Η θέση που κατέχει ο Σέιτζουν Σουζούκι/ Seijun Suzuki μέσα στο τοπίο του ιαπωνικού σινεμά είναι αυτή ενός ενδιάμεσου: ανάμεσα στη γενιά των μεγάλων δασκάλων Κουροσάουα,Μιζογκούτσι, Όζου, και Ναρούσε,που, δουλεύοντας μέσα στο περιβάλλον των στούντιο, σημάδεψαν το ιαπωνικό σινεμά και τη νεαρότερη ατίθαση γενιά του Νέου Κύματος (Όσιμα, Ιμαμούρα) που έδωσε μια νέα αιρετική και ανατρεπτική εικόνα για την ιαπωνική κοινωνία. Αυτή η αίσθηση μετάβασης, από τη μια παλιά εποχή σε μια καινούργια,είναι κυρίαρχη σ' όλο το πρώτο και πιο παραγωγικό μέρος της καριέρας του: μικρές ρήξεις και ανατροπές, και η εμφάνιση μιας έντονης σκηνοθετικής παρουσίας -με εμμονές και ένα στυλ, στιγματίζουν τις ταινίες της εποχής Nikkatsu.
Αυτές οι ταινίες είναι διάστικτες από εκδηλώσεις ενός ανήσυχου, ανατρεπτικού και, όπως αποδείχτηκε στην συνέχεια, ανυπότακτου πνεύματος, αλλά και από στιλιστικά παραληρήματα, από αιφνίδιες εκρήξεις ενός καταπιεσμένου σκηνοθετικού πάθους, από ανηλεείς βομβαρδισμούς του θεατή από έναν ορμητικό χείμαρρο εικόνων.
Εδώ θα συναντήσουμε όλο το αισθητικό οπλοστάσιό του: αίσθηση θεατρικότητας, άγριος και ανελέητος σαρκασμός,χρήση των χρωμάτων,γρήγορος εσωτερικός ρυθμός στη σεκάνς, ανορθόδοξες γωνίες λήψης, και μια ισχυρή διαλεκτική σχέση του ήρωα με το σκηνικό, έναν ιδιόμορφο διάλογο ηθοποιού με το χώρο. Παράλληλα, υπάρχει μια εμμονή με τις κατώτερες τάξεις, με την απολίτιστη και άγρια πλευρά της ιαπωνικής κοινωνίας (κάτι που μας θυμίζει τον συνάδελφο του στη Nikkatsu, Ιμαμούρα),μια ασεβής και αιρετική κοινωνική κριτική, που πάντα διαπλέκεται με μια ανορθόδοξη -για έναν έμμισθο σε στούντιο- σκηνοθετική πρακτική, μια ιδιαίτερη έκφραση ανησυχίας.
Αυτή η ανησυχία θα διογκωθεί και θα γίνει κεφαλαιώδης σε δυο ταινίες: στο Ο αλήτης του Τόκιο/ Tokyo Drifter και Γεννημένος δολοφόνος/ Branded to Kill. Εδώ,οι συμβάσεις του «είδους» που τόσο πιστά υπηρέτησε ο Σουζούκι σε ταινίες όπως το μελόδραμα Ιστορία μιας πόρνης/ The Story of a Prostitute και η γκανγκστερική ταινία Άγρια νιότη/ Youth of the Beast, θα διαλυθούν από την ορμή και την ένταση με την οποία επιτίθεται ο σκηνοθέτης. Ο Σέιτζουν Σουζούκι αδιαφορεί, άλλοτε πλήρως και άλλοτε εν μέρει, για την αφήγηση: αντιλαμβάνεται την ιστορία της ταινίας ως έναν καμβά πάνω στον οποίο θα υφάνει συναρπαστικές οπτικές συνθέσεις,που διακρίνονται από ιδιαίτερο δυναμισμό και ένταση. Ο ήρωας είναι πολλές φορές μια μαριονέτα στα χέρια του σκηνοθέτη: ο Σουζούκι συστηματικά τον περιορίζει και τον εγκλωβίζει μέσα σ' ένα χώρο (ή θεατρικότητα) και εκεί ασκεί όλες τις δυνάμεις του, τον βομβαρδίζει.
