(μια συνέντευξη του Charlie Chaplin)
Το 1966 ο Charlie Chaplin έδωσε μια συνέντευξη στον Richard Meryman. Η συνέντευξη αυτή είχε ένα χαρακτήρα απολογιστικό, καθώς ο 77χρονος δημιουργός είχε πλέον ολοκληρώσει την καριέρα του: ύστερα από λίγους μήνες θα προβαλλόταν η τελευταία του ταινία A Countess from Hong Kong. Η συνέντευξη αυτή δεν δημοσιεύθηκε ποτέ και μετά από δεκαετίες περιλήφθηκε στην έκδοση Chaplin: Genius of the Cinema του Jeffrey Vance (εκδόσεις Abrams). Ακολουθούν αποσπάσματα.
-Πως φτιάχνεται μια σκηνή με κωμικά περιστατικά; Προκύπτει εκ του μηδενός ή μέσα από κάποια διαδικασία;
- Δεν υπάρχει κάποια διαδικασία. Οι καλύτερες κωμικές ιδέες γεννιούνται από τις καταστάσεις. Όταν έχεις μια καλή κωμική κατάσταση τότε αυτή δημιουργεί και άλλες και αντανακλάται σ’ αυτές. (…) [Όταν δημιουργούσα μια κωμική σκηνή] υπήρχε επίσης και πολύ αγωνία. Μέρες δυστυχίας όπου τίποτε δεν λειτουργούσε και όπου αισθανόμουν δυστυχής. Ήμουν εγώ που έπρεπε να σκεφτώ κάτι για να κάνω τους θεατές να γελάσουν. Όμως χωρίς να έχεις μια κωμική κατάσταση δεν μπορούσες να’ σαι αστείος. Μπορούσες ίσως να κάνεις κάτι κλοουνιστικό, ίσως ένα παραπάτημα, να σκοντάψεις, όμως στο τέλος έπρεπε να έχεις μια κωμική κατάσταση.
- Αυτά τα κωμικά περιστατικά τα βλέπατε να τα κάνουν άλλοι ή όλα προέρχονται από τη φαντασία σας;
- Δημιουργήσαμε ένα δικό μας σύμπαν. Το δικό μου βρισκόταν στο στούντιο στην Καλιφόρνια. Η πιο ευτυχισμένη στιγμή ήταν όταν βρισκόμουν στο πλατό και είχα μια ιδέα ή απλώς ένα υπαινιγμό, μια νύξη για μια ιστορία. Τότε αισθανόμουν ωραία, ότι τότε όλα μπορούσαν να συμβούν. (…) Ήταν κάτι θαυμάσιο να δημιουργείς ένα κωμικό σύμπαν. Ήταν ένας άλλος κόσμος, διαφορετικός από τον κόσμο της καθημερινότητας. Και είχε πλάκα. Ήσουν εκεί, έκανες πρόβες τη μισή μέρα, το κινηματογραφούσες και αυτό ήταν όλο.
-Είναι ο ρεαλισμός αναπόσπαστο στοιχείο της κωμωδίας;
-Ω, απόλυτα. Πιστεύω στην προσποίηση και στη φαντασία: έχεις μια παράλογη κατάσταση και την αντιμετωπίζεις με απόλυτο ρεαλισμό. Και το κοινό το γνωρίζει αυτό και έτσι γίνονται συμμέτοχοι. Είναι τόσο αληθινό γι’ αυτούς και τόσο παράλογο που τους προκαλεί αγαλλίαση.
- Η σκληρότητα λοιπόν είναι ένα μέρος της κωμωδίας. Υπάρχει πολύ σκληρότητα.
-Η σκληρότητα είναι ένα βασικό στοιχείο στην κωμωδία. Ότι φαίνεται να είναι λογικό είναι τελείως παράλογο, και αν το κάνεις αρκετά πικάντικο οι θεατές το λατρεύουν. Το κοινό το αναγνωρίζει ως μια φάρσα για τη ζωή και γελούν μ’ αυτό, για να μην πεθάνουν απ’ αυτό, για να μην κλάψουν. Είναι η μυστηριώδης υπόθεση του να είσαι άμεσος, έντιμος και ευθύς. Ένας ηλικιωμένος γλιστρά σε μια μπανάνα σκοντάφτει και πέφτει αργά και εμείς δεν γελάμε. Αλλά αν το ίδιο γίνει μ’ ένα πομπώδη καλοβαλμένο κύριο που ξεχειλίζει από υπεροψία τότε όλοι γελάμε. Όλες οι καταστάσεις που προκαλούν αμηχανία και ντροπή είναι αστείες, ιδιαίτερα αν τις αντιμετωπίσουμε με χιούμορ. Με έναν κλόουν περιμένεις ότι κάτι εξωφρενικό θα συμβεί. Όμως ας πούμε ότι ένας κανονικός άνθρωπος μπαίνει σ’ ένα εστιατόριο. Έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του όμως έχει και μια μεγάλη τρύπα στο παντελόνι του. Αν αυτό το αντιμετωπίσεις με χιούμορ τότε αναπόφευκτα γίνεται αστείο.
-Η κωμωδία σας εν μέρει ανήκει στη κωμωδία του περιστατικού. Δεν είναι κάτι διανοουμενίστικο, είναι κάτι που συμβαίνει που είναι αστείο.
