Το γαλλικό κινηματογραφικό περιοδικό Cahiers du Cinema κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2003 ένα τεύχος εκτός σειράς (hors -serie) αφιερωμένο στην παγκόσμια κατάσταση κινηματογράφου. Αυτός ο Atlas du cinema dans le monde επιχειρεί να περιγράψει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εθνικές κινηματογραφίας, να χαρτογραφήσει τις τάσεις και τις διαδρομές που ακολουθούν οι διαφορετικές εθνικές κουλτούρες στο χώρο του κινηματογράφου.
Διαφορετικοί κριτικοί και δημοσιογράφοι από τον χώρο του σινεμά, γράφουν ο καθένας για την χώρα του ένα μικρό κείμενο σχόλιο για την κατάσταση της εθνικής του κινηματογραφίας, για τις αντιξοότητες και για τα εμπόδια που αυτή αντιμετωπίζει. Τα κείμενα συνοδεύονται και από αριθμούς: του αριθμό των εισιτηρίων για το 2002, το ποσοστό επί του συνόλου των εισιτηρίων που έκαναν οι ταινίες της χώρας, πόσες ταινίες γυρίστηκαν, πόσοι κινηματογράφοι υπάρχουν, η πεντάδα των ταινιών με τα περισσότερα εισιτήρια.
Σ' αυτό το πανόραμα του παγκόσμιου κινηματογράφου ένας είναι ο αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής: το Χόλιγουντ. Αν παρατηρήσει κάποιος το ποσοστό επί του συνολικού αριθμού των εισιτηρίων που έκαναν οι ταινίες της κάθε χώρας, τότε αντιλαμβάνεται κάποιος γιατί το Χόλιγουντ χαρακτηρίζεται αυτοκρατορία. Ταινίες όπως το Spider-man, Harry Potter, Lord of the rings, είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Πίσω απ' αυτές υπάρχουν μέτριες και κακές ταινίες που καταλαμβάνουν σχεδόν αμαχητί τις κινηματογραφικές οθόνες του κόσμου.
Η συντριπτική πλειοψηφία των χωρών που αναφέρονται παρουσιάζουν ποσοστά που κυμαίνονται μεταξύ 20% (στην καλύτερη περίπτωση) και 5% (είναι η περίπτωση της Αυστραλίας): δηλαδή οι θεατές αυτών των χωρών αποφεύγουν να παρακολουθούν ταινίες που μιλούν την γλώσσα τους, που παρουσιάζουν εικόνες και ιστορίες από την χώρα τους.
[Για την Ελλάδα το ποσοστό για το 2002 είναι ανάλογο. Ενώ το 2003 τα πράγματα θα είναι ακόμα χειρότερα]. Αν κάποιος διαβάσει και τα συνοδευτικά κείμενα ανταποκρίσεις από κάθε χώρα, η εικόνα γίνεται πιο καθαρή: προβλήματα όσον αφορά την παραγωγή των ταινιών, μέτριο αποτέλεσμα από αισθητικής πλευράς, απαισιοδοξία και δυσθυμία.
Αυτό που γίνεται σαφές, πέρα από την πλήρη κυριαρχία του Χολιγουντιανού σινεμά, είναι ότι η πλειοψηφία των θεατών παγκόσμια, όταν πηγαίνει σινεμά έχει στο μυαλό της ένα συγκεκριμένο μοντέλο ψυχαγωγίας: και αυτό το βρίσκει πλέον μόνο στο Χόλιγουντ.
Αυτό δεν είναι μια καινούργια εξέλιξη - έτσι ήταν πάντα τα πράγματα. Αυτό που έχει αλλάξει την τελευταία δεκαετία είναι η κατάσταση των τοπικών κινηματογραφικών βιομηχανικών. Μια εμπορική ταινία που παράγεται σε κάποια χώρα της υφηλίου έχει να ανταγωνισθεί, όχι τις άλλες ταινίες της χώρας της, αλλά το τελευταίο χολιγουντιανό μπλοκμπάστερ. Και η σύγκριση στα μάτια ενός απλού θεατή που πηγαίνει στο σινεμά για να διασκεδάσει είναι συντριπτική: η χολιγουντιανή ταινία έχει τα πάντα, ενώ η ταινία της χώρας του μοιάζει ως φτωχή αντιγραφή.
