castle2.jpg

Στη σύγχρονη εποχή της παγκοσμιοποίησης και των κάθε λογής εμπορικών-ή-μη συγχωνεύσεων, όλοι μας σαφώς γνωρίζουμε ότι τα ηνία της κινηματογραφικής διασκέδασης, κρατιόνται από ελάχιστες μεγάλες εταιρίες που δε θα ήταν υπερβολή αν ισχυριζόμασταν, ότι σχεδόν μονοπωλούν το χώρο της 7ης τέχνης.Τώρα λοιπόν, προσπαθήστε για λίγο να ξεχάσετε τη σύγχρονη πραγματικότητα, και να μεταφέρετε τη σκέψη σας στη δεκαετία του 60. Τότε, ένα τελείως διαφορετικό σκηνικό επικρατούσε. Αμέτρητοι σκηνοθέτες και ανεξάρτητες εταιρίες παραγωγής, κονταροχτυπιόντουσαν αλύπητα για μια θέση στο box-office. Τα υπέρογκα ποσά που ξοδεύουν τα σύγχρονα στούντιο για να προβάλουν τις νέες τους ταινίες, ήταν κάτι το εξωπραγματικό εκέινη την εποχή. Νικητής στην κούρσα της προβολής, δεν ήταν αυτός που ξόδευε τα περισσότερα (καθώς το ούτως-ή-άλλως πενιχρό budget ξοδευόταν στην ταινία), αλλά αυτός που είχε περισσότερη φαντασία από τους ανταγωνιστές του.
Το όνομα που διακρίθηκε σε αυτόν τον άτυπο στίβο μάχης, ήταν αναμφισβήτητα αυτό του σκηνοθέτη William Castle. O φιλμικός όρος του ‘τεχνάσματος’ (ή ελληνιστί ‘gimmick’), έμελε να συνδεθεί άριχτα με το όνομα του.Όντας μόλις 13, και παρακολουθόντας μια θεατρική παράσταση του ‘Δράκουλα’, με πρωταγωνιστή τον αθάνατο Bela Lugosi, συνειδητοποίησε ότι σκοπός της ζωής του ήταν να τρομάζει τους ανθρώπους. Εξού και ο τίτλος της αυτοβιοβραφίας του: “I want to scare the pants off America ! ”.
Θα ήταν αδικία να προβάλουμε τη φιγούρα του Castle, ως έναν ‘κακό’ σκηνοθέτη , ή ως έναν εναλλακτικό Ed Wood. Σαφώς επίσης δεν θα τον χαρακτήριζε και η ονομασία του ‘καιροσκόπου’ (στο στυλ του H.G. Lewis), που εκμεταλεύτηκε τον κινηματογράφο του τρόμου για να βγάλει γρήγορα λίγα δολάρια. Ο Castle ήταν ένας σκηνοθέτης, οπωσδήποτε άνω του μετρίου, που προσπαθούσε να συνδιάσει το τερπνόν μετά του ωφελίμου. ‘Σύμφωνοι λοιπόν !’ έμοιζε να λέει. ‘Θα κάνω το κέφι μου, αλλά όχι χωρίς να βγάλω και λεφτά’ !
castle1.jpgΑποκτώντας μια μικρή εμπειρία του θεατρικού γίγνεσθαι, όντας βοηθός στο θίασο του Orson Welles, αποφάσισε το 1942 να κάνει το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με την ταινία ‘The chance of a lifetime’. Οι κριτικοί όμως δεν μοιράστηκαν τον ενθουσιασμό του και κυριολεκτικά ‘έθαψαν΄ την ταινία. Το επόμενο έργο του, ‘The Whistler’ πήγε σαφώς καλύτερα, αλλά και πάλι δεν αρκούσε ώστε να κάνει τη διαφορά για τον Castle. Έχοντας πλέον αρχίσει να μαθαίνει το κινηματογραφικό παιχνίδι, αποφάσισε να αναβαθμίσει το ρόλο του στον κορεσμένο χώρο του show-business, χρησιμοποιώντας πιο ευφάνταστους τρόπους.
