του François Ozon
(σχόλιο: Μαρία Γαβαλά)
Ένας καλλιτέχνης-σκηνοθέτης του κινηματογράφου, καίει το φωτογραφικό πορτρέτο του άπιστου εραστή του, ο οποίος το έσκασε από τη σχέση τους, αφήνοντάς τον ορφανό, να έχει πάθει αμόκ ή να θρηνολογεί «Θέλω μόνο να με αγαπάτε- Ich will doch nur, dass ihr mich liebt», 1975, που είναι και τίτλος μιας ταινίας του Φάσμπιντερ, που μου αρέσει πολύ. Ίσως είναι η πιο όμορφη εικόνα του εγχειρήματος του Φρανσουά Οζόν, «Πέτερ φον Καντ», 2022, ταινίας άνισης, με όμορφα αλλά και πολύ μέτρια πράγματα (ιδιαιτέρως όσα αφορούν το μπουλβάρ που σχετίζεται με την παρουσία της Σιντονί/ Ιζαμπέλ Ατζανί ή με το μπογιατισμένο φάντασμα της μάνας/ Χάνα Σίγκουλα, να τραγουδά νανουρίσματα στο θηριώδες απαρηγόρητο αγοράκι της). Μιας ταινίας που, ομολογώ, ότι με δυσκόλεψε πολύ μέχρις ότου να μπορέσω να εγκλιματιστώ στη λογική της. Πότε μιλούσε σοβαρά και πότε αστειευόταν ο κύριος Οζόν; Πότε βουτούσε στα βαθιά και πότε έπαιρνε τις αποστάσεις του; Ο Φάσμπιντερ κατόρθωσε κάτι πολύ σημαντικό, κατά τη γνώμη μου. Παρέλαβε με μεγάλη αγάπη τα στερεότυπα του χολιγουντιανού μελοδράματος της δεκαετίας του ‘50 ( του συμπατριώτη του Ντάγκλας Σερκ, ιδίως), και κατόρθωσε να τα διατηρήσει μες στην αμερικάνικη αισθαντικότητα κι αυθεντικότητά τους, κατασκευάζοντας, με το πολύ προσωπικό στυλ του, μια σειρά από χυμώδεις τευτονικές, σκοτεινές όπερες, όπου η απελπισία διαδέχεται το ψεύδος, την εκμετάλλευση, τον κυνισμό, τη μανία και την παραφορά. Σκληρά μελοδράματα με τσακισμένες ανθρώπινες υπάρξεις, να περιφέρονται μες στη θολούρα και την απανθρωπιά της εποχής ενός νεότερου γυμνού φασιστικού κατεστημένου.
Ο Οζόν πλέει με τόλμη, οφείλω να του το αναγνωρίσω, ανάμεσα σε συμπληγάδες: από τη μια υψώνεται το θεατρικό στήσιμο του αναγνωρίσιμου φασμπιντερικού δημιουργήματος «Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ», κι από την άλλη η προσωπικότητα, μέσω της ραδιούργου φήμης που όλα τα σφάζει και τα ισοπεδώνει, του ίδιου του Φάσμπιντερ, μεταμφιεσμένου σε Πέτερ φον Καντ, να μπαίνει στο πετσί της κεντρικής ηρωίδας του εν λόγω τεχνουργήματός του, βουτηγμένος σε μια λίμνη δακρύων αμφοτέρων των φον Καντ (τόσο της Πέτρα όσο και του Πέτερ), στην τελική. Διαρκής υπενθύμιση της ανδροπρεπούς θηλύτητας του Ράινερ-Βέρνερ, όσο και της ασυμμάζευτης εκρηκτικής προσωπικότητάς του. Στη μέση ακριβώς προσπαθεί να ισορροπήσει ο Οζόν, μην προλαβαίνοντας να αλλάζει τους ρόλους και τα κοστούμια των ρόλων, τα οποία θα φορέσει στα δικά του φαντάσματα. Το γεγονός ότι δεν έβγαλε μια τεραστίων διαστάσεων αποτυχία απ’ όλο αυτό το στρίμωγμα στα στενά, είναι από μόνο του μια σημαντική επιτυχία. Οποιοσδήποτε άλλος, στη θέση του, θα τα είχε κάνει ρόιδο.
(πρώτη δημοσίευση στο Facebook)