-Πάντα πίστευα ότι περιστατικά που συνδέονται μεταξύ τους φτιάχνουν μια ιστορία. Όπως όταν στήνεις τις μπάλες σ’ ένα τραπέζι του μπιλιάρδου. Κάθε μπάλα από μόνη της είναι ένα περιστατικό. Η μια μπάλα έρχεται σε επαφή με την άλλη. Και όλες μαζί δημιουργούν ένα τρίγωνο. Μια τέτοια εικόνα υπάρχει σε πολύ μεγάλο βαθμό στο έργο μου.
-Σας αρέσει να έχετε ένα φρενήρη ρυθμό, να τοποθετείται τα κωμικά περιστατικά το ένα μετά το άλλο. Πιστεύετε ότι αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό σας;
-Δεν ξέρω εάν αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό μου. Έχω δει άλλους κωμικούς που φαίνεται να είναι πιο χαλαροί. Εγώ με αυτό το ρυθμό αισθάνομαι καλύτερα, και όχι αν είμαι αργός. Όταν κινούμαι αργά δεν έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου, και επίσης δεν έχω το θάρρος για να κάνω ότι κάνω.
Όμως η δράση δεν είναι πάντα το πιο σημαντικό. Όλα τα στοιχεία πρέπει να αναπτύσσονται, αλλιώς ο ρεαλισμός χάνεται. Έχεις ένα πρόβλημα και μετά το μεγαλοποιείς. Δεν πρέπει εξ’ αρχής και επί τούτου να το μεγαλοποιείς. Πρέπει να υπάρχει κάποια αίσθηση λογικής, διαφορετικά θα έχεις κάποιου είδους κωμωδία, δεν θα έχεις όμως μια συναρπαστική κωμωδία.
-Δεν σας ανησυχεί ο συναισθηματισμός ή τα κλισέ;
-Όχι, όχι στην παντομίμα. Δεν σε ανησυχούν αυτά -απλώς τα αποφεύγεις. Και δεν φοβάμαι τα κλισέ –η ζωή είναι ένα κλισέ. Η κάθε μέρα που ξυπνάμε δεν έχει καμία πρωτοτυπία. Ζούμε και πεθαίνουμε, έχουμε τρία γεύματα κάθε μέρα, ερωτευόμαστε και παύουμε να ‘μαστε ερωτευμένοι. Τίποτε δεν είναι πιο κλισέ από μια ιστορία αγάπης, και έτσι θα παραμείνει εκτός και αν την αντιμετωπίσουμε μ’ ένα ενδιαφέροντα τρόπο.
- Όταν περάσετε στο ήχο είχατε καθόλου αμφιβολίες και ανησυχίες;
-Φυσικά. Καταρχάς είχα εμπειρία αλλά όχι μια ακαδημαϊκή εκπαίδευση -και αυτό έχει μεγάλη διαφορά. Όμως αισθανόμουν ότι έχω ταλέντο, ότι ήμουν γεννημένος ηθοποιός. Ήξερα ότι ήταν πολύ πιο εύκολο για μένα να κάνω παντομίμα, παρά να μιλώ. Είμαι καλλιτέχνης και ήξερα πολύ καλά ότι αν μιλούσα πολύ, αυτό το ταλέντο μου θα χανόταν. Ο ήχος είναι καλός, μόνο όμως για κάποιον που έχει πολύ ωραία φωνή και απαγγέλλει καλά.
- Η επιπλέον διάσταση ρεαλισμού που ο ήχος προσέθεσε ίσως τραυμάτισε τη φαντασία που υπήρχε σε μια βουβή ταινία;
-Ω, ναι. Πάντα έλεγα ότι η παντομίμα είναι πολύ πιο ποιητική, ότι έχει μια καθολική απήχηση: αν είναι καλά καμωμένη οι πάντες μπορούν να την κατανοήσουν. Η ομιλία περιόριζε τα πάντα σε μια πολυλογία. Η φωνή είναι κάτι υπέροχο και αποκαλυπτικό. Όμως δεν θέλω στη τέχνη να είμαι τόσο αποκαλυπτικός, επειδή έτσι περιορίζομαι. Υπάρχουν παρά πολύ λίγοι άνθρωποι με φωνές που να μπορούν να αγγίξουν ή να δώσουν την αίσθηση ενός μεγάλου βάθους. Ενώ η κίνηση είναι τόσο φυσική, σαν το πέταγμα ενός πουλιού. Η έκφραση των ματιών- δεν υπάρχουν λέξεις για να την περιγράψουν. Η έκφραση στο πρόσωπο που δεν μπορεί να κρυφτεί: όπως η απογοήτευση που μπορεί να’ ναι τόσο λεπτή και τόσο αδιόρατη. Όταν ξεκίνησα να μιλώ στις ταινίες μου, έπρεπε όλα αυτά να τα λάβω υπόψη μου. Ξέρω πολύ καλά ότι με τον ήχο έχασα ένα μεγάλο μέρος από την «ευγλωττία» μου. Τίποτε δεν θα ήταν πια τόσο καλό όπως πριν.
(Απόδοση Δημήτρης Μπάμπας)