(και τα μυστήρια της γυναικείας φύσης)
του Shohei Imamura
imamura6.jpg
"Είμαστε στη νέα χιλιετία. Κάποιος είπε ότι ο 21ος αιώνας θα είναι η εποχή της επιστήμης και της τεχνολογίας. Συμφωνώ, αλλά θα ήθελα να προσθέσω ένα πράγμα: Ο 21ος αιώνας θα είναι επίσης η εποχή των γυναικών. Οι ταινίες που σκηνοθέτησα τον προηγούμενο αιώνα (...) απεικονίζουν πολύ δυνατές γυναίκες που αποδέχτηκαν το πεπρωμένο τους σε μια εποχή που οι άνθρωποι πίστευαν ότι οι γυναίκες δεν έχουν πραγματικό ρόλο στην κοινωνία, ή απλώς τις αντιμετώπιζαν ως "κατώτερες" από τους άντρες.
(...) Τι είναι αυτό που κάνει τις περί ων ο λόγος γυναίκες τόσο δυνατές; Μήπως πρόκειται για ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της φύσης τους; Μ' αρέσει να σκέφτομαι ότι σ' αυτές τις περιπτώσεις κάνουν χρήση της εκπληκτικής του δύναμης να αρνούνται αυτό που δεν μπορούν να αποδεχτούν απλώς με το να το υφίστανται. (...). Μέσω της ερμηνείας μου πάνω στο μυθιστόρημα του Γιο Χεν ήθελα να μάθω πού βασίζεται αυτή η βαθύτερη φύση των γυναικών.
(...) Το πιο σημαντικό γι' ένα σκηνοθέτη είναι η τέχνή του να είναι αληθινή. Και να έχει κουράγιο. Πρέπει να έχει το κουράγιο να αφαιρεί από την ταινία ότι δεν αληθινό και ακριβές. Πάντα επέμενα ότι δεν έπρεπε να λεω ψέματα στις ταινίες, ότι πρέπει να λεω την αλήθεια.
(...) Τα πρόσφατα χρόνια άρχισα να εξερευνώ τις φαντασιώσεις. Στο σενάριο που γράφω, προσπαθώ να δημιουργώ αληθοφανείς φαντασιώσεις ή στιγμές οι οποίες δεν είναι απόλυτα αληθινές στην ζωή. Αυτό για μένα είναι μια ενδιαφέρουσα αντίφαση".
Shohei Imamura
imamura4.jpg
Σκηνοθετημένη απο τον τότε 75άχρονο Shohei Imamura/ Σοχέι Ιμαμούρα, το Warm Water Under a Red Bridge (2001) είναι μια τρυφερή αλληγορία για τη δύναμη του έρωτα και τις κρυφές δυνάμεις του γυναικείου σώματος. Στο κέντρο της αφήγησης έχει μια νεαρή γυναίκα, τα μυστήρια της γυναικείας της φύσης και πώς αυτά αναστατώνουν την ζωή ενός άνδρα.
Η ελαφρότητα στην αφήγηση και τα κωμικά στοιχεία συνήθως αποτελούν μία εξαίρεση στην καριέρα του σκηνοθέτη (αν και παρατηρούνται αρκετά συχνά στις πρόσφατες ταινίες του σκηνοθέτη), σ' αυτήν την ταινία όμως υπάρχουν στο κέντρο. Σε αντίθεση με το κλίμα ερωτισμού -το οποίο είναι αρκετά συχνό στην φιλμογραφία του σκηνοθέτη- και το οποίο εδώ βρίσκεται στην πιο καθαρή του μορφή.
Κομβικό σημείο της δραματικής πλοκής είναι οι οργασμοί που έχει η νεαρή γυναίκα και οι οποίο διαταράσσουν "την ησυχία και την τάξη" ενός μικρού χωριού. Η ταινία, όπως δηλώνει ο σκηνοθέτης, διερευνά την "βαθύτερη φύση των γυναικών". Αποτελεί επιπλέον και μια διερεύνηση των ανδρικών ερωτικών φαντασιώσεων, ενώ ταυτόχρονα προσφέρει άλλη μια ευκαιρία για να απεικονίσει ο Imamura στην κινηματογραφική οθόνη ένα δυνατό γυναικείο πρόσωπο.
Σύμφωνα με την κριτική της Manhola Dargis (Film Comment, Jul-Aug /2001) : "(Η ταινία) χαρίζει στο σύγχρονο κινηματογράφο μια από πιο ντελιριακές μεταφορές του. Όπως συνέβη και τις προηγούμενες ταινίες του Το Χέλι και Δόκτωρ Ακάγκι, η νέα ταινία του Ιμαμούρα δείχνει όχι τόσο σκηνοθέτη στο αποκορύφωμα της πυρετώδους ιδιοφυίας του, όσο έναν σκηνοθέτη σ' εκείνο το σημείο που η ιδιοφυία του δεν χρειάζεται πια αποδείξεις. Ανετη αφήγηση χωρίς καμιά προσπάθεια και τέλεια κατοχή της τεχνικής…"
imamura5.jpg
Ο Shohei Imamura (Σοχέι Ιμαμούρα) είναι ο άγνωστος μεγάλος σκηνοθέτης του Ιαπωνικού σινεμά. Στις ταινίες η περίπλοκη σεξουαλικότητα διαπλέκεται με μια γήινη αίσθηση του χιούμορ. Ασυμβίβαστός υπερασπιστής των αδικημένων, ο Imamura αμφισβητεί τις ηθικές αξίες της σύγχρονής κοινωνίας, θέτοντας πάντα στο προσκήνιο πρόσωπα εκτός των τειχών: πόρνες και προαγωγούς, χωρικούς και επαίτες, ορφανά και μαυραγορίτες, δολοφόνους και κλέφτες. Έχει ως είδωλό του τον Kurosawa, ενώ αρνείται τον συντηρητισμό του Ozu.
Ο Shohei Imamura γεννήθηκε στο Τόκιο, το 1926. Σπούδασε δυτική ιστορία στο Πανεπιστήμιο Ουσέντα, όπου ασχολήθηκε επίσης με το θέατρο. Το 1951 άρχισε να εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτης και το 1958 γύρισε την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινίας. Ίδρυσε τη δική του εταιρεία παραγώγης, και το 1975 δημιούργησε τη σημερινή Ιαπωνική Ακαδημία Εικαστικών Τεχνών. Οι ταινίες του Η μπαλάντα του Ναραγιάμα ( 1983) και Το χέλι (1996) κέρδισαν το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών (ένας από τους τρεις σκηνοθέτες στον κόσμο που το έχει καταφέρει).