(για τις ταινίες του Hal Hartley)
“Οι λέξεις μπορούν να είναι δράση”
Hal Hartley
Επηρεασμένος από την πρώτη περίοδο του Ζαν Λυκ Γκοντάρ/ Jean-Luc Godard, αλλά και από το θεατρικό λόγο και τη δραματουργία του Μπέρλοτ Μπρέχτ, ο Hal Hartley κάνει ένα σινεμά επιγονικό των ιδεών και των μορφών, που κυριάρχησαν στην δεκαετία του 60 και 70. Το έργο του συνεχίζει, με συνέπεια και επιμονή, μια παράδοση ελάχιστα δημοφιλή στους υπεύθυνους των χολιγουντιανών στούντιο: την παράδοση ενός σινεμά του δημιουργού. Στις τρεις πρώτες ταινίες του, που είχαμε την ευκαιρία να δούμε στο 34ο Φεστιβάλ Θεσ/νίκης -The Unbelievable Truth (1989), Trust (1990), Simple Men (1992)- μπορούμε να σημειώσουμε ενότητα νοημάτων, σημασιών και ύφους, έμμονες ιδέες και τέλος ένα σκηνοθετικό βλέμματος.
Τόπος και χώρος των ταινιών του Hal Hartley είναι η Αμερική των μεσοαστικών προαστίων, ένας κόσμος απόμακρος, ελάχιστα γοητευτικός για το χολιγουντιανό σινεμά, αφού δεν διαθέτει ούτε τις εντάσεις των πολύβουων και λαμπερών αστικών κέντρων, ούτε τις έντονες κοινωνικές αντιθέσεις των γκέτο. Η δυναμική αυτού του χώρου καθορίζει, τόσο το πλαίσιο της δράσης, όσο και τις νοηματικές αντιθέσεις της δραματικής πλοκής: είναι αδράνεια του χώρου, η ατμόσφαιρα νωχέλειας που αντιπαρατίθεται στην ανησυχία των προσώπων, είναι βραδύτητα των ρυθμών ζωής που αντιδιαστέλλεται με τη διανοητική εγρήγορση των ηρώων, είναι τέλος η εικόνα μιας επίπλαστης ηρεμίας, που βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με τις υπόγειες εντάσεις της δραματουργίας.
Πηγή όλων των εντάσεων, αλλά και πόλος γύρω από τον οποίο οργανώνεται η δραματική πλοκή, είναι η οικογένεια -μία μάλλον τυπική αμερικάνικη εμμονή. Όντας ένας μηχανισμός καταπίεσης, λειτουργεί κατασταλτικά απέναντι στα νεαρά της μέλη, επεμβαίνει δυναμικά στο προσωπικό τους χώρο, επιχειρεί να ελέγξει συμπεριφορές και στάσεις ζωής. Είναι νομίζουμε προφανές από τα παραπάνω ότι τα κεντρικά πρόσωπα των ταινιών βρίσκονται σε δυσαρμονία με το οικογενειακό τους περιβάλλον, μια δυσαρμονία που είναι παράλληλη με μια άρνηση του κοινωνικού κομφορμισμού. Το ανδρικό πρόσωπο (1) -απόμακρο και σε κατάσταση εσωτερικής ισορροπίας- αντιδρά επιθετικά στο διάχυτο κομφορμισμό μέσα από μια ενσυνείδητη απόρριψη των κατεστημένων αξιών. Άρνηση, που για τα γυναικεία πρόσωπα είναι μάλλον ενστικτώδης και ασυνείδητη -ενώ και αυτά αναζητούν επίμονα ένα ρόλο που να αρνείται τις κοινωνικές συμβάσεις, ψηλαφούν τα σημεία ισορροπίας σ’ ένα ασταθή κοινωνικό περίγυρο, τελούν σε μια κατάσταση εσωτερικής αναζήτησης.
Καθώς θεματική των ταινιών του είναι αυτής της ερωτικής προσέγγισης, η κυρίαρχη αντίθεση στο επίπεδο των χαρακτήρων στις ταινίες του Hal Hartley είναι Άνδρας-Γυναίκα. Αντίθεση που ως βάση της δεν έχει κάποιο αγώνα κυριαρχίας ή κατάκτησης, αλλά που στηρίζεται στην ασυμφωνία και το ασύμπτωτο (2). Ένα ασύμπτωτο όμως που αίρεται στην διάρκεια του φιλμικού χρόνου, μέσα από την εμπιστοσύνη και κατανόηση -δυο λέξεις που ορίζουν την ερωτική προσέγγιση. Ο κοινός τόπος των χαρακτήρων, ο χώρος της ερωτικής προσέγγισης είναι η αγνότητα και η παρθενικότητα -ιδιότητες που έχουν τα πρόσωπα, καθώς δεν έχουν διαφθαρεί από το κυνισμό του περίγυρου, δεν έχουν αναζητήσει τη διέξοδο στο συμβιβασμό.
Εκδοχή του ασύμπτωτου στο οποίο αναφερθήκαμε προηγουμένως είναι οι διάλογοι (ή μονόλογοι) των ταινιών: ερωτήσεις που τίθενται και οι απαντήσεις που αιτούνται, κυριαρχούν στον φιλμικό χρόνο. Αυτή η σκηνοθετική εμμονή στο διάλογο -ευρηματικός και με χιούμορ- κάνει όλη τη δραματική πλοκή να υποστηρίζεται από τις λέξεις. Έτσι οι λέξεις -πέρα από τη μεταφορά νοημάτων και σημασιών αλλά και τη δήλωση των πολιτισμικών επιρροών (από τη λογοτεχνία) του σκηνοθέτη - αποκτούν τη βαρύτητα και τη καθαρότητα μιας δραματικής χειρονομίας, συμπυκνώνοντας όλη την ένταση της δραματικής πλοκής και αποτελώντας διακριτό σημείο μέσα στον χάρτη της μυθοπλασίας.
Δημήτρης Μπάμπας
1 Συνήθως είναι ο Μάρτιν Ντόνοβαν, alter ego του σκηνοθέτη.
2 Ασύμπτωτο, που αναφέρεται, όχι στην ηθική θέση των προσώπων, αλλά στην προκατάληψη και στην αδυναμία επικοινωνίας.