία είναι ερωτευμένος και την οποία ποτέ δεν θα έχει, υπό τους ήχους μιας άριας της άριας "Nessun dorma" από την Turandot του Giacomo Puccini, μάς υπενθυμίζει ότι αυτό που βιώνει ο ήρωας είναι ο εγκλεισμός του σε μια φυλακή. Όχι την φυλακή του δωματίου, όπου εξ' ανάγκης διαβιεί έγκλειστος. Η φυλάκιση που βιώνει ο ήρωας είναι διαφορετικής τάξης: είναι η φυλάκιση ενός δυνατού πνεύματος μέσα σ' ένα αδύναμο σώμα, η αδυναμία του να συμφιλιωθεί ο νους του με την σωματική αδυναμία. Η αξιοπρέπεια που ο ήρωας επιζητά δεν είναι παρά η επίτευξη μιας αρμονίας: νεκρό σώμα προϋποθέτει και νεκρό πνεύμα ή αλλιώς το πνεύμα πρέπει να απελευθερωθεί από την φυλακή του, το σώμα.
Ο θάνατος είναι κάτι αποτρόπαιο και το ίδιο συμβαίνει και σ' αυτή την ταινία. Όμως ο θεατής βρίσκεται πολύ κοντά σ' αυτό τον παράλυτο άνδρα και όχι για λόγους συμπόνιας και οίκτου. Μοιράζεται μαζί του κάτι κοινό και αυτό δεν είναι ούτε η σωματική αδυναμία ούτε βέβαια η καθήλωση (ο θεατής του κινηματογράφου είναι "ανάπηρος" αφού βλέπει την ζωή να περνά μπροστά του στην μεγάλη οθόνη). Αναγνωρίζει ο θεατής στο πρόσωπο του ήρωα μια προβολή του ίδιου μέσα στον χρόνο. Καθώς ο άνθρωπος γερνά οι σωματικές δυνάμεις τον εγκαταλείπουν, το σώμα γίνεται αδύναμο. Ωστόσο το πνεύμα παραμένει πάντα ακμαίο και είναι η ένταση της σκέψης (και η δύναμη των ονείρων) που υπογραμμίζει πάντα την διάσταση ανάμεσα στο ακμαίο πνεύμα και στο αδύναμο σώμα. Μ' αυτή την διάσταση κανένας δεν συμφιλιώνεται. Έτσι η επιδίωξη του ήρωα για θάνατο, δεν παρά ένας τρόπος για να λυθεί η διάσταση: η απελευθέρωση του πνεύματος από ένα άχρηστο σώμα ή ένα νεκρό σώμα και ένα νεκρό πνεύμα; Επιλέγετε εσείς.
Η ταινία σέβεται την ανθρώπινη ύπαρξη γιατί την αντιμετωπίζει ως μια αδιάσπαστη ενότητα πνεύματος και σώματος. Όταν αυτή η ενότητα και η αρμονία διαταραχθεί (όπως συνέβη με το ατύχημα του ήρωα), τότε η ισορροπία πρέπει να επανέλθει. Η επιθυμία του θανάτου που έχει κυριεύσει τον ήρωα, όσο παράδοξο και αν ακούγεται, δεν είναι παρά η επιθυμία του για αρμονία και ισορροπία.
Δημήτρης Μπάμπας
Mar adentro (ε.τ. Η θάλασσα μέσα μου) (2004)
Σκηνοθεσία: Alejandro Amenabar.
Σενάριο: Alejandro Amenabar, Mateo Gil.
Φωτογραφία: Javier Aguirresarobe.
Ηθοποιοί: Javier Bardem, Belen Rueda, Lola Duenas, Mabel Rivera.
Διάρκεια: 125'