(Μια συζήτηση του σκηνοθέτη με τον Jonathan Romney)
torino2.jpg

Τζόναθαν Ρόμνεϊ/ Jonathan Romney. Ας αρχίσουμε με το «Κολαστήριο», καθώς πιστεύω πως κατά κάποιο τρόπο είναι σχεδόν μια ταινία είδους, ένα φιλμ νουάρ, μια ιστορία για τη ζήλια και μια ίντριγκα γύρω από ένα έγκλημα αν και δεν πρόκειται για μια ιστορία, ασχολείται με τον χώρο και με τα πρόσωπα των ανθρώπων.

Μπέλα Ταρ/Bela Tarr. Είναι πολύ δύσκολο να μιλάμε για το τι νομίζουμε πως είναι πραγματικά μια ταινία. Η ερώτηση ουσιαστικά είναι «γιατί γίνεται μια ταινία»; Εδώ και πολύ καιρό έχουμε καταλήξει πως δεν γυρίζουμε μια ταινία για να πούμε μια ιστορία. Η λειτουργία της είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, κάτι άλλο. Μια ταινία γίνεται για να έρθουμε πιο κοντά στους ανθρώπους, για να κατανοήσουμε καλύτερα την καθημερινή ζωή. Και κατά κάποιο τρόπο για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε την ανθρώπινη φύση, το γιατί είμαστε όπως είμαστε. Πώς φτάνουμε στην αμαρτία, πώς προδίδουμε ο ένας τον άλλο, ποια συμφέροντα μας οδηγούν. Κι έτσι βρήκαμε αυτήν την απλή, μπορεί και πρωτόγονη αστυνομική ιστορία που είναι όντως μια μπανάλ ιστορία, γιατί μπορούσαμε να προχωρήσουμε πέρα από αυτήν. Και από μια τέτοια ιστορία μπορούμε να μπούμε σε έναν κυκλικό χορό. Απομακρυνθήκαμε από την ιστορία, αφού σκεφτήκαμε πως ένας τοίχος, η βροχή, τα σκυλιά, έχουν τις δικές τους ιστορίες που είναι πιο σημαντικές από τις αποκαλούμενες «ανθρώπινες ιστορίες» που γράφουμε εμείς.

ΤΡ. Το φιλμ αρχίζει με μια πολύ παράξενη τοποθεσία, αυτή με τα κρεμαστά βαγονέτα. Προφανώς χρησιμοποιήσατε υπαρκτές τοποθεσίες, όμως την ίδια στιγμή πρόκειται για ένα φανταστικό μέρος, δημιουργήσατε έναν ολόκληρο κόσμο γιατί όντως στήσατε σκηνικά, ξαναχτίσατε γκρεμισμένα σπίτια.

ΜΤ: Πιστεύουμε πως πέρα από τους βασικούς πρωταγωνιστές υπάρχουν και άλλοι. Το σκηνικό, ο καιρός, ο χρόνος, οι χώροι έχουν τα δικά του πρόσωπα και είναι σημαντικά, παίζουν σημαντικό ρόλο στην ιστορία. Για αυτό και γυρίσαμε το φιλμ σε επτά διαφορετικούς χώρους. Αυτή η πόλη δεν υπάρχει, δεν βρίσκεται σε κανέναν χάρτη. Μερικές φορές ναι, κατασκευάζουμε έναν χώρο, διαμορφώνουμε το φόντο αν αυτό είναι αναγκαίο για την εικόνα μας.

ΤΡ. Μπορώ να καταλάβω τι εννοείτε όταν λέτε πως ο χρόνος είναι πρωταγωνιστής στις ταινίες σας, γιατί ο χρόνος μου γίνεται περισσότερο αντιληπτός στις δικές σας ταινίες παρά σε άλλες. Γυρίζετε αυτά τα απίστευτα μεγάλα πλάνα, ζητάτε από το κοινό να έχει υπομονή. Πώς ανακαλύψατε αυτή τη χρήση του χρόνου;

ΜΤ. Από την πρώτη στιγμή χειριστήκαμε τον χρόνο με διαφορετικό τρόπο. Κατ’ αρχάς επειδή κόβουμε και μοντάρουμε διαφορετικά. Τα περισσότερα φιλμ μοντάρονται με τον τρόπο που μοντάρονται κομμάτια πληροφοριών, εμείς δεν μοντάρουμε έτσι. Δίνουμε μεγαλύτερη προσοχή στην εσωτερική ψυχολογική διαδικασία. Επικεντρωνόμαστε στην ανθρώπινη ύπαρξη, στην προσωπική παρουσία των ηθοποιών. Να γιατί η μετα-επικοινωνία είναι σημαντική, περισσότερο κι από την λεκτική. Από εκεί και πέρα, το να την τοποθετήσεις στον χώρο και στον χρόνο είναι ένα απλό βήμα. Έτσι γίνεται λοιπόν.

