του Apitchatpong Weerasethakul
(...) Αποκαλώ τους θεατές «φαντάσματα» είναι επειδή μου θυμίζουν κάτι που διάβασα πριν κάποια χρόνια σ’ ένα διήγημα. Λένε ότι ήταν μια αληθινή ιστορία που συνέβη στην επαρχία Udon Thani (1). Συμπτωματικά πρόσφατα ανακάλυψα ότι πρόκειται να γυριστεί ταινία από την εταιρεία Five Star Productions (2). Απ’ όσο θυμάμαι η ιστορία ήταν κάπως έτσι: Ο κεντρικός χαρακτήρας ήταν ένας άνδρας που ταξίδευε προβάλλοντας ταινίες σε ναούς και χωριά. Μια μέρα ένας πολύ μυστηριώδης άνδρας τον προσέλαβε για να προβάλλει μια ταινία σ’ ένα ναό που ήταν πολύ μακριά. Όταν έφθασε και έστησε τη μηχανή προβολής είχε ήδη νυχτώσει. Σιγά –σιγά μέσα στο σκοτάδι άρχισαν να καταφθάνουν άνθρωποι. Για όσο διάστημα προβάλλονταν η ταινία όλοι οι θεατές καθόταν ήσυχα, με τα μάτια τους να κοιτάζουν την οθόνη. Δεν εξέφραζαν κάποιο συναίσθημα ούτε μιλούσαν μεταξύ τους έως το τέλος της ταινίας. Ύστερα όλοι σηκώθηκαν και απομακρύνθηκαν. Την αυγή της επόμενης μέρας ο ιδιοκτήτης του κινηματογράφου αντιλήφθηκε ότι βρισκόταν στο κέντρο ενός νεκροταφείου και ότι είχε πληρωθεί για να προβάλλει μια ταινία σε φαντάσματα.
Όταν τελείωσα τη ανάγνωση της ιστορίας αισθάνθηκα θλίψη: όπως όλοι μας ακόμα και τα φαντάσματα ήθελαν να βλέπουν ταινίες. Ήταν φαντάσματα που ήθελαν να ονειρεύονται: πλήρωσαν με τα τελευταία χρήματα που είχαν για να αγοράσουν όνειρα, ότι δηλαδή είναι μια ταινία. Όταν παρακολουθείς μια ταινία, αν παρατηρήσεις τους ανθρώπους γύρω σου θα δεις ότι η συμπεριφορά τους είναι όπως αυτή των φαντασμάτων: σηκώνουν τα κεφάλια τους για να κοιτάξουν τις κινούμενες εικόνες μπροστά τους. Το σινεμά είναι από μόνο του όπως ένα φέρετρο με σώματα που είναι ακίνητα σαν να ‘ναι μαγεμένα. Οι κινούμενες εικόνες στην οθόνη είναι καταγραφές από την κινηματογραφική κάμερα γεγονότων που έχουν ήδη συμβεί: είναι απομεινάρια του παρελθόντος που συνδέθηκαν και ονομάσθηκαν ταινία. Σ’ αυτή τη σκοτεινή αίθουσα φαντάσματα παρακολουθούν φαντάσματα.
