H Audrey Hepburn έχει καταγωγή από Αγγλία και Ολλανδία. Γεννήθηκε στις 4 Μαΐου του 1929 στις Βρυξέλλες. Τα πρώτα χρόνια της ζωής της έζησε στην Αγγλία. Η μητέρα της βλέποντας ωστόσο την κατάσταση στην Ευρώπη με τον Χίτλερ να καραδοκεί, μετακομίζει με όλα τα παιδιά στην Ολλανδία όπου υποθέτει ότι οι Γερμανικές δυνάμεις δεν θα επιτεθούν. Κατά τη διάρκεια του πολέμου η Χέπμπορν υιοθέτησε το ψεύτικο όνομα Ίντα βαν Χέεμστρα, αλλάζοντας τα έγγραφα της μητέρας της γιατί ένα όνομα που ακουγόταν έντονα αγγλικό θεωρήθηκε επικίνδυνο. Μέχρι το 1944 η Χέπμπορν είχε εξελιχθεί σε πολύ καλή μπαλαρίνα.Κατά τη διάρκεια του λιμού το χειμώνα του 1944, υποφέροντας από υποσιτισμό, η Χέπμπορν ανέπτυξε οξεία αναιμία, αναπνευστικά προβλήματα και οίδημα.
Το 1945 μετά τον πόλεμο η Χέμπορν άφησε το Κονσερβατόριο του Άρνεμ και μετακόμισε στο Άμστερνταμ όπου παρακολούθησε μαθήματα μπαλέτου με τη Σόνια Γκάσκελ. Το 1948, πήγε στο Λονδίνο και παρακολούθησε μαθήματα με την αναγνωρισμένη Μαρί Ράμπερτ. Η Χέπμπορν ρώτησε τη Ράμπερτ σχετικά με το μέλλον της. Εκείνη τη διαβεβαίωσε πως αν εξακολουθούσε να δουλεύει σκληρά εκεί, θα είχε μια θαυμάσια καριέρα, αλλά εξαιτίας του ύψους της και της κακής διατροφής της κατά τη διάρκεια του πολέμου δεν θα κατάφερνε να γίνει πρίμα μπαλαρίνα. Έτσι έγινε ηθοποιός και μετά από κάποιες προσπάθειες στην Ολλανδία πέρασε στην Αγγλία.
Ο πρώτος της ρόλος στον κινηματογράφο ήταν στη βρετανική ταινία «One Wild Oat» όπου και υποδύθηκε μια ρεσεψιονίστ. Έπαιξε αρκετούς μικρούς ρόλους στις ταινίες «Young Wives’ Tale», «Laughter in Paradise», «The Lavender Hill Mob» και «Monte Carlo Baby». Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του «Monte Carlo Baby» η Χέμπορν επιλέχτηκε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο του Μπρόντγουεϊ με τίτλο «Gigi». Εκεί ξεκίνησε μία μεγάλη σχέση της με τον κινηματογράφο η οποία συνεχίστηκε παρά την μετέπειτα μεγάλη της πορεία στο Χόλιγουντ.
Ο πρώτος της πρωταγωνιστικός ρόλος και μάλιστα σε Αμερικανική ταινία ήταν μαζί με τον Gregory Peck στην ταινία Διακοπές στη Ρώμη (Roman Holiday). Οι παραγωγοί αρχικά ήθελαν την Ελίζαμπεθ Τέιλορ για το ρόλο, αλλά ο σκηνοθέτης εντυπωσιάστηκε τόσο με το δοκιμαστικό της Χέμπορν και την επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο. H δικαίωση ήρθε λίγους μήνες αργότερα όταν η Χέμπορν κέρδισε για τον ρόλο της σε αυτήν την ταινία το Οσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου. Η καριέρα της μόλις είχε αρχίσει.
Τα επόμενα χρόνια θα ακολουθήσουν Funny Face (1957). Sabrina (1954), Love in the Afternoon (1957), The Nun's Story (1959) και το κλασσικό Breakfast at Tiffany's (1961). Στην ταινία Funny Face είναι ομορφότερη από ποτέ η Audrey Hepburn γοητεύει με το «αστείο μουτράκι της», εκτός από το Fred Astaire και το θεατή, με τη μοναδική φρεσκάδα και το αξεπέραστο στυλ της. Γεμίζει την οθόνη και την καρδιά μας υπενθυμίζοντας μας, πως γυναίκα γεννιέσαι, δε γίνεσαι. Με το μοναδικό της ταμπεραμέντο, λαμπερότερη από ποτέ και χαμογελαστή, μας κάνει όταν χορεύει να χορεύουμε κι εμείς μαζί της. Είναι όμορφη κι αρμονική . Μετά από 3 ακόμα υποψηφιότητες για Οσκαρ συνεχίζει την καριέρας της με πρωταγωνιστικούς ρόλους στα Charade (1963), My Fair Lady (1964).
Λίγο αργότερα έρχεται το Two for the Road (1967),ενώ το 1967 κερδίζει την τελευταία της υποψηφιότητα για Οσκαρ με το Wait Until Dark (1967). Κάπου εκεί αποφασίζει να τερματίσει την καριέρα της στον κινηματογράφο όντας στην κορυφή της δόξας. Τελευταία της εμφάνιση θα είναι στην ταινία Robin and Marian (1976) πλάι στον Sean Connery.
Στο υπόλοιπο της ζωής της θα αφιερωθεί στην φιλανθρωπία ενώ συχνές ήταν οι επισκέψεις της σε χώρες του τρίτου κόσμου. Ανακηρύχθηκε Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως του Οργάνωσης για τα Παιδιά των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Children’s Fund / UNICEF). Για αυτήν της την δράση η Ακαδημία το 1993 της απένειμε το τιμητικό Οσκαρ. Ωστόσο αυτή δεν ήταν εκεί για να το παραλάβει καθώς χτυπήθηκε από την επάρατη νόσο την ίδια χρονιά και άφησε την τελευταία της πνοή στις 20 Ιανουαρίου 1993 στο Tolochenaz της Ελβετίας και κηδεύτηκε εκεί. Ήταν εξήντα τριών ετών.
(πηγή δελτίο τύπου)