Θωμάς Λιναράς
Κινηματογραφικά δεινά: Από τον Βιμ Βέντερς στον Γιασουχίρο Όζου
Θεσσαλονίκη
Εκδόσεις Εντευκτηρίου 2015
468 σελ., λιανική τιμή 20,00 ευρώ (με Φ.Π.Α.)
Μέσα από κείμενά του δημοσιευμένα στη διάρκεια τριάντα χρόνων (1983-2013), τα οποία ο συγγραφέας έχει επιλέξει και τα οποία συνιστούν μέρος μιας διανοητικής και αισθητικής περιπέτειας, χαρτογραφείται μια κινηματογραφική γεωγραφία όπου, σε μια ενωτική χειρονομία, αξιολογούνται τόσο οι κλασικοί auteurs (Ντράγιερ, Μπρεσσόν, Αντονιόνι, Ταρκόφσκι, Όζου κ.ά.) όσο και οι νεότεροι, κυρίως Ευρωπαίοι, των τελευταίων δεκαετιών (Κισλόφσκι, Βέντερς, Σκολιμόφσκι, Καουρισμάκι, Μάικ Λη, Κεν Λόουτς, Μορέτι, Νταρντέν, Μπέλα Ταρ, Σοκούροφ, Χάνεκε, Λοζνίτσα κ.ά..)
Σημειώνει στο εισαγωγικό του σημείωμα ο Μισέλ Δημόπουλος:
Ο Θωμάς, φίλος και παλιός συνεργάτης από τη Θεσσαλονίκη, ανήκει σ’ αυτούς τους σκληροπυρηνικούς σινεφίλ παλαιάς κοπής, με ανήσυχο πνεύμα και ανοιχτό μυαλό. Το σινεμά έχει αλλάξει, ο κόσμος έχει αλλάξει, κι ο Λιναράς δεν έμεινε αδρανής, αλλά παρ-ακολούθησε αυτήν τη μεταβολή. Δεν είναι τόσο απλό να θέτεις στο καινούργιο τα σωστά ερωτήματα, να διεισδύεις στα νέα ρεύματα και να μπορείς να αμφισβητήσεις παλιότερες αντιλήψεις, ιδιαίτερα σήμερα που το τοπίο είναι θολό και τα κριτήρια αξιολόγησης ακατέργαστα και παρεξηγήσιμα.
Η λέξη δεινά στον τίτλο υποδηλώνει τα βάσανα της κινηματογραφικής γραφής, ενώ ο υπότιτλος σηματοδοτεί δύο μεγάλες αγάπες του συγγραφέα: την παθιασμένη σχέση με το σινεμά του Βιμ Βέντερς και του Γιασουχίρο Όζου, που είναι πρώτος στην προσωπική λίστα (που ο καθένας έχει) για τους μεγαλύτερους όλων των εποχών. Ακολουθούν, από κοντά, ο Καρλ Ντράγιερ και ο Ρομπέρ Μπρεσσόν. Να σημειωθεί ακόμα ότι υπάρχει μια κόκκινη γραμμή που συνδέει τον Βέντερς με τον Όζου, η οποία αποτελεί και τον κρυφό άξονα του βιβλίου (αρχή-τέλος), καθώς ο Γερμανός υπήρξε ένας από τους πρώτους που ανέδειξαν στον παγκόσμιο κινηματογραφικό χάρτη το τεράστιο μέγεθος και τη μεγάλη αξία του Ιάπωνα δημιουργού.
Το βιβλίο δεν ακολουθεί μια προκαθορισμένη αφηγηματική γραμμή, αλλά υιοθετεί τη λογική μιας σινεφίλ περιπλάνησης στον κινηματογραφικό χάρτη. Τα κείμενα είναι ποικίλα και ετερογενή όσον αφορά τη δομή, τη μορφή και την έκτασή τους: μεγάλα εργοβιογραφικά κείμενα, κριτικές «παλαιού τύπου», κριτικά σημειώματα, τέσσερις «φάκελοι» αφιερωμένοι στο έργο του Βιμ Βέντερς, του Κριστόφ Κισλόφσκι, στην κινηματογραφία της Ιταλίας και σε κάποιες από τις σπουδαιότερες ταινίες της δεκαετίας του ’90, μια σύντομη αναφορά σε δύο βασικά κινηματογραφικά είδη (τρόμος και επιστημονική φαντασία), και μια εκτενέστερη σε δύο από τις κορυφαίες ταινίες της πρώτης δεκαετίας του αιώνα που διανύουμε: την Επιστροφή του Αντρέι Σβιαγκίντσεφ και τη Λευκή κορδέλα του Μίκαελ Χάνεκε, το οποίο είναι και το μόνο ανέκδοτο κείμενο του βιβλίου.