ΤΡ. Όμως όταν ξεκινάτε μια ταινία ξέρετε ακριβώς τι θα κάνετε. Για παράδειγμα όταν ξεκινήσατε το Satantango ξέρατε πως θα είναι επτά ώρες κι ένα τέταρτο.
torino4.jpg
ΜΤ. Αρχικά το είχα σχεδιάσει για εξάωρο. Ναι, ξεφύγαμε λίγο. Είχαμε προβλέψει 100 μέρες γύρισμα και φτάσαμε στις 110 κι αυτό επηρέασε την τελική διάρκεια του φιλμ αλλά όχι και το ίδιο το φιλμ. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων αποφασίσαμε να αλλάξουμε μερικά μέρη και να τα κάνουμε μεγαλύτερα από όσο σκεφτόμαστε αρχικά.

ΤΡ. Γυρίζοντας ένα φιλμ σαν κι αυτό υποθέτω πως ζητάτε από τον θεατή να υπογράψει ένα συμβόλαιο μαζί σας. «ΟΚ, θα σου πάρω επτά ώρες από τη ζωή σου και θα σου δώσω κάτι που δεν έχεις ξαναδεί ποτέ». Έχετε ιδιαίτερες απαιτήσεις από τους θεατές;

ΜΤ. Όχι, δεν έχω ιδιαίτερες απαιτήσεις από το κοινό. Πιστεύω πως οι θεατές είναι συνεργάτες, ίσως και λίγο περισσότερο ώριμοι από εμένα. Πιστεύω πως αν γυρίζουμε ταινίες όντας πιο ανοιχτοί, πιο έντιμοι, πιο ευθείς, πως αν οι άνθρωποι δουν τις ταινίες μας με την καρδιά και το μυαλό και πιστέψουν μόνο στα μάτια τους, τότε θα καταλάβουν τι κάνουμε και τα πράγματα θα είναι απλά. Και δεν θα πρόκειται για κάτι ιδιαίτερο, αυτά που κάνουμε θα γίνουν ένα μέρος της ζωής τους και τελικά αυτό είναι που επιθυμούμε. Ίσως να θέλουμε και αυτοί που έρχονται στο σινεμά να φεύγουν λίγο αλλιώτικοι, διαφορετικοί από ό,τι ήταν όταν μπήκαν. Αν πετύχουμε κάτι τέτοιο είμαστε ευτυχείς, ικανοποιημένοι. Αν πλησιάσεις τους ανθρώπους που είδες στο πανί, αν η ανέχειά τους σε αγγίξει, τότε κάπου φτάσαμε, κάτι καταφέραμε.

ΤΡ. Βέβαια οι ταινίες σας δεν ασχολούνται και πολύ με την ομορφιά, πολύ συχνά τα τοπία είναι πολύ άσχημα, ένας άσχημος κόσμος, με άσχημους ανθρώπους

ΜΤ. Αυτή είναι η χώρα μου, ο λαός μου.

ΤΡ. Πώς επιλέγετε τους συνεργάτες σας; Αισθάνομαι πως τα πιο πολλά αφορούν τα πρόσωπά τους, τη φυσική τους παρουσία παρά την παραδοσιακή ερμηνεία.

ΜΤ. Πάντοτε βεβαιωνόμαστε πως αυτοί που καλούμε να έρθουν μαζί μας είναι πραγματικά φίλοι μας. Θέλουμε να είμαστε σίγουροι πως δεν είναι ηθοποιοί μα προσωπικότητες και πως θα δώσουν ολόκληρη την προσωπικότητά τους στην ταινία και θα είναι κι ίδιοι εκεί κι αυτό είναι ένα θέμα εμπιστοσύνης. Μας δίνουν κάτι, μας εμπιστεύονται, κι εμείς δεν θα τους προδώσουμε. Κι έτσι γίνεται με όλους , από την Χάνα Σίγκουλα ως τον τύπο που χορεύει μέσα στον όχλο. Όλοι όσοι δουλεύουν μαζί μας είναι παρόντες ως προσωπικότητες, είτε είναι επαγγελματίες ηθοποιοί, είτε εργάτες στο εργοστάσιο. Βρίσκονται εκεί μαζί με τις προσωπικότητές τους.

