"Ο Wong Kar-wai είναι για μένα ένας από τους πιο συναρπαστικούς νέους σκηνοθέτες. Οι ταινίες του προκαλούν μια έξαψη όπως όλες οι ταινίες από το Χονγκ Κονγκ. Όμως αυτός είναι λίγο διαφορετικός, οι ταινίες μοιάζουν επηρεασμένες από τον Godard. Αυτή η ανάμειξη είναι πολύ ενδιαφέρουσα.
Όταν είδα για πρώτη φορά το Chungking express συνταράχθηκα. Αυτή την λατρεύω: έχει μια υπέροχη γεύση ρομαντικής κωμωδίας ενώ την ίδια στιγμή συλλαμβάνει αυτό τον τρελό κόσμο του Χονγκ Κονγκ ".
Quentin Tarantino
Ο Wong Kar-wai ανήκει στο δεύτερο Νέο Κύμα του σινεμά του Χονγκ Κονγκ. Μαζί με τον Stanley Kwan και την Clara Law συνέχισαν την ανανέωση στην αισθητική και την θεματολογία που είχαν ξεκινήσει σκηνοθέτες όπως οι Tsui Hark, Ann Hui, Patrick Tam.
Ο Wong χρησιμοποιώντας τις δομές της κινηματογραφικής βιομηχανίας και τους μηχανισμούς της δημιούργησε ένα έργο που εκ πρώτης όψεως στηρίζεται στους ηθοποιούς σταρ και στα στερεότυπα των κινηματογραφικών ειδών. Όμως η ανανεωτική κινηματογραφική γραφή του (που κρύβει μια αποκαλύπτει την γνώση του για δημιουργούς όπως οι Antonioni, Godard και Resnais), οι αφηγηματικές του καινοτομίες (με επιρροές από τους λατινοαμερικάνους μυθιστοριογράφους), η πολύχρωμη αισθητική και ρυθμική αίσθηση που αναδύουν οι ταινίες (που οφείλονται στην καθοριστική συμβολή των συνεργατών του Chris Doyle και William Chang) δημιουργούν ένα πρωτότυπο και μοναδικό αποτέλεσμα. Παρόλα τα κινηματογραφικά είδη στα οποία έχει δοκιμαστεί -ρομαντική κωμωδία, μελοδράματα, αστυνομικές ταινίες, ταινίες πολεμικών τεχνών- στο έργο του Wong μπορούμε να διακρίνουμε ένα κοινό θεματικό πυρήνα: όλες του οι ταινίες περιστρέφονται γύρω από το θέμα του ανέφικτου, του χωρίς ανταπόκριση έρωτα. Οι ήρωες του στιγματίζονται από μια μελαγχολία και αγωνίζονται απεγνωσμένα να απελευθερωθούν από τα μαρτύρια του έρωτα, να χαράξουν νέες πορείες στην ζωή τους. Όμως πέρα απ' αυτό ο Wong θέτει το ζήτημα της μνήμης, της σχέσης του ατόμου με την βιωμένη εμπειρία, της κυριαρχίας του παρελθόντος στο παρόν, απεικονίζει τον πολλές φορές μάταιο αγώνα για απελευθέρωση του ατόμου από την δυναστεία της μνήμης.
Ο Wong Kar-wai (ή Wang Jiawei όπως είναι το όνομα του στα μανδαρινικά) γεννήθηκε το 1958 στην Σαγκάη. Σε μικρή ηλικία αυτός (και η οικογένεια του) βρέθηκε ως πρόσφυγας στο Χονγκ Κονγκ. Μιλούσε μανδαρινικά και καθώς η κυρίαρχη διάλεκτος στο Χονγκ Κονγκ ήταν τα καντονέζικα, ο Wong αισθανόταν αποξενωμένος σ' αυτή την Βρετανική αποικία. Έτσι περνούσε αρκετές ώρες της ημέρας στους κινηματογράφους, όπου παρακολουθούσε (συνήθως με την συνοδεία της μητέρα του) όλων των ειδών τις ταινίες: ταινίες από το Χόλιγουντ, ευρωπαϊκές, τις τοπικές ταινίες σε καντονέζικη διάλεκτο και ταινίες σε μανδαρινικά. Ο Wong θεωρεί αυτή την περίοδο ως μια πραγματική μαθητεία στον κινηματογράφο.
