«Σκηνοθεσία είναι να εκφράζεις τον άνθρωπο όσο μπορείς καλύτερα»
O Kenji Mizoguchi (Κέντζι Μιζογκούτσι) είναι μια εμβληματική μορφή του ιαπωνικού κινηματογράφου και θεωρείται από αρκετούς μελετητές της έβδομης τέχνης, αλλά και από επώνυμους κινηματογραφιστές ως ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης του παγκόσμιου κινηματογράφου. Μαζί με τον Ozu και τον Kurosawa αποτελούν τα κεντρικά πρόσωπα στο τοπίο του ιαπωνικού σινεμά. Αντίθετα όμως με τον επικό και τραγικό τόνο και τις δυτικές επιρροές του Kurosawa και την εσωστρέφεια του Ozu, οι ταινίες του Kenji Mizoguchi στέκονται αντιμέτωπες με την σκληρή πραγματικότητα της ιαπωνικής κοινωνίας: είναι στην πλειοψηφία τους δράματα που απεικονίζουν τις άγριες και απωθητικές όψεις του κοινωνικού τοπίου, και όπου σ’ αυτές κεντρική θέση κατέχουν οι γυναίκες και τα πάθη τους. Παράλληλα όμως με μια θεματολογία που στο κέντρο της έχει την γυναίκα, ο Mizoguchi διαμόρφωσε ένα σκηνοθετικό ύφος, συναρπαστικό και πολυποίκιλο, που αρνήθηκε τις συμβάσεις και τις κοινοτυπίες του κλασικισμού, παραμένοντας πάντα στο μεταίχμιο ανάμεσα στο κλασικό και το μοντέρνο. Το έργο του επηρέασε ένα σημαντικό αριθμό σκηνοθετών του σύγχρονου κινηματογράφου, από το Jacques Rivette και τον Andrei Tarkovsky, μέχρι τον δικό μας Θόδωρο Αγγελόπουλο.
Ο Μιχάλης Δημόπουλος τοποθετεί με τα παρακάτω λόγια τον Kenji Mizoguchi μέσα στην ιστορία του κινηματογράφου: «Αυτός ο ιάπωνας σκηνοθέτης, όπως όλοι οι κορυφαίοι καλλιτέχνες, βρίσκεται πάντα στο πέρασμα από τον κινηματογραφικό κλασικισμό στην κινηματογραφική νεωτερικότητα- είναι, δηλαδή, άμεσος, αβιάστος, αποτελεσματικός, αφηγηματικός και, ταυτόχρονα, ανοίγει νέους αδιανόητους, υφολογικούς δρόμους, όπως το πλάνο-σεκάνς (το περίφημο one scene- one cut), η σημασία της δράσης εκτός πεδίου, η απόσταση από τα πρόσωπα, τα μεγάλα παράλληλα τράβελινγκ, η «προχωρημένη» για την εποχή χρήση του χώρου και του χρόνου».
Ο ιάπωνας σκηνοθέτης Kaneto Shindo (Κανέτο Σίντο) περιγράφει ως εξής τη σχέση του Mizoguchi με την πολιτιστική παράδοση της χώρας του: "Ο Mizoguchi ήταν εντελώς Ιάπωνας. Ήταν μοναδικός στο να μην επηρεάζεται καθόλου από τους δυτικούς σκηνοθέτες. Οι ταινίες του γεννήθηκαν από την αυθεντική πνευματική μήτρα της Ιαπωνίας. Η ιαπωνικότητά του δεν οφειλόταν στο ότι ήταν ένας εσωστρεφής ερημίτης, αλλά στην ειλικρινή του αναμέτρηση μ' αυτό που πραγματικά είναι η Ιαπωνία. Προτιμούσε τα μεγάλα πλάνα, χωρούσε όλες τις μάχες της ζωής σ' ένα μονοπλάνο, προσπαθώντας με μανία να αιχμαλωτίσει την πραγματικότητα σε μια λήψη."
O Kenji Mizoguchi γεννήθηκε στις 16 Μαΐου του 1898 στο Τόκιο και πέθανε στις 24 Αυγούστου του 1956 από λευχαιμία. Γιος ξυλουργού, μεγάλωσε με μεγάλες οικονομικές στερήσεις και μπόρεσε να ολοκληρώσει το λύκειο χάρη στην υποστήριξη της αδελφής του που ασκούσε το επάγγελμα της γκέισας. Tο γεγονός αυτό θα τον σημαδέψει καθώς θα διευρύνει την κοινωνική ευαισθησία του και θα επηρεάσει σημαντικά τη θεματογραφία του.
Αρχικά θέλησε να ασχοληθεί με τη ζωγραφική, στις αρχές όμως της δεκαετίας του '20, με τη μεσολάβηση ενός φίλου του ηθοποιού, προσλαμβάνεται ως ο άνθρωπος για όλες τις δουλειές σε ένα κινηματογραφικό στούντιο. Tο 1922, ξεκινά τη σκηνοθετική του καριέρα, δουλεύοντας μέσα στο περιβάλλον των στούντιο, γυρίζοντας κάθε χρόνο πολλές ταινίες, επηρεασμένες ως επί το πλείστον από την ιαπωνική και δυτική λογοτεχνία. H δουλειά του αυτή δυστυχώς έχει καταστραφεί. Αρκετές από τις ταινίες αυτές φανερώνουν την επιρροή του σκηνοθέτη από τις αριστερές ιδέες της εποχής και για το λόγο αυτό, λογοκρίθηκαν από τις αρχές. O ίδιος εξομολογείται ότι η μεγάλη στροφή στην καριέρα του έγινε το 1936, με τις ταινίες H ελεγεία της Oσάκα και Oι αδελφές της Γκιόν, που σηματοδοτούν επίσης τη συνεργασία του με το σεναριογράφο Yoshikata Yoda (Γιοσικάτα Γιόντα).