Όλα τα κείμενα έχουν δημοσιευτεί στις εκδόσεις του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καθώς και στα κινηματογραφικά και λογοτεχνικά περιοδικά Σύγχρονος Κινηματογράφος, Οθόνη, Καθρέφτης, Εντευκτήριο, Δέντρο και στον Ετήσιο κινηματογραφικό οδηγό της Π.Ε.Κ.Κ.
Ενδεικτικό απόσπασμα
[…] Η βαριά σκιά των τριών πυλώνων πέφτει επί δικαίων και αδίκων και είναι ο βλοσυρός πάστορας ο συνεκτικός τους ιστός· ο κύριος αγωγός του Κακού· η καρδιά του σκοταδιού της ταινίας: και πατέρας, και ιερέας, και δάσκαλος. Η οικογένειά του μια ξερή στέρνα χωρίς τους χυμούς της αγάπης, λάκκος με τα φίδια που δένει τα μέλη της στο κρεβάτι του ύπνου για μην "αμαρτήσουν", εχθρός κάθε χαράς της ζωής και λίκνο καταπίεσης, βίας και πόνου. Στην εκκλησία του, κοινωνός μιας θρησκείας που αρνείται τη συγχώρεση, στυγνός τοποτηρητής ενός άσπλαχνου και εκδικητικού Θεού που μεταμορφώνει την εν Χριστώ ζωή σε μια κοιλάδα του θανάτου. Στο σχολείο είναι αυτός που κατέχει την «οργανική θέση» (η μόνη διδασκαλία που βλέπουμε στην ταινία είναι αυτή της κατήχησης) και βασικός εκπαιδευτής στο μάθημα του φόβου και της υποταγής. Λίγο πιο κει, στη άλλη πλευρά του τριγώνου, ο ισχυρός βαρώνος-γαιοκτήμονας, εκπρόσωπος μιας συγκεκριμένης οικονομικής δομής και μακραίωνης εξουσίας, που θα ξεριζωθεί, βίαια κι αυτή (όπως ο λαχανόκηπος ) από το δρεπάνι της ιστορίας. Οι πυλώνες έχουν σηκωθεί με την άδειά του και σε δικό του έδαφος και ήρθε η ώρα να "πληρώσει" γι’ αυτό, με την κακοποίηση του μοναχογιού του. Και τέλος, στην κορυφή αυτού του τριγώνου που ορίζει και ελέγχει τα συνοριακά φυλάκια του χωριού (και της ταινίας), λάμπει σαν σκοτεινό αστέρι η φιγούρα του γιατρού: ένας πραγματικός δαίμονας-δόκτωρ Μένγκελε του κάτω κόσμου, που ξέρει καλά το μονoπάτι που οδηγεί κατευθείαν στις πύλες της Κόλασης... δηλαδή στο Άουσβιτς-Μπιρκενάου του χαμού 1.100.000 ανθρώπινων ψυχών.
Το μικρό χωριό με τα μικρά του πάθη και τα μικρά του εγκλήματα, κρεμάμενο στο χείλος της αβύσσου, βυθίζεται σιγά σιγά στο έρεβος μιας ανίερης νύχτας και μετατρέπεται σε μια τοπιογραφία του τρόμου, βγαλμένη θαρρείς από τις σελίδες του Σελίν και του Γκομπρόβιτς. […]
(Απόσπασμα από το κείμενο για την Λευκή κορδέλα του Μίκαελ Χάνεκε)
Ο Θωμάς Λιναράς γεννήθηκε στον Κολινδρό Πιερίας.
Σπούδασε κοινωνιολογία στο Τρέντο της Ιταλίας και εργάστηκε ως καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση.
Υπήρξε μέλος της συντακτικής ομάδας του κινηματογραφικού περιοδικού Οθόνη και τα τελευταία 22 χρόνια είναι σταθερός συνεργάτης του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ως επιμελητής των κινηματογραφικών του εκδόσεων.
Κείμενα και μεταφράσεις του έχουν δημοσιευτεί σε κινηματογραφικά και λογοτεχνικά περιοδικά.
(δ.τ.)