Όταν τελείωσε το λύκειο συνέχισε τις σπουδές του πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ σπουδάζοντας γραφιστική. Ο λόγος αυτής της επιλογής, σύμφωνα με τις δηλώσεις του είναι γιατί πίστευε ότι δεν χρειαζόταν να διαβάζει στο σπίτι, γρήγορα όμως εγκατέλειψε τις σπουδές γραφιστικής και παρακολούθησε ένα σεμινάριο για συγγραφή σεναρίων που διοργάνωσε ένας τοπικός τηλεοπτικός σταθμός. Εργάστηκε ως σεναριογράφος σε πάνω από 20 ταινίες της τοπικής βιομηχανίας. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου γνωρίστηκε και συνεργάστηκε με τον Patrick Tam, έναν σκηνοθέτη άγνωστο στη Δύση που ανήκει στο πρώτο Νέο Κύμα του σινεμά του. Ο Wong σε συνεντεύξεις του έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι θεωρεί τον Patrick Tam ως τον μέντορα του, ένα πρόσωπο που τον έχει βαθιά επηρεάσει. Μαζί θα γράψουν το σενάριο για μια τριλογία που παρακολουθούσε την ζωή των νεαρών γκάνγκστερ, των μελών των τριάδων (κινέζικη μαφία). Ο Partick Tam θα γυρίσει το ένα μέρος της τριλογίας, ενώ ο Wong θα αποδεχτεί την πρόταση ενός παράγωγου και θα σκηνοθετήσει το πρώτο μέρος. Εκείνη την περίοδο στην κινηματογραφική βιομηχανία του Χονγκ Κονγκ η γκανγκστερική ταινία είναι το πιο δημοφιλές είδος, αφού ήταν πρόσφατη η επιτυχία της ταινίας Killer του John Woo (ενός σκηνοθέτη που αργότερα μετανάστευσε στο Χόλιγουντ).
Η ταινία Καθώς κυλούν τα δάκρυα μας (As Tears Go By, 1988) περιέχει όλοι τα στερεότυπα του είδους αλλά παράλληλα αποκαλύπτει ένα σκηνοθέτη με προσωπικό βλέμμα. Βαθύτατα επηρεασμένη από την ταινία του Martin Scorsese, Κακόφημοι δρόμοι (Mean Streets) η ταινία του Wong επικεντρώνεται στο πρόσωπο ενός νεαρού γκάνγκστερ που μοιάζει διχασμένος ανάμεσα στην αδελφική του σχέση μ' ένα φίλο του και στην σαγηνευτική παρουσία μίας νεαρής κοπέλας (στον ρόλο η σταρ του κινηματογράφου του Χονγκ Κονγκ Maggie Cheung σ' ένα από τους πρώτους ρόλους της). Ουσιαστικά όμως η ταινία περιγράφει την πάλη ανάμεσα στο παρελθόν (μαφία) και στο μέλλον (ο έρωτας) του ήρωα και στο πως αυτή η πάλη εν τέλει θα τον σημαδέψει με τραγικό τρόπο.