ΤΡ. Όταν λέτε «αυτός είναι ο λαός μου», είναι προφανές πως στις πρώτες σας ταινίες ασχολείστε με την Ουγγαρία των αρχών της δεκαετίας του 80. Σκηνές καθημερινότητας, ένας ρεαλιστικός κόσμος. Στις επόμενες ταινίες σας μιλάτε για έναν κόσμο που ανήκει αποκλειστικά σε σας. Είναι ο ίδιος κόσμος, αυτές οι ταινίες έχουν κάποια σχέση με την πραγματικότητα της καθημερινής ζωής;

ΜΤ. Πιστεύω πως τελικά σε όλη μας τη ζωή γυρίζουμε την ίδια ταινία. Όλα αυτά είναι διάφορες μορφές, διάφορα στάδια της ίδιας ταινίας. Κάθε φορά προσπαθούμε να πλησιάσουμε προς ένα πιο καθαρό στυλ, να δημιουργήσουμε κάτι πιο απλό, κι ακόμα πιο απλό, να μπορέσουμε να δούμε μια πιο καθαρή εικόνα της σημερινής Ουγγαρίας, αφού καλώς ή κακώς είμαστε Ούγγροι. Κι ελπίζουμε με όλη μας την καρδιά πως αυτή μας η προσπάθεια μπορεί να γίνει κατανοητή και στον υπόλοιπο κόσμο.

ΤΡ. Πώς εισπράττει ο κόσμος τις τελευταίες σας ταινίες; Στο Satantango μια κοινότητα διαλύεται, στις Αρμονίες μια πόλη βυθίζεται στην αναρχία, υπάρχει όπως καταλαβαίνετε η αίσθηση πως η τάξη καταρρέει. Μπορούμε να εκλάβουμε αυτά τα φιλμ ως πολιτικές αλληγορίες;
torino1.jpg
ΜΤ. Λοιπόν, πρώτα απ’ όλα να ξεκαθαρίσουμε πως δεν υπάρχουν ούτε αλληγορίες, ούτε σύμβολα, ούτε τίποτα μεταφυσικό στις ταινίες μου. Μια ταινία από μόνη της είναι κάτι συγκεκριμένο καθώς το εργαλείο που αποκαλείται φακός συλλαμβάνει μόνο πραγματικά αντικείμενα, αυτά που βρίσκονται κάπου, για αυτό και δεν υπάρχουν αλληγορίες. Οι σκηνές στα φιλμ είναι πολύ απλές και σαφείς και προσπαθούμε λίγο να σκεφτούμε για την ποιότητα της ζωής, γιατί όλοι μας έχουμε μια ζωή μόνο και έχει σημασία πώς τη ζούμε. Η ποιότητα της ζωής μας έχει σημασία. Για μένα, τίποτα δεν είναι ιερό παρά μόνο η ζωή. Και για αυτό έχουν σημασία αυτά που λέμε σε κάθε ταινία. Όσο για την πολιτική πιστεύω πως είναι μια βρωμοδουλειά και δεν μπορέσει να αποτελέσει αντικείμενο κανενός καλλιτεχνικού έργου. Ποτέ δεν γυρίζουμε πολιτικές ταινίες. Προσπαθούμε να κάνουμε κάτι περισσότερο.

ΤΡ. Έχω διαβάσει διάφορες αφηρημένες ερμηνείες των ταινιών σας, στην πραγματικότητα όμως τα φιλμ είναι πολύ συγκεκριμένα. Είναι γεμάτα λάσπη, γεμάτα από μεθυσμένους που παραπατούν, μιλάνε για έναν άσχημο πραγματικό κόσμο. Προσπαθώ να πω πως συχνά επιλέγετε γυρίσματα σε λασπωμένους αγρούς, μέσα στην βροχή, οι άνθρωποι καταρρέουν ενώ δεν λείπουν και οι μεγάλες σεκάνς με μεθυσμένους που χορεύουν.

ΜΤ. Την ίδια εντύπωση θα είχατε κι αν γύριζα μια ταινία για κάποιους διαφορετικούς ανθρώπους. Αυτό είναι το έθνος μας. Αυτός είναι ο ρόλος μας. Αυτό είναι που βλέπω εγώ.

