tsavel4.jpg
Η ιστορία του ελληνικού σινεμά από τον καθηγητή Βρ. Καραλή

Της Μαρίας Κατσουνάκη

Ο Βρασίδας Καραλής θα μπορούσε να είναι απλώς η περίπτωση ενός ακόμη Ελληνα που διαπρέπει στο εξωτερικό, κρατώντας διακριτικές αποστάσεις από τη χώρα του, αν δεν φρόντιζε μέσα στα 25 χρόνια της απουσίας του να θεμελιώσει μια ισχυρή, γόνιμη σχέση με τον ελληνικό πολιτισμό. Με σπουδές φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, διδασκαλία νεοελληνικών στην Ολλανδία, είναι εδώ και δυόμισι δεκαετίες εγκατεστημένος στο Σίδνεϊ.
(...)
Προΐσταται του τμήματος νεοελληνικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ (από τα πιο διακεκριμένα παγκοσμίως) και είναι καθηγητής στην έδρα των European Cultural Studies. Διδάσκει Ιστορία της Τέχνης (Βυζαντινή, Μεσαιωνική και Νεοελληνική), Ιστορία της Φιλοσοφίας και Ιστορία του Κινηματογράφου. Η τελευταία αυτή ιδιότητα προκάλεσε και τη συνάντησή μας στην Αθήνα, όπου βρέθηκε πριν από λίγο καιρό.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε στην Αυστραλία και την Αμερική το βιβλίο του «A History of Greek Cinema» από τις εκδόσεις Continuum. Μέσα σε 380 σελίδες διατρέχει την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου από τα τέλη του 19ου αιώνα έως τις αρχές του 2011, μιλώντας παράλληλα για την ελληνική κοινωνία και την πολιτική ιστορία. «Ο κινηματογράφος λειτούργησε στην Ελλάδα ως παράγοντας κοινωνικής συνοχής. “Μιλούσε”, στη συντριπτική πλειοψηφία των ταινιών, εκ μέρους της κοινωνίας», σχολιάζει.
tsavel1.jpg(...)
Ιστορική διαδρομή
Η συζήτησή μας ξεκινάει με μια γενική παρατήρηση: «Παρότι η ελληνική αγορά είναι μικρή, έχουν παραχθεί περίπου 5.000 ταινίες τα τελευταία 100 χρόνια». Ξεκινώντας την ιστορική διαδρομή του από τις πρώτες δεκαετίες, μνημονεύει την παραγνωρισμένη Μαρία Πλυτά («η “Εύα” της είναι ισάξια της “Στέλλας”»), τον Ζοζέφ Χεπ («από τις περιπτώσεις που δηλώνουν τον διεθνή χαρακτήρα του ελληνικού σινεμά»), τον Γαζιάδη («η “Αστέρω” είναι ένα εξαιρετικό έργο»), τον Ορέστη Λάσκο (το «Δάφνις και Χλόη» κοσμεί το εξώφυλλο του βιβλίου).
Θεωρεί τον Τζαβέλλα «τον Μπαλζάκ του ελληνικού σινεμά», αφιερώνει αρκετή ώρα στον Κακογιάννη, στο «Κορίτσι με τα μαύρα» και στη «Στέλλα»: «Πρώτος ο Κακογιάννης κινεί την κάμερα γύρω γύρω από την ηρωίδα, από το ανθρώπινο σώμα. Κάνει τη μορφή πρωταγωνιστή μέσα στο κοινωνικό δράμα. Μέχρι τότε η φωτογραφία στην Ελλάδα λειτουργούσε με τη βυζαντινή αισθητική, χωρίς προοπτική».
Από τη δεκαετία του ’50 δεν παραλείπει να αναφερθεί στις κωμωδίες της Γεωργίας Βασιλειάδη για τις οποίες πιστεύει «ότι είναι κοντά στο παράλογο και στον Σάμιουελ Μπέκετ». Από τη φιλμογραφία του Γιάννη Δαλιανίδη ξεχωρίζει την «Ιστορία μιας ζωής» με τη Ζωή Λάσκαρη.
«Ο θάνατος του Φίνου το ’77 και η ανάληψη όλων των αρμοδιοτήτων από το Κέντρο Κινηματογράφου έφερε, στη δεκαετία του ’80, τον ελληνικό κινηματογράφο σε παρακμή», παρατηρεί. «Εγινε εσωστρεφής, αυτοαναφορικός, ναρκισσιστικός, ομφαλοσκοπικός. “Ανοίγει” πάλι στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Το “Βλέμμα του Οδυσσέα”, του Θ. Αγγελόπουλου, το 1995, δείχνει ουσιαστικά την κατάρρευση των εθνικών συνόρων.
Η δεκαετία του 2000 εκφράζει την κρίση που υπήρχε στην ελληνική κοινωνία. Η “Επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά” του Πάνου Κούτρα (1999) δίνει αυτό το στίγμα. Ειδικά μετά τους Ολυμπιακούς ξεφουσκώνει ο επίπλαστος ευδαιμονισμός. Τα τελευταία τρία χρόνια υπάρχει αυτό που αποκαλούμε the weird wave (το αλλόκοτο, παράξενο κύμα) του ελληνικού κινηματογράφου».
greek8.jpgΟι αναφορές σε ονόματα και ταινίες είναι πολλές, ξεχωρίζει σκηνοθέτες και τάσεις (ειδική η αναφορά στον Κωνσταντίνο Γιάνναρη). Ποιο είναι το βασικό πρόβλημα; «Το σενάριο. Χωρίς οικονομία και λιτότητα, με απέραντους διαλόγους. Τα ελληνικά σενάρια δεν φτιάχνουν χαρακτήρες. Νομίζω ότι είναι ανθρωπολογικό έλλειμμα.
Επειδή η ελληνική κοινωνία ήταν πάντα μια κοινωνία σε κρίση με ένα κέντρο που διαρκώς κατέρρεε, δεν έχουμε φτιάξει άξονες “εαυτού”. Γι’ αυτό δεν έχουμε δημιουργήσει χαρακτήρες. Η Φραγκογιαννού και ο Αλέξης Ζορμπάς νομίζω ότι είναι οι πιο δομημένοι χαρακτήρες. Πιστεύω ότι η νέα γενιά, μετά το 2006, έχει αποκαταστήσει τη μυθοποιητική ικανότητα του ελληνικού κινηματογράφου».
Η συζήτηση για το βιβλίο θα ήταν ατελής αν δεν στεκόμαστε στο «κεφάλαιο» Θόδωρος Αγγελόπουλος. Ο Βρασίδας Καραλής γράφει ότι είναι «ο πλέον αμείλικτος καινοτόμος της κινηματογραφικής τέχνης, ένας σκηνοθέτης που είχε το θάρρος να αναδιαρθρώνει το ύφος του, να δοκιμάζει νέες οπτικές γωνίες και να αρθρώνει νέες αισθητικές προτάσεις, σε βαθμό που δεν έχει μελετηθεί ακόμη επαρκώς. Είναι ο σκηνοθέτης του οποίου ό,τι έχει επικριθεί στα έργα του, ίσως τελικά να αποτελεί τη μεγαλύτερη συμβολή του στον παγκόσμιο κινηματογράφο».

[αποσπάσματα από άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφ. H KAΘHMEPINH 26-02-12]