Η επιτυχία της ταινίας θα επιτρέψει στον Wong να προχωρήσει προς μια πιο προσωπική κατεύθυνση. Θα σκηνοθετήσει την ταινία Τα άγριά μας χρόνια (Days of Being Wild, 1990). Διαδραματιζόμενη την δεκαετία του 60 (μια σημαντική εποχή για την φιλμογραφία του) και ανήκοντας στο είδος της αισθηματικής ταινίας, τα Άγρια μας χρόνια επικεντρώνονται στις συναισθηματικές περιπέτειες των νεαρών πρωταγωνιστών της: οι ατυχίες του έρωτα, οι ανεκπλήρωτες και ανεπίδοτες αγάπες βρίσκονται στο κέντρο της. Διαθέτοντας μια πληθώρα κεντρικών προσώπων (όπου ξεχωρίζει η προσωπικότητα το Leslie Cheung, ενός ηθοποιού, τραγουδιστή, σταρ) η αφήγηση αναπτύσσεται σε επεισόδια -αφηγηματικούς κύκλους με κέντρο πάντα ένα πρόσωπο.
Η ταινία αυτή είναι ο τόπος συνάντησης του Wong με τον Christopher Doyle, έναν τυχοδιώκτη Αυστραλό, τον πιο σημαντικό διευθυντή φωτογραφίας της Νοτιοανατολικής Ασίας και υπεύθυνο για τις λαμπερές και πολύχρωμες εικόνες των ταινιών του. Ο Doyle και ο William Chang, σκηνογράφος, ενδυματολόγος και μοτέρ, είναι οι πιο στενοί συνεργάτες του και σ' ένα βαθμό, όπως εξάλλου ο ίδιος ο Wong έχει δηλώσει, συνδιαμορφωτές των ταινιών του.
Ο Wong δέχθηκε μια πρόταση για να σκηνοθετήσει μια ταινία "γου σιάο πιέν" (ταινία με ξιφομάχους) ένα είδος με μακρά παράδοση στο σινεμά του Χονγκ Κονγκ και ιδιαίτερα δημοφιλές εκείνη την εποχή. Ο Wong επέλεξε να διασκευάσει ένα κλασικό μυθιστόρημα του είδους και επικεντρώθηκε όχι τόσο στην δράση αλλά στις συναισθηματικές περιπέτειες των πρωταγωνιστών της. Οι Στάχτες του Χρόνου (Ashes of Time, 1994) είναι η ταινία που συγκεντρώνει τους πιο σημαντικούς νέους ηθοποιούς του Χονγκ Κονγκ εκείνη την εποχή. Η αφήγηση πολύ περισσότερο από την προηγούμενη ταινία χωρίζεται σε διαφορετικούς κύκλους επεισοδίων όπου οι συναισθηματικές και όχι μόνο περιπέτειες των διάφορών χαρακτήρων αναπτύσσονται. Μόνο κατ' όνομα ταινία δράσης, επικεντρώνεται σ' αυτό που δηλώνει ο τίτλος της στις αναμνήσεις, τις στάχτες της φωτιάς του έρωτα, που ο χρόνος αφήνει στο πέρασμα του. Η ταινία λόγω της μη-συμβατικής αφήγησής της απογοήτευσε τόσο τους κριτικούς του Χονγκ Κονγκ όσο και τους θεατές, για να αναγνωριστεί κυρίως στην Δύση και να θεωρείται σήμερα ως το κρυφό αριστούργημα του Wong Kar-wai.
Τα δύο χρόνια που διήρκεσαν τα γυρίσματα και η ολοκλήρωση της υπήρξαν βασανιστικά για τον Wong και λίγο πριν την τελική επεξεργασία της ταινίας αποφάσισε να γυρίσει μ' ένα μικρό συνεργείο και σε σύντομο χρονικό διάστημα μια ρομαντική κωμωδία. Το Chungking Express (1994) ήταν η ταινία που έκανε τον Wong Kar-wai διάσημο στην Δύση και δημιούργησε τους πρώτους φανατικούς θαυμαστές του, όπως τον Quentin Tarantino. Και σ' αυτή την ταινία συναντάμε δύο μικρές ιστορίες για τις ατυχίες του έρωτα, όμως τώρα ο τόνος είναι ανάλαφρος και η διάθεση ευχάριστη. Κάμερα στο χέρι, αυτοσχεδιασμός, η χαοτική κίνηση στους δρόμους και το πλάνο της αργής κίνηση ("σήμα κατατεθέν" του ύφους του Wong) χαρακτηρίζουν τη ταινία. Παράλληλα αυτή η ταινία αναδεικνύει μια αληθινή σταρ, την τραγουδίστρια της canto-pop, την Faye Wong.