O Mizoguchi αναπτύσσει ένα προσωπικό στιλ κινηματογράφησης, βασισμένο σε μονοπλάνα και στη δραματική αξιοποίηση του βάθους πεδίου, που βρίσκει την πρώτη ολοκληρωμένη εφαρμογή του στο αριστουργηματικό H ιστορία του τελευταίου χρυσάνθεμου (1939), η επιτυχία του οποίου τον καθιερώνει οριστικά στη συνείδηση του ιαπωνικού κοινού. Πρέπει όμως να περιμένει μέχρι τη βράβευσή του με τον Αργυρό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας, για την ταινία H ζωή της Oχάρου (1952), για να αρχίσει να γίνεται γνωστός στη Δύση. Σχετικά με το σκηνοθετικό του ύφος ο Jean-Luc Godard σημειώνει «[Ο Mizoguchi] Είναι ικανός να περιγράψει μια ιστορία με τέτοιο τρόπο ώστε να την αναγάγει σε κοσμογονία».
Παρά το γεγονός ότι κατηγορήθηκε για οπορτουνισμό των πολιτικών του ιδεών (αριστερός στη δεκαετία του '20, φλερτ με το μιλιταριστικό καθεστώς στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, υπέρμαχος της δημοκρατίας μετά την ήττα), ο Mizoguchi παραμένει σταθερός σε μια βασική θεματική που επικεντρώνεται στη μοίρα της γυναίκας, σε διάφορες φάσεις της ιαπωνικής ιστορίας και κοινωνίας: της γυναίκας που θυσιάζεται για την αγάπη της (H ιστορία του τελευταίου χρυσάνθεμου), της γυναίκας που αγωνίζεται για ένα καλλιτεχνικό ή κοινωνικό ιδανικό (Tο πάθος της ηθοποιού Σουμάκο, H νίκη των γυναικών), της γυναίκας που πέφτει θύμα εκμετάλλευσης, οδηγούμενη σε ποικίλες μορφές εκπόρνευσης, από την πιο εξωραϊσμένη (αυτοκρατορική παλλακίδα στην Αυτοκράτειρα Γιάνγκ Kουέι Φέι), μέχρι την πιο ωμή (οι πόρνες του δρόμου στις Γυναίκες της νύχτας, χωρίς να εξαιρούνται οι γκέισες -Oι αδελφές της Γκιόν- που αποτελούν μια πιο εκλεπτυσμένη μορφή πορνείας).
Ο Akira Kurosawa (Ακίρα Κουροσάουα) επισημαίνει σχετικά με τον τρόπο δουλειάς του: "Ο Mizoguchi είναι ο ιάπωνας σκηνοθέτης τον οποίο θαυμάζω και σέβομαι περισσότερο. Οι ακούραστες προσπάθειές του να κάνει την κάθε του σκηνή ρεαλιστική, ήταν κάτι το καταπληκτικό. Ποτέ δεν συμβιβάστηκε. Ποτέ δεν είπε: "Αυτό είναι αρκετό". Ποτέ δεν ικανοποιήθηκε εύκολα, και συνεχώς δούλευε κάθε λεπτομέρεια μέχρι να ανταποκριθεί στο όραμά του."
Παράλληλα με την κοινωνική του ευαισθησία και την εστίαση του σε γυναικεία πρόσωπα που ζουν μια ζωή δύσκολη, ο Mizoguchi διακατέχεται από την αναζήτηση του κάλλους, της απόλυτης ομορφιάς, αναζήτηση που τον οδήγησε σε μια απόλυτη τελειομανία και εικαστική πλαστικότητα των πλάνων του και ενίσχυσε τη φήμη του σκηνοθέτη-δικτάτορα στο πλατό, που υποτάσσει τους πάντες (τεχνικούς και ηθοποιούς) στις επιταγές έκφρασης του καλλιτεχνικού του εγώ.
Ο Andrei Tarkovsky δηλώνει: "Ένας από εκείνους τους καλλιτέχνες που υψώνονται πάνω από τα γήινα, με τεράστια δύναμη συναισθημάτων, όχι απλώς ένας εξερευνητής της ζωή, αλλά ένας δημιουργός μέγιστων πνευματικών θησαυρών και εκείνης της ειδικής ομορφιάς που υπάρχει μόνο στην ποίηση."
Η αλήθεια είναι ότι ο Mizoguchi ήταν ένας δύσκολος και απαιτητικός σκηνοθέτης, που έζησε μάλιστα μια άστατη και άσωτη ερωτικά ζωή, λατρεύοντας το γυναικείο φύλο με το ίδιο πάθος και εκτός οθόνης. Χάρη όμως σ' αυτό το χαρακτήρα του, κατάφερε να δώσει ένα τόσο μοναδικό έργο που φτάνει στην ωριμότητα του στη δεκαετία του '50, με μια σειρά απανωτών αριστουργημάτων: H ζωή της Oχάρου, Oυγκέτσου μονογκατάρι, O επιστάτης Σάνσο, Oι σταυρωμένοι εραστές κ.ά., ταινίες που βραβεύτηκαν στο Φεστιβάλ Βενετίας κι έκαναν επιτέλους ευρέως γνωστό το όνομα του Mizoguchi.
(Πηγή: δελτίο τύπου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης)