του Bruce LaBruce
(κριτική: Ζωή- Μυρτώ Ρηγοπούλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2324_the-visitor.jpg

Συνδυάζεται το πολιτικό σινεμά με το πορνό; Χρειάζεται η Βρετανία ένα νέο σεξουαλικό όραμα; Και πώς μπορεί να αποικίσει κανείς έναν αποικιοκράτη; Αμείλικτα ερωτήματα που θα βρουν όλα απάντηση στο The visitor, την τελευταία δημιουργία του Μπρους Λα Μπρους, στην οποία ο αντεργκράουντ Καναδός καλλιτέχνης διασκευάζει σεξοεπαναστατικά α λα κουίρ, σύγχρονα και λονδρέζικα το Θεώρημα του Παζολίνι. Την ιστορία δηλαδή ενός άγνωστου νεαρού επισκέπτη που εμφανίζεται στο σπίτι μιας μεγαλοαστικής οικογένειας, εγκαθίσταται εκεί, κάνει σεξ με όλα τα μέλη της κι εξαφανίζεται επίσης απρόσμενα, έχοντας προλάβει να αλλάξει τις ζωές όλων.
Η ταινία, που στην αρχική μορφή της είχε παρουσιαστεί ως installation, έχει αρκετά στοιχεία περφόρμανς ειδικά στην ευφάνταστη αρχή με τις βαλίτσες και τους πανομοιότυπους άνδρες κι εμπλουτίζει την μοντέρνα κουίρ της οπτική, με ποπ αποχρώσεις παλιότερων εποχών κι επιρροές από Τζον Γουότερς και Άντι Γουόρχολ. Οι διάλογοι είναι λίγοι κι ο σκηνοθέτης εκφράζει τις πολιτικοκοινωνικές θέσεις του κυρίως μέσα απ’ τις εικόνες και το αληθινό σεξ, αλλά και τα τσιτάτα που γράφονται κάθε τόσο στην οθόνη παραφράζοντας συχνά τίτλους ταινιών ή σλόγκαν του εργατικού κόμματος όπως «Ανοιχτά σύνορα, ανοιχτά πόδια» ή «Γαμάτε για τους πολλούς κι όχι για τους λίγους». Διόλου τυχαία ο επισκέπτης γίνεται μαύρος πρόσφυγας που τον ερμηνεύει πολύ παραστατικά ο σέξι πορνοστάρ Bishop Black, αφού ο Μπρους Λα Μπρους θέλει να καταγγείλει τη Δύση για την ξενοφοβία, το ρατσισμό και τις ευθύνες της στο προσφυγικό πρόβλημα. Η «εισβολή» που δέχεται η «αγία» λευκή οικογένεια δεν είναι έτσι παρά η αντιστροφή μιας κατάστασης την οποία η ίδια έχει προκαλέσει.
Η σεξουαλική ρευστότητα, που ήταν στοιχείο της προβληματικής του Λα Μπρους πολύ πριν γίνει της μόδας, χαρακτηρίζει όλη την ταινία, από το μακιγιάζ και τα ντυσίματα των πρωταγωνιστών, μέχρι τις σκηνές σεξ, που είναι τόσο ποικιλόμορφες όσο κι η θεωρία για την ανθρώπινη σεξουαλικότητα του Φρόιντ μια και ο Λα Μπρους τυγχάνει μεγάλος θαυμαστής του. Η διέγερση δεν είναι ο πρώτος στόχος στο The Visitor, με το σεξ να παρουσιάζεται συνήθως κάπως διαταρακτικά, συνοδευμένο πάντα από μια «ηλεκτροφόρα» μουσική, κι από την μεταβολή των ματιών του επισκέπτη, δημιουργώντας την απαραίτητη απόσταση για να σκεφτεί κανείς και τα άλλα επίπεδα της ταινίας. Κάποιες σκηνές όπως αυτή που ο επισκέπτης ουρεί στην κατσαρόλα ή εκείνη της υποτιθέμενης κοπροφαγίας είναι πιθανό να απωθήσουν κάποιους θεατές, δεν είναι ωστόσο πιο hard core απ’ αυτά που παρουσιάζονταν λάιβ σε κάποια μπαρ του Βερολίνου.
Η ταινία διαθέτει επίσης αρκετό υποδόριο χιούμορ μια κι ο Λα Μπρους, που ξεκίνησε από την πανκ κουλτούρα και τα γκέι-πανκ φανζίν και τον οποίο το ελληνικό κοινό γνώρισε χάρη στο Δημήτρη Εϊπίδη στις αρχές της δεκαετίας του 90, δεν ήταν ποτέ σοβαροφανής. Αλλά ούτε κι ανειλικρινής, μια και πιστεύει γνήσια ότι η πορνογραφία και το σεξ μπορούν να γίνουν μέσα κοινωνικής και προσωπικής μεταμόρφωσης κι επανάστασης. Και προσπαθεί όλα αυτά τα χρόνια να καταδείξει τα στραβά της κοινωνίας, τις ταξικές ανισότητες, την ομοφοβία, τον μισογυνισμό και πολλά ακόμη μέσα απ’ το κινηματογραφικό του στιλ, το τόσο άρρηκτα δεμένο με την πορνογραφία. Οπότε, όπως, κι αν αποτιμά κανείς κάθε φορά την αξία του έργου του, δεν μπορεί να μην πει πως ο Μπρους Λα Μπρους είναι πράγματι πολιτικός καλλιτέχνης. Που δεν διστάζει να εκφραστεί κινηματογραφικά όπου κι αν εμπνέεται. Ακόμα και μέσα σε μια εκκλησία δηλαδή, μια και στο The Visitor  δεν θα γλιτώσουν ούτε τα χριστιανικά σύμβολα, τα αγαλματίδια ή τα αισθήματα προς τον Σωτήρα. Και παρ’ ότι αυτή την εκκλησία την οποία ευαγγελίζεται πολλοί θ’ αποφύγουν τρέχοντας, κάποιοι άλλοι θα την αναζητήσουν για να προσκυνήσουν.

Φεστιβάλ Βερολίνου 2024