Η επόμενη ταινία το Χαμένοι Άγγελοι (Fallen Angels, 1995) μοιάζει ως η αντίστροφη, σκοτεινή εκδοχή Chungking express. Οι ευρυγώνιοι φακοί, η νυχτερινή ατμόσφαιρα και η διάχυτη βία κάνουν αυτή την γκανγκστερική ταινία μια ζοφερή περιπλάνηση στην πόλη του Χονγκ Κονγκ. Αφηγείται την άτυχη στην κατάληξη της ερωτικής ιστορία ενός επαγγελματία δολοφόνου και της πράκτορας του, ενώ και εδώ η προσοχή του σκηνοθέτη αποσπάται και σ' άλλα πρόσωπα όπως σ' ένα νεαρό και τις προσπάθειες να κατανοήσει τις περιπλοκές του έρωτα.
Αξίας επισήμανσης και στις δύο αυτές ταινίες(αλλά και στις υπόλοιπες) είναι η χρήση της μουσικής: ρέγκε, επιτυχίες της canto-pop, παλιές ροκ 'ν' ρολ επιτυχίες ή νοσταλγικά λατιν τραγούδια συναντάμε στις ταινίες του Wong. Η σκηνοθεσία του, η κίνηση της κάμερα μοιάζει να δονείται από τον ρυθμό της μουσικής, η κάμερα χορογραφείται, δημιουργώντας ένα αποτέλεσμα που υπερβαίνει την αισθητική του βίντεο κλιπ. Η μουσική ποπ, στις διαφορετικές εκδοχές της, φαίνεται ότι δημιουργεί μια ατμόσφαιρα στα γυρίσματα, ενώ αρκετοί από τους τίτλους των ταινιών του προέρχονται από πολύ γνωστά τραγούδια.
Η επόμενη ταινία του Wong δημιουργείται μέσα σ' ένα ιδιαίτερο κλίμα: το 1997 είναι η χρονιά που η Μεγάλη Βρετανία παραδίδει το Χονγκ Κονγκ στην Κίνα. Όντας μια πολιτιστική και πολιτειακή ιδιαιτερότητα, η πόλη νιώθει να απειλείται απ' αυτή την μεταβολή, και οι κάτοικοι της να αισθάνονται ότι κινδυνεύει η ιδιαίτερη ταυτότητά τους. Τα χρόνια που προηγήθηκαν της επανένωσης ένας μεγάλος αριθμός κατοίκων του Χονγκ Κονγκ μετανάστευσαν σε δυτικές χώρες. Ο Wong υπό το βάρος αυτών των γεγονότων και έχοντας να αντιμετωπίσει την επιτυχία που γνώρισαν στην Δύση οι δύο προηγούμενες ταινίες του, φεύγει με δύο ηθοποιούς και ένα μικρό συνεργείο για το Μπουένος Άιρες. Είναι αποφασισμένος να γυρίσει μια ταινία φόρο τιμής στον μυθιστοριογράφο Manuel Puig και στο ταγκό. Αντιμέτωπος αυτός και το συνεργείο μ' ένα ξένο τόπο και μια γλώσσα που δεν μιλάνε, γρήγορα θα παγιδευτούν: η παραγωγή θα σταματήσει προσωρινά, ο Wong θα περιφέρεται στα μπαρ του Μπουένος Αιρες γράφοντας το σενάριο και οι δύο ηθοποιοί του, ο Leslie Cheung και ο Tong Leung, θα τριγυρνάνε στην πόλη μεθυσμένοι. Ύστερα από αρκετές περιπέτειες τα γυρίσματα θα ολοκληρωθούν και η αρχική εκδοχή της ταινίας είναι διαρκείας τριών ωρών. Στην τελική εκδοχή της ταινίας θα μείνουν μόνο 90 λεπτά και μια ερωτική ιστορία ανάμεσα σε δύο άνδρες στο