Το 1958, ήταν μια χρονιά ορόσημο στην καριέρα του. Αναλαμβάνοντας παράλληλα με τα σκηνοθετικά του καθήκοντα, το δύσκολο ρόλο του παραγωγού, σκηνοθέτησε την ταινία ‘Macabre’. Γυρισμένη σε εννέα μόλις ημέρες, έμελλε να εξαφανιστεί στο σωρό των φτηνών ταινιών τρόμου που κατέκλυζαν την αγορά. Όμως ο δαιμόνιος παραγωγός είχε έναν κρυφό άσσο στο μανίκι του. Ερχόμενος σε συνεννόηση με μία από τις πιό αξιόπιστες ασφαλιστικές εταιρίες στον κόσμο, τους γνωστούς ‘Lloyds του Λονδίνου’, πέτυχε να ασφαλίσει επισήμως τη ζωή των δυνάμει θεατών του, έναντι του ποσού των 1000 δολαρίων ! Όποιος λοιπόν ‘πέθαινε από τρόμο’ κατά τη διάρκεια της προβολής, τουλάχιστον δε θα ήταν τελείως χαμένος ! Χαρακτηριστική ήταν η στάση των –πάντα τυπικών- εκπροσώπων των Lloyds : ‘Πόσοι ακριβώς πιστεύετε να χάσουν τη ζωή τους, βλέποντας το έργο σας ;’ λέγεται ότι τον ρώτησαν. Ο Castle γέλασε και αποκρίθηκε : ‘Μα… κανείς ! Το κάνω απλά για τη δημοσιότητα.’. Οι Lloyds όμως επέμεναν ότι ένα πλήθος, της τάξης των 25 θανάτων ήταν ‘αναμενόμενο’ (!!!), και επέμεναν να τον τιμολογήσουν ανάλογα. Τελικά κατόπιν έντονων διαβουλεύσεων, οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι κατά μέσο όρο, 5 άνθρωποι αναμενόταν να ‘χάσουν τη ζωή τους’ παρακολουθώντας το έργο και έτσι επήλθε συμβιβαστική λύση στο ασφάλιστρο που καλείτο να πληρώσει ο Castle ! Με ένα πρόσθετο κόστος της τάξης των 5000 δολαρίων, και έχοντας πίσω του ένα σοβαρό όνομα όπως οι Lloyds, ο Castle κατέστρωσε και διεκπαιραίωσε ένα από τα πιο επιτυχημένα ‘τεχνάσματα’ στην ιστορία του κινηματογράφου. Η ταινία, έχοντας κοστίσει περί τα 90.000 $ απέφερε εισπράξεις της τάξης των 5 εκ. δολαρίων ! Η αναλογία κόστους/κέρδους ήταν κάτι παραπάνω από ικανοποιητική, και αυτό ήταν μόνο η αρχή …
castle3.jpgΗ επόμενη ταινία του, ήταν το ‘House on the Haunted Hill’, το 1957. Έχοντας στη διάθεσή του λίγο περισσότερα χρήματα, χάρη στην επιτυχία του ‘Macabre’, μπόρεσε να προσλάβει τον βετεράνο Vincent Price, στο ρόλο ενός εκκεντρικού οικοδεσπότη, που προσφέρει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό, σε μια ανομοιογενή παρέα καλεσμένων, προκειμένου να περάσουν μια νύχτα στην έπαυλή του, χωρίς να χάσουν τη ζωή τους !
