leigh.jpg
Ο διάσημος συγγραφέας παρουσιάζει το νέο έργο του στο Λονδίνο

του Matt Wolf /International Herald Tribune

Δεν περιμένεις από κάτι που ονομάζεται «Grief» («Θλίψη») να περιέχει μεγάλες δόσεις γέλιου και δεν αποκαλύπτω κανένα μυστικό αν πω ότι το καινούργιο θεατρικό έργο του Μάικ Λι (Mike Leigh) είναι ποτισμένο με τη λέξη του τίτλου του. Υπάρχει όμως κάτι που δεν είχα προβλέψει πριν από την πρεμιέρα (στη σκηνή Cottesloe του Εθνικού Θεάτρου) του τελευταίου έργου του θεατρικού συγγραφέα και κινηματογραφιστή, ο οποίος έχει μεταξύ άλλων στο ενεργητικό του ταινίες όπως οι «Βέρα Ντρέικ», «Μυστικά και ψέματα» και «Ο γυμνός». Η «Θλίψη» αφήνει αρκετό χώρο στο χιούμορ, ιδιαίτερα χάρη σε ένα τρίο ερμηνευτών δεύτερων ρόλων που η ζωντάνια και το μπρίο τους ελαφραίνουν τη βαριά ατμόσφαιρα ώς ένα σημείο.
Ωστόσο, ακόμα και όταν κάνει παράκαμψη προς την ιλαρότητα, το τοπίο του έργου είναι αναμφίβολα μελαγχολικό, δίνοντας την αίσθηση ότι ακόμα και οι πιο σπινθηροβόλοι άνθρωποι μπορούν να είναι καταστροφικοί με τον δικό τους τρόπο.
Η κεντρική ηρωίδα του έργου, η Ντόροθι (Λέσλι Μάνβιλ), είναι μια χήρα στο Λονδίνο του 1957, η οποία φαίνεται να έχει θάψει την όρεξή της για ζωή μαζί με τον σύζυγο που έχασε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μένει σε ένα καλοσυγυρισμένο σπίτι, άχρωμο όσο και πεντακάθαρο, και αποκαλεί πάντα «αγάπη μου» την μονίμως κατσούφα έφηβη κόρη της, τη Βικτόρια.
Πέρα από εκδηλώσεις τρυφερότητας αυτού του είδους, μητέρα και κόρη βρίσκονται αιχμάλωτες σε μια καθοδική έλικα μνησικακίας, ακατανοησίας και πόνου που δεν μπορούν να μοιραστούν. Είναι χαρακτηριστικό, για παράδειγμα, ότι η Ντόροθι εμποδίζει τη Βικτόρια να πιει ένα ποτήρι τσέρι που θέλει να την κεράσει ο Εντουιν (Σαμ Κέλι), ο μεγαλύτερος αδελφός της Ντόροθι και αγαπημένος θείος του κοριτσιού.
Κοινή ζωή
Ο καιρός περνάει και η εσωστρεφής Βικτόρια γίνεται 16 χρόνων, οπότε μπορεί δικαιωματικά να πιει ένα τσέρι. Μόνο που τώρα όχι μόνο δεν θέλει να πιει αλλά είναι αποφασισμένη να εμποδίσει οτιδήποτε θα έδινε γιορταστική ατμόσφαιρα στα γενέθλιά της. Οταν φτάνουμε στο τέλος του έργου, ακόμα και μια φαινομενικά ευχάριστη φράση, όπως το «Γεια σου, μαμά», μοιάζει με συναισθηματικό πιστόλι έτοιμο να πυροβολήσει. Η «Θλίψη» χρονογραφεί την κοινή ζωή της μητέρας και της κόρης και το χάσμα ασυνεννοησίας που τις χωρίζει. Ο σύζυγος που η Ντόροθι έχασε τόσο πρώιμα, ώστε να μην προλάβει να τον γνωρίσει η ίδια η κόρη του, είναι ένας μόνο από τους λόγους που η Βικτόρια δεν μπορεί να κατανοήσει το μόνιμο αίσθημα απώλειας που βιώνει η μητέρα της.
Ο κοινωνικός μικρόκοσμος του έργου -απρόσμενος, καθώς ο Μάικ Λι συνήθως ασχολείται με κοινωνικές ομάδες ένα ή δύο σκαλοπάτια χαμηλότερα στην ταξική κλίμακα- θυμίζει το κοινωνικό και συναισθηματικό πεδίο που άλλοτε καλλιεργούσε ο Τέρενς Ράτιγκαν, του οποίου φέτος εορτάζεται η εκατονταετηρίδα. Οπως ίσχυε και για τον Ράτιγκαν, η ευγένεια δεν εγγυάται την ευτυχία για τους ήρωες του Μάικ Λι, οι οποίοι διεκτραγωδούν την παρακμή των καλών τρόπων λες και η ευγένεια από μόνη της θα μπορούσε να θεραπεύσει το άγχος και τη δυσθυμία τους.
Δομημένη σε μια σειρά σύντομων σκηνών που καλύπτουν τη δίωρη διάρκεια της παράστασης χωρίς διάλειμμα, η «Θλίψη» συχνά εμφανίζει επαναλήψεις που εύκολα υποθέτει κανείς ότι είναι ηθελημένες. Σχεδόν κάθε συνάντηση με τη Βικτόρια τελειώνει με τη νεαρή κοπέλα να βγαίνει από το δωμάτιο αφήνοντας πίσω της μια αναστάτωση που η ίδια δεν έχει συνειδητοποιήσει.
Πολλές από τις πιο σύντομες σκηνές φαίνεται να υπάρχουν για να εκθέσουν τους ήρωες σε έναν ειρωνικό σχολιασμό. Η Ντόροθι και ο Εντουιν έχουν τη συνήθεια να τραγουδούν πότε πότε μαζί, αλλά η δραματουργική χρησιμότητα αυτής της συνήθειας αποκαλύπτεται όταν έρχεται η στιγμή να τραγουδήσουν το «Smile» («Χαμογέλα ακόμα κι όταν η καρδιά σου πονάει»), τραγούδι τόσο φανερά ταιριαστό με την ψυχική διάθεση των ηρώων.
Δεύτεροι ρόλοι
Υπάρχουν αρκετές στιγμές κωμικών «πρώτων βοηθειών» στο έργο. Τις διεκπεραιώνουν επάξια η Μάριον Μπέιλι και η Γουέντι Νότινχαμ, που ερμηνεύουν δυο κουτσομπόλες φιλενάδες της Ντόροθι, καθώς και ο Ντέιβιντ Χόροβιτς, στον ρόλο ενός καλόκαρδου γιατρού και φίλου ο οποίος φλυαρεί συνεχώς για τις αρρώστιες των πελατών του στα προάστια του νοτιοδυτικού Λονδίνου: «Εχω μια ισχιαλγία στο Στρόμπερι Χιλ». Εκείνος όμως που δίνει τον κορυφαίο συνδυασμό χιούμορ και θλιμμένης παραίτησης είναι ο Σαμ Κέλι, ο θείος Εντουιν, όταν πληροφορείται ότι το κάπνισμα της πίπας μπορεί να τον σκοτώσει. «Αλήθεια, μπορεί;» απαντάει, και αμέσως νιώθεις ότι πιθανόν να το εύχεται.

 

 


H KAΘHMEPINH 16-10-2011