Έτσι στην καταναλωτική συνείδηση των θεατών όλου του κόσμου έχει αρχίσει να διαμορφώνεται ένα καταναλωτικό στερεότυπο: το προϊόν Made in Hollywood είναι καλύτερο και επιπλέον δημιουργεί "status". Έτσι μια εθνική εμπορική ταινία έχει κάθε χρόνο όλο και λιγότερες ευκαιρίες να γίνει επιτυχία ακόμα και αν είναι πρωτότυπη και ευρηματική. Αν είναι πρωτότυπη και ευφάνταστη χρειάζεται περισσότερο χρόνο στον κινηματογράφο (και συνήθως δεν τον έχει) για να σπάσει τις ισχυρές πλέον προκαταλήψεις του κοινού και να κερδίσει την εμπιστοσύνη του.
Ωστόσο αυτή η εικόνα κυριαρχίας του χολιγουντιανού σινεμά δεν πλήρης: υπάρχουν ακόμα χώρες που αντιστέκονται, στις οποίες ο εθνικός κινηματογράφος αποτελεί ακόμα μια ισχυρή επιλογή των θεατών και δεν πέσει σε καθεστώς ανυποληψίας. Εξαιρουμένου του Ιράν -όπου μια πολιτική προστατευτισμού διαμορφώνει το 90%-, χώρες όπως η Νότια Κορέα (47%), η Γαλλία (34%, με το υψηλότερο ποσοστό ξένων ταινιών, η πιο σινεφιλ χώρα της υφηλίου), το Χονγκ Κόνγκ (40%), η Κίνα (55%) και τέλος η Ινδία με το συντριπτικό 95%.
Ποιοι μπορεί να είναι οι λόγοι γι' αυτές τις χώρες αντίστασης; Καταρχήν μπορεί να είναι ένα ιδιαίτερο αίσθημα εθνικής ταυτότητας, συνήθως ένα υψηλό πολιτιστικό επίπεδο, αλλά και μια κρατική πολιτική υποστήριξη, όπως είναι στην περίπτωση της Γαλλία.
Ωστόσο ο κυριότερος λόγος είναι ο ισχυρός τοπικός πολιτισμός, όπως είναι η περίπτωση της Ινδίας ή του Χονγκ Κονγκ. Είτε το θέλουμε είτε όχι το μοντέλο της κινηματογραφικής διασκέδασης είναι ένα δυτικό μοντέλο, για την ακρίβεια αμερικάνικο. Όπου υπάρχουν ακόμα πολιτιστικές ιδιαιτερότητες, όπου ο τοπικός πολιτισμός δεν έχει συντριβεί εκεί οι θεατές προτιμούν να επιλεγούν όχι χολιγουντιανές ταινίες, αλλά ταινίες της χώρας τους.
Το παράδειγμα της Ινδίας είναι χαρακτηριστικό. Οι 34 γλώσσες, που μιλιούνται στην ινδική χερσόνησο, το επίπεδο τεχνολογικής ανάπτυξης (μια ταινία σαν το Matrix είναι ακατάληπτη για την πλειοψηφία των Ινδών θεατών) και ο ισχυρός πολιτισμός είναι ασπίδες προστασίας απέναντι σε κάθε εισβολέα. Παράλληλα η εκεί τοπική βιομηχανία, μέσα στο χρόνο, διαμόρφωσε δικά της κινηματογραφικά είδη που γνώρισαν επιτυχία στο τοπικό κοινό. Έτσι μια τυπική ινδική ταινία είναι μέσα στην συγκεκριμένη τοπική αγορά ένα προϊόν ακαταμάχητο: δεν μπορεί να την συναγωνισθεί το Χόλιγουντ.
Ίσως αυτός να είναι και ο μοναδικός δρόμος αντίστασης: ταινίες που είναι πολύ στενά συνδεδεμένες με τον τόπο τους, που αντανακλούν τον τοπικό πολιτισμό και τις εθνικές ιδιαιτερότητες, που ψυχαγωγούν τον θεατή μ' ένα τρόπο μοναδικό.
Δημήτρης Μπάμπας