Η παρουσία και μόνο, του Price, ήταν αρκετή στο να κάνει την ταινία επιτυχία, μα ο ανήσυχος Castle σκαρφίστηκε ένα νέο τέχνασμα’ : To ‘Emergo’ ! Σε μία από τις σκηνές έντασης προς το τέλος της ταινίας, μια θηλυκή ύπαρξη απειλείτο από έναν κινούμενο σκελετό ! Ξαφνικά, και ενώ μέσα στην αίθουσα η αγωνία θα κορυφωνόταν, ένας πλαστικός φωσφορίζον σκελετός τεσσάρων μέτρων, θα έκανε την εμφάνισή του πάνω από την οθόνη προβολής, κατατρομάζοντας (;) τους ανυποψίαστους θεατές ! Δεν είναι απολύτως βέβαιο το κατά πόσο ο αιωρούμενος σκελετός ‘τρόμαξε’ τους θεατές, αλλά είναι σίγουρο ότι η ταινία, χάρη σε αυτό το τέχνασμα, συζητήθηκε όπου και αν προβλήθηκε και στάθηκε άλλος ένας εισπρακτικός θρίαμβος για τον ανερχόμενο Castle. Για την ιστορία, αναφέρουμε ότι το ‘τέχνασμα’ ήταν ολίγον-τι ακριβούτσικο για τους ιδιοκτήτες των αιθουσών και έτσι πολλοί επαρχιακοί ή άλλοι μικρότεροι κινηματογράφοι, πρόβαλαν την ταινία χωρίς τη διαδικασία του ‘Emergo’ (από το αγγλικό ρήμα ‘emerge’ που σημαίνει ‘αναδύομαι’). Αξιομνημόνευτο επίσης είναι το γεγονός ότι πολλοί θεατές που γνώριζαν για την μικρή ‘έκπληξη’ που τους περίμενε, έρχονταν στον κινηματογράφο ‘εφοδιασμένοι’, και τη στιγμή της εμφάνισης του σκελετού, επιδίδονταν σε μια φρενήρη ρίψη αντικειμένων (από κουτάκια αναψυκτικών μέχρι πέτρες !), με απόλυτο σκοπό, να καταφέρουν να ‘ρίξουν’ τον σκελετό ! Οι δε σκελετοί, είχαν την ευκαιρία να ‘εκδικηθούν’, όταν σε πολλές περιπτώσεις, η πετονιά που τους συγκρατούσε έσπαξε από το υπερβολικό βάρος και αυτοί προσγειωνόντουσαν στο ... κεφάλι των άτυχων θεατών !
castle4.jpgΕμείς με τη σειρά μας οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι οι άνθρωποι που σύχναζαν τότε στους κινηματογράφους, ήξεραν σαφώς να διασκεδάζουν ! Ο κόσμος πλέον γνώριζε τι μπορούσε να περιμένει όποτε άκουγε το όνομα Castle. Μια ικανοποιητική ταινία και απίστευτα τεχνάσματα και happenings !
Παραμένοντας λοιπόν πιστός στην παράδοση που ίδιος δημιούργησε, την αμέσως επόμενη χρονιά, ‘ξαναχτύπησε’ με το ‘The tingler’ (που σημαίνει αυτός προκαλεί κνησμό). Το ‘τέχνασμα’ αυτή τη φορά ονομαζόταν ‘Percepto’ εκ του αγγλικού ‘perception’ που σημαίνει ‘αντίληψη’. Ύστερα από την επιτυχία της προηγούμενης ταινίας, στρατολόγησε πάλι τις υπηρεσίες του Vincent Price στον πρωταγωνιστικό ρόλο. O Price υποδυόταν ένα γιατρό που ανακαλύπτει την ύπαρξη του ‘Tingler’. Ενός ζωικού οργανισμού που μοιάζει με γιγάντιο σκουλήκι και είναι άριχτα συνδεδεμένο με το αρχέγονο συναίσθημα του φόβου. Σύμφωνα πάντα με την ταινία, το φοβερό αυτό πλάσμα, παίρνει σάρκα και οστά στις σπονδυλικές στήλες των ανθρώπων και τους προκαλεί φόβο, συνοδευόμενο από μια περίεργη αίσθηση φαγούρας στη πλάτη. Ο μόνος τρόπος για να θανατωθεί, είναι το θύμα να αρχίσει να ουρλιάξει από τον τρόμο. Τι γίνεται όμως αν το θύμα δεν ουρλιάξει ; Για να οδηγηθεί στη βαρυσήμαντη αυτή απάντηση, o Price αποφασίζει να πειραματιστεί με το ‘Tingler’ σε μια μουγκή γυναίκα ! Η απαραίτητη σκηνή της κλιμάκωσης του τρόμου βρίσκει τη γυναίκα να προετοιμάζεται για το βραδυνό της μπάνιο. Ενώ η ταινία ήταν ασπρόμαυρη, ξαφνικα η οθόνη πλημυρίζει από βαθύ κατακόκκινο χρώμα, οταν ένα χέρι αρχίζει να αναδύεται από το νερό, που στο μεταξύ έχει μετατραπεί σε αίμα.