Αισθάνθηκα το ίδιο το προηγούμενο μήνα όταν είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ ένα κινηματογράφο τέχνης στην Ταϊπέϊ που λέγεται Spot Cinema. Τον διευθύνει ένας πολύ γνωστός σκηνοθέτης, ένας «Θεός», ο Hou Hsiao- Hsien (3) και υποστηρίζεται από την κυβέρνηση που έχει παραχωρήσει τους χώρους. Η διακόσμηση μέσα είναι θαυμάσια. Υπάρχει ένα βιβλιοπωλείο, ένα κατάστημα που πουλά DVD, ένα εστιατόριο και ένα καφέ που λέγεται Cafe Lumiere. Σε διάφορες γωνίες σαν διακόσμηση υπάρχουν φωτογραφίες από τις ταινίες του Hou. Πάνω από τις σκάλες υπάρχει μια ασπρόμαυρη φωτογραφία ενός άνδρα που καβαλά μια μοτοσικλέτα μ’ ένα κορίτσι να κάθεται από πίσω του: σκηνή από μια από τις κλασσικές του ταινίες (4). Ο ξεναγός μας ήταν ένας άνδρας που είχε προ πολλού μπει στη μέση ηλικία. Μας έδειξε την εικόνα του νεαρού άνδρα στη μοτοσικλέτα και μας είπε ότι ήταν μαζί στην ίδια τάξη στο σχολείο. Συγκινήθηκα ακούγοντας τον. Σε λίγα χρόνια όλοι όσοι βρισκόμαστε εδώ θα έχουμε γίνει φαντάσματα. Ο μεσήλικας που μας ξεναγούσε φορούσε γυαλιά και ήδη είχε γκρίζα μαλλιά, όμως ο φίλος του στην φωτογραφία για πάντα θα παρέμενε στην ίδια ηλικία.
Μας αρέσει να κοιτάζουμε φαντάσματα, και σαν από ένστικτο θέλουμε να μπαίνουμε σε σκοτεινές αίθουσες. Μας συναρπάζει το ενδεχόμενο να ακούσουμε ιστορίες που να προέρχονται από αυτό το φως μέσα στο σκοτάδι. Είναι σαν να επιστρέφουμε στην κοιλιά της μητέρας μας, βρίσκοντας εκεί καταφύγιο. Όπως συνέβαινε και στην διάρκεια του πολέμου στο Λάος: όταν οι άνθρωποι που ζούσαν στο μονοπάτι του Χο Τσι Μινχ (Ho Chi Minh), το μονοπάτι που έφτιαξαν οι κομμουνιστές για να στέλνουν εφόδια στους Βιετκόνγκ στο νότιο Βιετνάμ, δεχόταν επίθεση με βόμβες φωσφόρου κατά την διάρκεια αεροπορικής επιδρομής και βρίσκανε καταφύγιο σε μια σπηλιά. Μέσα εκεί εκατοντάδες απ’ αυτούς σκοτώθηκαν από δηλητηριώδη αέρια. Η σπηλιά πιθανόν να είναι ακόμα γεμάτη με οστά μικρών παιδιών αλλά και ενηλίκων. Εάν πας τώρα να τη επισκεφθείς ίσως δεις αληθινά φαντάσματα. Δεν χρειάζεται καθόλου να δεις μια ταινία.
[απόσπασμα από κείμενο του Απιτσατπόνγκ Ουερασεθακούλ (Apichatpong Weerasethakul). Η αγγλική του μετάφραση δημοσιεύθηκε στην ομώνυμη έκδοση σε επιμέλεια James Quandt (FilmmuseumSynema Publikationen, Βιέννη 2009). Απόδοση Δημήτρης Μπάμπας]
(η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Το Δένδρο Νο 177-178)
1 Βορειανατολική επαρχία της Ταϊλάνδης (σ.τ.μ.)
2 Τελικά η ταινία γυρίστηκε με τον τίτλο The Screen at Kamchanod (2008) σε σκηνοθεσία Songsak Mongkolthong.
3Hou Hsiao- Hsien (1947) Ταϊβανός σκηνοθέτης, θεωρείται από τους πιο σημαντικούς στο παγκόσμιο κινηματογραφικό τοπίο. Επιλεγμένη Φιλμογραφία: A City of Sadness (1989) Χρυσός Λέων, The Puppetmaster (1993) Βραβείο επιτροπής Φεστιβάλ Καννών , Good Men, Good Women (1995), Flowers of Shanghai (1998), Millennium Mambo (2001), Cafe Lumiere (2003), Three Times (2005), The Flight of the Red Balloon (2006)
4 Σκηνή από την ταινία Goodbye South, Goodbye (1996). Πρωταγωνιστεί ο γεννημένος το 1958 ταϊβανός ηθοποιός Jack Kao.