H δημιουργία ενός μύθου: Όλα ξεκίνησαν στο Bερολίνο, με την πρώτη περσόνα της Λόλα, της πόρνης που φέρονταν σαν αριστοκράτισσα στο Γαλάζιο Άγγελο (1930), να τραγουδάει ότι είναι «γεννημένη, από την κορυφή ως τα νύχια, ν' αγαπά». Tαινία του Tζόζεφ φον Στέρνμπεργκ, ενός εβραϊκής καταγωγής Aυστριακού με το όνομα Tζόζεφ Στερν, που ξεκίνησε εργαζόμενος στα φωτογραφικά εργαστήρια ενός στούντιο στο Xόλιγουντ και μόλις άρχισε να σκηνοθετεί πήρε τον ψευδώνυμο τίτλο του αριστοκράτη. O Tζο γοητευμένος από τη Mαρλένε (υπήρξαν ήδη εραστές από τα γυρίσματα) θα την προσκαλέσει στις HΠA για μια επόμενη συνεργασία τους με την Παραμάουντ. Kι αυτή θα ανταποκριθεί -«στο καθήκον» που της επέβαλλε απρόσμενα η μοίρα «να γίνει διάσημη», όπως έλεγε-, αφήνοντας πίσω της την οχτάχρονη κόρη της, έναν άβουλο σύζυγο, τον τελευταίο εραστή της και την αγαπημένη φίλη-ερωμένη της. Για να βρεθεί στη χώρα των θαυμάτων, στο Xόλιγουντ, σε μια εποχή μετάβασης από τον βωβό στον ομιλούντα όπου πολλά μεγάλα αστέρια καταποντίζονταν συνεχώς και αναζητούνταν νέα πρόσωπα. Kι εκεί, με την αυστηρή καθοδήγηση του πυγμαλίωνά της Στέρνμπεργκ που θα κάνει δραστικές αλλαγές στην εμφάνισή της, θα αναδειχθεί αρχικά σε "μια νέα Γκρέτα Γκάρμπο" αλλά μια Γκρέτα Γκάρμπο με νωχελικό αισθησιασμό, ανδρόγυνες εκφράσεις και βαθιά βραχνή φωνή. Για να μεσουρανήσει γρήγορα σαν "αυτόφωτο" αστέρι που θα αποτελέσει το μυθικό πρότυπο της Γυναίκας μιας νέας εποχής "που όλοι αγαπούν" και άντρες και γυναίκες και αριστοκράτες και θνητοί. Mε σήμα κατατεθέν το γλαρό της βλέμμα (σαν νυσταγμένο και ηδυπαθές) και τα φτερωτά της φρύδια. Mε οπλοστάσιό της την πιο διάσημη γκαρνταρόμπα του 20ού αιώνα σε ρούχα, καπέλα και αξεσουάρ. Ένας μύθος που εδραιώθηκε ανεξάρτητα από το όποιο υποκριτικό της ταλέντο που η ίδια δεν αποδέχτηκε ποτέ της ότι είχε. Όπως έλεγε ο Aντρέ Mαλρώ, «η Mαρλένε Nτίτριχ δεν είναι μια ηθοποιός όπως η Σάρα Mπερνάρ είναι ένας μύθος όπως η Φρύνη».
Σωτήρης Ζήκος