Ήδη αυτή η σκηνή από μόνη της ήταν αρκετή στο να τραντάξει το τρομαγμένο κοινό, αλλά ο Castle τους επιφύλασε μιά πιο ‘τρανταχτή’ έκπληξη, με τη μορφή του ‘Percepto’. Πριν από την έναρξη της ταινίας, σε ορισμένες θέσεις είχαν τοποθετηθεί μηχανισμοί, που με τηλεχειρισμό μπορούσαν να δημιουργήσουν μια μικρή ηλεκτρική εκκένωση, η οποία στην πλάτη των ‘θυμάτων’, έμοιαζε με μια μικρή ‘φαγούρα’ ! Σε κάποια φάση της ταινίας, το ‘Tingler’ υποτίθεται ότι εισβάλει σε μια κινηματογραφική αίθουσα. Η ταινία σταματάει, και εμφανίζεται ο Vincent Price, παρορμόντας τους θεατές να προφυλακτούν, γιατί το ‘Tingler’ κυκλοφορεί ανάμεσά τους ! Αυτό ήταν και το σήμα για τον ιδιοκτήτη της αίθουσας, να ενεργοποιήσει τον μηχανισμό. Είναι απόλυτα αντιληπτό, πως όσοι θεατές αισθάνονταν τη ‘φαγούρα’ εκείνη την επίμαχη στιγμή, όντας φορτισμένοι από τον μύθο του ‘Tingler’, ξέσπαγαν δίχως να το πολυσκεφτούν, σε απίστευτα ουρλιαχτά, τρομοκρατώντας όλους όσους βρίσκονταν μέσα στην αίθουσα !
Βεβαίως, όπως και με το ‘Emergo’, έτσι και με το ‘Percepto’, το υψηλό του κόστος εγκατάστασης, το καθιστούσε απαγορευτικό για τους μικρότερους κινηματογράφους, χωρίς όμως αυτό να μειώσει τα αμέτρητα εισιτήρια που έκοψε η ταινία. Μάλιστα ορισμένοι ιδιοκτήτες αιθουσών, ωθούμενοι από τον απαράμιλο ζήλο που χαρακτήριζε και τον ίδιο τον Castle, αμέσως μετά την εν λόγω σκηνή άναβαν τα φώτα, διέκοπταν την προβολή, και μετέφεραν έξω από την αίθουσα έναν υποτιθέμενο ‘πεθαμένο από τον τρόμο θεατή, ο οποίος εννοείται ότι ήταν απλά ένα μέρος του όλου κόλπου !
Ο Castle, έχοντας πάρει φόρα, κυκλοφορεί το 1960, τα ’13 Φαντάσματα’ (‘13 Ghosts’). Αυτή τη φορά, ‘χτυπάει’ με ΔΥΟ τεχνάσματα ! Ένα εντός, και ένα εκτός αίθουσας. Αγοράζει έναν, φερόμενο ως στοιχειωμένο, πύργο στη Γαλλία και ‘κόβει’ 20 εκατομμύρια κλειδιά, εκ των οποίων, μόνο το ένα ήταν πραγματικό ! Κάθε θεατής, μαζί με το εισιτήριό του, δικαιούτο και ένα κλειδί. Η κατάληξη απλή : Όποιος έβρισκε το αληθινό κλειδί, κρατούσε και τον πύργο ! Και μέσα στην αίθουσα ; Επίθεση κατά μέτωπο με το ‘Illusion-O’ (‘Ψευδαίσθηση’) ! Το τέχνασμα ήταν απλό. Η ταινία ήταν ασπρόμαυρη, εκτός από τα φαντάσματα που εμφανίζονταν με μπλε χρώμα. Κατά την είσοδό του στην αίθουσα, κάθε θεατής έπαιρνε ένα ζευγάρι ειδικά γυαλία, με έναν μπλέ και έναν κόκκινο φακό. Λίγο πρίν από κάθε σκηνή τρόμου, όπου εμφανιζόταν το εκάστοτε (μπλε) φάντασμα, υπήρχε μια οπτική προειδοποίηση. Ο θεατής είχε πλέον δύο επιλογές: Είτε να δεί τη σκηνή χρησιμοποιώντας τον μπλέ φακό, συνεπώς να μην μπορεί να διακρίνει το φάντασμα , είτε να χρησιμοποιήσει τον κόκκινο φακό, ώστε να το δεί ! Το τέχνασμα αυτό ήταν ιδιαίτερα φθηνό και αποδείχτηκε από τα πιο πετυχημένα του !
Το 1961, σειρά είχε η ταινία ‘Homicidal’ (‘Ανθρωποκτόνος΄).  Ήταν η εποχή που το ‘Ψυχώ’ του Χίτσκοκ έκανε θραύση. Ο Castle κλέβοντας το μοτίβο ‘ψυχοπαθής γυναίκα που στην πραγματικότητα είναι άντρας’ και αντιστρέφοντάς το, είχε ήδη έτοιμο το σενάριο της ταινίας. Το ‘τέχνασμα’ αυτή τη φορά, αν και λιγότερο εντυπωσιακό απ’όσο θα περίμενε κάποιος, είναι σίγουρα αξιομνημόνευτο: Περί ‘Fright Break’ λοιπόν ο λόγος, ή αλλιώς ‘Διακοπή Φόβου’ ! Λίγα λεπτά πριν το συγκλονιστικό φινάλε, η ταινία … διακόπτετο ! Από τα ηχεία του κινηματογράφου, ακουγόταν η φωνή του σκηνοθέτη, να λέει με στομφώδες ύφος στους θεατές, ότι όποιος φοβόταν υπερβολικά να παρακολουθήσει το τέλος, είχε 60 δευτερόλεπτα περιθώριο, να τρέξει στο ταμείο, να πάρει πίσω το αντίτιμο του εισιτηρίου του, όντας όμως παράλληλα υποχρεωμένος να αποχωρήσει από την αίθουσα και να χάσει το συγκλονιστικό φινάλε ! Η εταιρία που χρηματοδοτούσε την ταινία, θεωρούσε σίγουρο ότι όλοι θα εκμεταλεύονταν την ευκαιρία να πάρουν τα λεφτά τους πίσω, και ότι ο Castle το είχε πλέον παρακάνει !
castle5.jpgΗ ώρα της κρίσης ήρθε κατά την πρώτη δοκιμαστική προβολή της ταινίας. Είχαν προγραμματιστεί δύο παραστάσεις, και ο Castle με τους συνεργάτες του, θα επέβλεπαν τη δεύτερη προβολή, για να εξάγουν τα συμπεράσματά τους. Όταν ήρθε επιτέλους η ώρα της ‘Διακοπής Φόβου’, σχεδόν σύσσωμο το κοινό, αποχώρησε κατευθυνόμενο στα ταμείο να πάρει πίσω τα λεφτά του ! Προς στιγμήν, ο Castle έμοιαζε να έχει υποστεί μια ήττα ανευ προηγουμένου, ώσπου αποδείχτηκε ότι σχεδόν όλοι όσοι έφυγαν, είχαν ήδη δεί την πρώτη παράσταση, είδαν και τη δεύτερη, και εκμεταλευόμενοι το ‘τέχνασμα’, λίγο πριν το τέλος, προσπάθησαν να πάρουν πίσω τα χρήματα του εισιτηρίου τους ! Ο Castle ένοιωσε μια πρωτόγνωρη ανακούφιση και το όλο πρόβλημα τακτοποιήθηκε με την έκδοση διαφορετικού χρώματος εισιτηρίου για κάθε μία από τις δύο παραστάσεις. Μάλιστα για να είναι πλέον σίγουρος ότι κανείς δε θα τολμούσε να φύγει, υποχρέωνε τους ‘αποχορούντες’ να φύγουν από την αίθουσα από έναν ευδιάκριτο διάδρομο και να σταθούν για κάποιο χρόνο σε ένα σημείο που ονόμασε ‘Η γωνία των δειλών’ όπου πριν παραλάβουν πίσω τα χρήματά τους, έπρεπε να υποστούν τα ειρωνικά σχόλια και τα πειράγματα των υπόλοιπων θεατών και όλων των εργαζομένων στον κινηματογράφο ! Τον τρόμο πολλοί εβάσταξαν, τον εξευτελισμό όμως, ουδείς !
Η τελευταία ταινία του, στην οποία θα είχε την ευκαιρία να αποδείξει την τρομερή ευρηματικότητα που τον χαρακτήριζε, ήταν το ‘Mr. Sardonicus’ (1961). Ο ομώνυμος ‘κύριος’ (χρησιμοποιώ τη λέξη με τη χαλαρή έννοια του όρου), εκτός από το ότι είχε ένα πραγματικά αποκρουστικό πρόσωπο, δεν έχανε καμία ευκαιρία, προκειμένου να αποδείξει με τη συμπεριφορά του, πόσο σατανικός ήταν. Έτσι λοιπόν, λίγο πριν το τέλος, οι ίδιοι οι θεατές είχαν την ευκαιρία να κρίνουν την τύχη του Mr. Sardonicus, χάρη στο τέχνασμα του ‘Punishment Poll’ (‘Ψήφος Τιμωρίας’) ! Με την είσοδό τους στην αίθουσα, είχαν όλοι λάβει ένα καρτελάκι που απεικόνιζε έναν καρπό χεριού, με τη γροθιά σφιγμένη και τον αντίχειρα προτεταγμένο (κάτι σαν το νεύμα που έκανε το πλήθος, στους μονομάχους της αρχαίας Ρώμης, όταν έμελλε να αποφασίσει γιά την τύχη τους). Αφού λοιπόν οι θεατές είχαν δεί από πρώτο χέρι τι εστί Mr. Sardonicus, η ταινία διεκόπτετο, και στην οθόνη εμφανιζόταν η γνώριμη φυσιογνωμία του William Castle. Με τη σειρά του, ενημέρωνε τους θεατές, ότι έπρεπε να χρησιμοποιήσουν το καρτελάκι που τους είχε δωθεί, και να αποφασίσουν αν ο Sardonicus έπρεπε να ζήσει ή να πεθάνει. Υποτίθεται ότι βάσει του αποτελέσματος της ζωντανής ψηφοφορίας, ο χειριστής της μηχανής προβολής, θα έδειχνε και το ανάλογο τέλος της ταινίας ! Φυσικά η απόφαση ήταν πάντα ομόφωνη : Θάνατος ! Και φυσικά ο Castle, γνωρίζοντας εκ των προτέρων τις αντιδράσεις του κοινού, δεν μπήκε ποτέ στον κόπο (ή στο κόστος) να γυρίσει και δεύτερο τέλος ! Μερικές πηγές αναφέρουν, ότι ο Castle γύρισε όντως και ένα εναλλακτικό τέλος, αλλά κάτι τέτοιο δεν έχει, μέχρι και τις μέρες μας, επιβεβαιωθεί.
Λίγο πριν πεθάνει, εργάστηκε ως παραγωγός στον ‘Χορό των Βρυκολάκων’ (‘dance of the Vampire’) του Ρομάν Πολάνσκι, ενώ το 1974 γύρισε την τελευταία του ταινία με τίτλο ‘Bugs’. Το σενάριο είχε να κάνει με τεράστιες μεταλαγμένες κατσαρίδες. Σε μια προσπάθεια αναβίωσης του τεχνάσματος ‘Percepto’, ο Castle σκόπευε να εγκαταστήσει σε ορισμένες θέσεις σε κάθε κινηματογράφο, ειδικού μηχανισμούς, που θα δημιουργούσαν στο θεατή την ψευδαίσθηση, ότι κάτι περπατάει ανάμεσα στα πόδια του ! Το υπερβολικό όμως κόστος τοποθέτησης και παραγωγής τέτοιων συσκευών, τις κατέστησαν απλώς ιδέες στο ευφάνταστο μυαλό του δημιουργού τους.Ο Castle κατάφερε να αποκτήσει πολλούς φανατικούς οπαδούς, και χάρη στις ταινίες του, και χάρη στα πρωτότυπα τεχνάσματά του ! Γνώρισε αρκετά μεγάλη επιτυχία, και για πολλά ακόμα χρόνια, οι σκελετοί, τα γυαλιά και τα χαρτονάκια, θα συνεχίσουν να ανταλάσονται μεταξύ των συλλεκτών, έναντι αδρών χρηματικών ποσών !

Κωνσταντίνος Κυρίμης [Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]