Χώρος λατρείας με φανατικούς πιστούς, ο φανταστικός κινηματογράφος διαθέτει το δικό του πάνθεον ηρώων, μια σειρά δηλαδή φιλμικών χαρακτήρων οι οποίοι δυναστεύουν τις εικόνες του. Ένα πάνθεον όπου τα πρόσωπα που βρίσκονται εκεί διεσώθησαν μέσα στο πέρασμα του χρόνου, παλεύοντας με τα μικρά μεγέθη παραγωγής και την περιφρόνηση του κριτικού λόγου. Σε περίοπτη θέση σ’ αυτόν το χώρο -όπου οι ήρωες επανέρχονται τακτικά στην ζωή (δηλαδή στην οθόνη)-, ο λυκάνθρωπος (werewolf) αποτελεί μια μάλλον τυπική φιγούρα. Έχοντας ένα πλούσιο και μακρύ παρελθόν (The Curse of Werewolf, Howling, Werewolf of London, Teen Wolf), φαίνεται να επιβραβεύεται για τη χρόνια διαμονή του στο χώρο του φανταστικού κινηματογράφου, με την επικαιρότητα της μεγάλης παραγωγής και την υποκριτική γνωστών ηθοποιών.
Τέκνο της χρυσής εποχής του φανταστικού της δεκαετίας του 30 στην Αμερική, ο λυκάνθρωπος δεν διαθέτει μόνο αρκετά από τα τυπικά χαρακτηριστικά ανάλογων χαρακτήρων (Dracula, Zombie κ.α.) της μυθολογίας του, αλλά και κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία που τον κάνουν μοναδικό. Η ίδια ετυμολογία της λέξης (Λύκος-Άνθρωπος) μας επιτρέπει να αναγνωρίσουμε με ευκολία στο χαρακτήρα το δισυπόστατο -ένα στοιχείο που συναντάμε και σε άλλους χαρακτήρες της μυθολογίας του φανταστικού (Dr Jekyll and Mr Hyde, The Fly, Cat People). Καθώς ο ομώνυμος χαρακτήρας βρίσκεται διχασμένος ανάμεσα σε δύο φύσεις -την ανθρώπινη και τη ζωώδη- εκφράζει στο επίπεδο της προσωπικότητας του, μιας οντολογικής τάξης διάσταση: ανάμεσα σ’ αυτά που η κοινωνία επιτάσσει και σε αυτά που τα ένστικτα απαιτούν. Ο διχασμός αυτός -που ο ένας του ο πόλος (Λύκος) εκφράζει μια αταβιστική άρνηση του πολιτισμού- αποτελεί σ’ ένα μεταφορικό επίπεδο μια έκφραση της εσωτερικής αντίθεσης του ανθρώπου: ανάμεσα στο λογικό ενός κοινωνικού βίου και το ανορθολογικό της επιθυμίας.
Όντας όμως ο διχασμός μια προσωρινή κατάσταση γρήγορα καταλύεται και προσφέρει τη θέση του στην πλήρη επικράτηση του ζώου: μια νίκη των ενστίκτων που αποκαλύπτει (με κάποια απαισιοδοξία για το ανθρώπινο γένος) ότι η καταπιεσμένη ζωώδης υπόσταση αποτελεί οργανικό μέρος της ανθρώπινης προσωπικότητας. Το πέρασμα όμως στην κατάσταση του λυκανθρώπου συνδέεται με την προσβολή από ένα φορέα (που εδώ είναι το ίδιο το ζώο) -ένα στοιχείο που αποτελεί τον κεντρικό κόμβο σε αρκετές ταινίες του φανταστικού (Dracula, Zombie). Αυτό ακριβώς το στοιχείο -του κινδύνου δηλαδή που υπάρχει γι’ ένα υγιή οργανισμό από την επικίνδυνη φύση- αποτελεί μια αντανάκλαση στις εικόνες του φόβου και της ανασφάλειας του αστού απέναντι στον αγροτικό χώρο και την ανεξέλεγκτη φύση. Αυτή προσχώρηση του ανθρώπου στο βασίλειο των ζώων, συνοδεύεται φυσικά από μια αλλαγή στους ρυθμούς της καθημερινότητας: καθώς ο κεντρικός ήρωας υποκύπτει στα ένστικτά του, ο κόσμος του αλλάζει -από την ημέρα και τον ήλιο, θα περάσει στη νύκτα και τη σελήνη. Μια αλλαγή των βιορυθμών του, όχι χωρίς σημασία: αφού είναι η νύκτα που προσφέρει τη φιλοξενία της στο διαφορετικό, στο αποκλίνον από το κανονικό.
Αυτή ακριβώς η παρουσία του σκότους -δεσπόζουσας στην ατμόσφαιρα των ανάλογων μυθοπλασιών- υπονοεί συχνά ένα κρυφό δεσμό της ζωώδους παρουσίας του λυκάνθρωπου με την ανεξέλεγκτη και επικίνδυνη σεξουαλικότητα: είναι η επίθεση στο ανυπεράσπιστο θηλυκό και η ηδονή της κυριαρχίας που είναι ευδιάκριτα. Και καθώς ο λυκάνθρωπος είναι σχεδόν πάντα άνδρας, οι μεταφορές σχετικά με την σεξουαλικότητα γίνονται καθαρές και σαφείς: η ανδρική σεξουαλικότητα ασφυκτιά -τόσο μέσα στους κανόνες του πολιτισμένου κόσμου, όσο και μέσα στις κοινοτυπίες του συμβατικού σινεμά. Γι΄αυτό ο λυκάνθρωπος είναι ένας απελευθερωτής από τα δεσμά του συμβατικού, είναι ένας άγγελος-εξολοθρευτής σε αναζήτηση των απαγορευμένων ηδονών και απολαύσεων.
Δημήτρης Μπάμπας (3/11/1994)
Ενδεικτική φιλμογραφία
An American Werewolf in Paris (John Landis, 1981)
The Howling (Joe Dante, 1981)
The Wolfman (George Waggner, 1941)
The Company of Wolves (Neil Jordan, 1984)
Wolf (Mike Nichols, 1994)