ΤΡ. Όταν διάβασα την «Μελαγχολία της Αντίστασης» του Λάσλο Κράσναχορκάι σκέφτηκα πως θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μια μεταφυσική δήλωση ή ως μια ευθεία πολιτική αλληγορία. Στην ταινία σας η νουβέλα μεταφέρεται με έναν πιο αφηρημένο ίσως και απλούστερο τρόπο, παρουσιάζετε έναν διαφορετικό κόσμο. Έναν κόσμο που είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε.
torino3.jpg
ΜΤ. Κατ’ αρχήν υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ λογοτεχνίας και κινηματογράφου. Χρησιμοποιούν διαφορετικές γλώσσες. Οι συγγραφείς έχουν τη δυνατότητα να γράφουν εκατοντάδες προτάσεις και να προκαλούν διάφορα συναισθήματα. Το σινεμά αυτό καθ’ εαυτό είναι μια πρωτόγονη γλώσσα. Η σαφήνειά της όμως δίνει στο σινεμά μια απλότητα, είναι τόσο συγκεκριμένο που γίνεται συναρπαστικό. Ο Κράσναχορκάι, ο συγγραφέας, μου λέει συνεχώς: «Πώς μπορείς να δουλεύεις έχοντας τόσο περιορισμένες επιλογές, τόσο περιορισμένα μέσα;». Εξοργίζεται, γιατί, κατά τη γνώμη του, ασχολιόμαστε με πολύ φτηνιάρικα πράγματα. Το σινεμά είναι ένα φτηνό θέαμα στην αγορά, θα είναι υπέροχο αν μπορέσουμε να του δώσουμε κάποια αξία. Να γίνει κάτι που θα αντέχει στον χρόνο, ένα θέαμα που θα μπορεί να παρακολουθείται μετά από είκοσι χρόνια.

ΤΡ. Συνεργάζεστε μόνιμα με τον Κρασναχορκάι. Όμως δεν γράφει συμβατικά σενάρια, πώς δουλεύετε μαζί του;

ΜΤ, Συνήθως πιάνουμε τις νουβέλες του και με έναν φοβερό τρόπο τις καταστρέφουμε, αυτό που μένει είναι κάποιοι διάλογοι και καταστάσεις. Μετά είναι δική μας δουλειά να βρούμε τους κατάλληλους χώρους, να δώσουμε ζωή σε αυτόν το σκελετό. Και φυσικά πρέπει να ανακαλύψουμε εκ νέου ό,τι ανακάλυψε αυτός γράφοντας. Αυτή η πραγματικότητα είναι δική μας και γυρίζουμε μια ταινία για αυτήν την πραγματικότητα με την βοήθειά του. Από αυτό το σημείο και μετά μιλάμε διαφορετικές γλώσσες. Κι αυτό είναι καλό γιατί πάντοτε μας βοηθά με τις ερωτήσεις του για το πώς χειριστήκαμε τις αυθεντικές σκέψεις του. Και μπορεί πάντα να μας θυμίζει ποιες ήταν οι αρχικές σκέψεις του.

ΤΡ. Το άλλο πρόσωπο που συνεργάζεται μαζί σας από την πρώτη ταινία είναι η σύντροφός σας και μοντέζ, Άγκνες Χράνιτσκυ. Και μάλιστα δεν είναι απλή μοντέζ, καθώς είναι πολύ κοντά στην συνολική σύλληψη κάθε ταινίας.

ΜΤ. Είναι παρούσα σε όλες τις φάσεις της ταινίας, είναι συνδημιουργός και καμιά απόφαση δεν λαμβάνεται χωρίς αυτήν. Όχι μόνο γιατί πραγματικά ξέρει και καταλαβαίνει, αλλά γιατί δουλεύουμε μαζί, κάνουμε τις ταινίες μαζί. Οι ταινίες μας γίνονται μέσα από μια καθημερινή διαδικασία, με την προετοιμασία, το γύρισμα και το μοντάζ. Ένα άλλο σημαντικό μέλος της οικογένειας είναι ο Μίχαλυ Βιγκ, ο συνθέτης, συνεργαζόμαστε εδώ και 15 χρόνια. Χωρίς αυτόν οι ταινίες θα ήταν διαφορετικές. Ένα μήνα πριν τα γυρίσματα μπαίνει στο στούντιο και γράφει την μουσική κι έπειτα εμείς τη χρησιμοποιούμε πάνω στα γυρίσματα. Η μουσική λοιπόν είναι το ίδιο σημαντική όσο οι ηθοποιοί, τα σκηνικά, η ιστορία. Τον εμπιστευόμαστε τόσο πολύ που ούτε καν πατάμε στο στούντιο. Μας φέρνει την μουσική έτοιμη. Η σχέση μας όπως διαμορφώθηκε σε αυτά τα 15 χρόνια είναι φιλική και βαθιά και δεν χρειάζεται να μιλάμε και πολύ για σοβαρά πράγματα. Δεν συζητάμε ποτέ για την Τέχνη, την Φιλοσοφία, την Αισθητική. Συζητάμε μόνο συγκεκριμένα πρακτικά ζητήματα.