αφιλόξενο Μπουένος Άιρες. Η ταινία Ευτυχισμένοι μαζί (Happy together, 1997) αποτελεί μια μοναδική "εν θερμώ" καταγραφή του έρωτα, όταν αυτός αρχίζει σιγά -σιγά να σβήνει και να χάνεται. Παρόλο που οι πρωταγωνιστές είναι του ίδιου φύλου, γρήγορα ο θεατής αδιαφορεί γι' αυτό και βυθίζεται σ' ένα σύμπαν όπου οι αμφιθυμίες, οι δισταγμοί και οι αμφιβολίες υπονομεύουν τις ευδαιμονίες του έρωτα. Ο κεντρικός χαρακτήρας αγωνίζεται απεγνωσμένα να διαφυλάξει τον έρωτά του, για να ανακαλύψει έντρομος ότι αυτός έχει προ πολλού πεθάνει. Στο τέλος αγωνίζεται απεγνωσμένα να απελευθερωθεί απ' αυτόν. Η ταινία θα τιμηθεί με τον βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Καννών και θα γνωρίσει την αποδοχή και από κριτικούς και από κοινό.
Το 1999 o Wong γυρίζει δύο ταινίες ταυτόχρονα: το 2046 μια ταινία επιστημονικής φαντασίας καθώς και μια σπονδυλωτή ταινία με τρεις ιστορίες για την σχέση έρωτα και φαγητού. Τελικά θα επιλέξει να ασχοληθεί μόνο με την δεύτερη, από την οποία θα κάνει μια ταινία μεγάλου μήκους βασισμένη σε μια από τις τρεις ιστορίες. Η Ερωτική επιθυμία (In the Mood for Love, 2000) είναι η ταινία που τον έκανε ευρύτερα γνωστό στην Δύση και αυτή που καθιέρωσε ως διεθνείς σταρ την Maggie Cheung (ένα πρώην μοντέλο) και τον Tony Leung. Η σχέση δύο παντρεμένων των οποίων οι σύζυγοι έχουν ερωτικό δεσμό, η προσπάθεια τους να συνδιαλλαγούν με την απιστία, ο έρωτας που ξαφνικά φουντώνει και η ατυχής κατάληξή του απεικονίζονται με τρόπο ελλειπτικό, καθώς ο σκηνοθέτης επικεντρώνεται στις συναισθηματικές στιγμές παρά στα γεγονότα.
Μετά την παγκόσμια περιοδεία για την προώθηση της ερωτικής επιθυμίας σκηνοθέτης και πρωταγωνιστές επέστρεψαν στο 2046. Νέοι ηθοποιοί συμπεριλήφθησαν στην διανομή των ρόλων και τα γυρίσματα από το Μπανγκόκ, μεταφέρθηκαν στην πρώην πορτογαλική αποικία του Μακάο και αργότερα στην Σαγκάη. Η ταινία προγραμματίστηκε για προβολή στο φεστιβάλ Κανών 2003 όμως ο Wong ανέβαλε την πρεμιέρα της. Συνέχισε με γυρίσματα τον Ιούνη του 2003 και προγραμμάτισε την πρεμιέρα της για το φεστιβάλ Βενετίας 2003. Νέα αναβολή, νέα γυρίσματα και υπόσχεση αυτή την φορά ότι η ταινία θα προβληθεί στο φεστιβάλ Καννών 2004. Ήδη πάνω από 4 χρόνια αυτή αποκαλύπτει τον τρόπο δουλείας του Wong Kar- wai: την "εν θερμώ" δημιουργίας μιας ταινίας στο πλατό, την αναποφασιστικότητα, τους δισταγμούς του, την επιμονή του στο να σκηνοθετεί μέχρι να αισθανθεί ότι η ταινία έχει ολοκληρωθεί.
Δ.Μ.