ΤΡ. Πώς τα πάτε με τους διευθυντές φωτογραφίας; Οι Αρμονίες έχουν ένα πολύ συμπαγές φωτογραφικό στυλ κι όμως χρησιμοποιήσατε 7 διαφορετικούς διευθυντές φωτογραφίας.

ΜΤ. Είναι ένα δύσκολο ζήτημα γιατί εξαρτάται μόνο από τον ίδιο τον διευθυντή φωτογραφίας και εμείς απαιτούμε πολύ δύσκολα πράγματα σε σχέση με τις αντοχές και τον χρόνο του καθενός. Είναι πολύ δύσκολο να βρεις το κατάλληλο άτομο, άλλος δεν αντέχει μέχρι τέλους, άλλος δεν έχει χρόνο, άλλος έχει ταλέντο αλλά κάνει λάθη. Είμαστε αρκετά αυταρχικοί και του λέμε ακριβώς τι πρέπει να κάνει, πολύ συχνά ξέρουμε ακριβώς πως θα είναι οι εικόνες. Πάντως, πρέπει να παραδεχθώ, πως την καλύτερη συνεργασία την είχα με τον Γκάμπορ Μέντβιγκυ, στο Satantango. Ήταν πραγματικά όμορφο να δουλεύουμε μαζί.

ΤΡ. Μου κάνει μεγάλη εντύπωση πόσο διαφορετικά είναι τα πρώτα σας φιλμ σε σχέση με τα τελευταία. Αντί για μεγάλα μονοπλάνα και ανοιχτούς χώρους συναντάμε πολλά κοντινά, ανθρώπους σε δωμάτια, κλειστοφοβικά διαμερίσματα, εντελώς καθημερινές καταστάσεις. Με ποιες ιδέες μπήκατε στο σινεμά κι αρχίσατε να γυρίζετε τις δικές σας ταινίες στα 16 σας πριν γίνετε επαγγελματίας;

ΜΤ. Ένα είναι σίγουρο: Δεν χτυπήσαμε την πόρτα της κινηματογραφικής βιομηχανίας ζητώντας την άδεια να μας δεχθούν, γιατί νιώθαμε πως ό,τι συνέβαινε στην βιομηχανία ήταν ένα ψέμα, κάτι κακό και φτηνιάρικο. Πιστεύαμε πως δεν υπήρχε κανένα νόημα να μιλήσουμε και να συνδιαλεχθούμε με αυτούς τους ανθρώπους. Πιστεύαμε πως πρέπει κυριολεκτικά να κλωτσήσουμε την πόρτα και να τους δείξουμε πώς είναι η πραγματική ζωή. Πρέπει να δείχνουμε στον κόσμο την πραγματική ζωή γιατί πολύ δύσκολα την βλέπει στο πανί. Από κει και πέρα όλα ήταν απλά, πιστεύαμε πως έπρεπε να γυρίζουμε φτηνές ταινίες, φιλμ με χαμηλό προϋπολογισμό, ασπρόμαυρα, σε 16 χιλιοστά, με κάμερα στο χέρι, ερασιτέχνες ηθοποιούς και πολλά κοντινά, να στοχεύουμε κατ’ ευθείαν στα πρόσωπα όπως είναι στην πραγματικότητα να μιλήσουμε για τα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε. Με τα χρόνια συνειδητοποιήσαμε πως τα προβλήματα δεν είναι μόνο κοινωνικά, αλλά επίσης οντολογικά, κοσμολογικά. Και μετά αντιληφθήκαμε πως τα πάντα, ακόμα κι ο καιρός, ήταν χάλια, οπότε από εκεί και πέρα δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα άλλο παρά να γενικεύσουμε το κακό. Να δημιουργήσουμε την απόλυτη απελπισία. Κι όσο μεγαλύτερη γίνεται η απελπισία τόσο αυξάνεται και η ελπίδα, είναι πολύ απλό.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)