Είναι εμφανές, σε ταινίες όπως τα Πίστολ Όπερα/ Pistol Opera και Πριγκίπισσα Ρακούν/ Princess Raccoon, ότι ο κόσμος του Σουζούκι είναι ένα περίκλειστο σύμπαν, μια (θεατρική) σκηνή, ένα σύμπαν που ορίζεται στην πρώτη περίπτωση από τις συμβάσεις του «είδους» ή τις συμβάσεις του λαϊκών μύθων. Ωστόσο,ο Σουζούκι,αν τί να υπακούσει στους περιορισμούς, επέλεξε να τους χρησιμοποιήσει ως το πλαίσιο για να εκφράσει με οπτικό τρόπο την ατομικότητα του, να διαφοροποιηθεί από το τυποποιημένο προϊόν ενός στούντιο.
Σ' αυτή τη στάση μπορούμε ν' ανιχνεύσουμε μια ανυπότακτη διάθεση,τ όσο σπάνια σε μια τόσο αυστηρά ιεραρχική και τυπολατρική ιαπωνική κοινωνία, όπου το τελετουργικό είναι ο κανόνας που πρέπει να τηρηθεί. Αυτό το αναρχικό πνεύμα εξέγερσης αντανακλάται και στους ήρωες των ταινιών: Η διαρκής περιπλάνηση (Τσιγγάνικη μελωδία/ Zigeunerweisen), ο έρωτας που δεν γνωρίζει διαφορές και περιορισμούς (Πριγκίπισσα Ρακούν/ Princess Raccoon και Ιστορία μιας πόρνης/ The Story of a Prostitute), το πνεύμα ανεξαρτησίας (Άγρια νιότη/ Youth of the Beast, Ο αλήτης του Τόκιο/ Tokyo Drifter), ή ο άπελπις αγώνας επιβίωσης ενάντια στις στυγνές ιεραρχίες (Πίστολ Όπερα/ Pistol Opera, Γεννημένος δολοφόνος/ Branded to Kill). Μια ισχυρή δήλωση ατομισμού, μια αναζήτηση μακριά από ιεραρχίες, μια έκφραση ατομικής συνείδησης σε κατάσταση εξέγερσης: αυτός είναι ο πυρήνας κάθε μυθοπλασίας του Σέιτζουν Σουζούκι.
Η αναζήτηση για το οπτικά συναρπαστικό και νέο χαρακτηρίζει τη σκηνοθετική διαδρομή του Σέιτζουν Σουζούκι. Θα περιπλανηθεί σε χώρους ανόμοιους και ετερογενείς και από εκεί θα αντλήσει εικόνες και χρώματα: από την pop art στη λαϊκή κουλτούρα της πατρίδας του, από τους πίνακες της δυτικής ζωγραφικής στην γκανγκστερική μυθολογία του Χόλιγουντ, από την ποπ μουσική στις μελαγχολικές εικόνες της ιαπωνικής ποίησης. Πίσω απ' όλα αυτά υπάρχει μια αντίληψη για το σινεμά τόσο παλιά, αλλά και πάντα τόσο νέα: οι κινηματογραφικές εικόνες πρέπει να αιχμαλωτίζουν το βλέμμα του θεατή, να τον καταλαμβάνουν εξ απρόοπτου.
Η διαρκής ανησυχία του Σέιτζουν Σουζούκι πάντα ήταν πώς να σκηνοθετεί εικόνες που να συλλαμβάνουν την προσοχή του θεατή, να τον ερεθίζουν,να τον προκαλούν μ' ένα οπτικό τρόπο, και, τέλος, να τον «διασκεδάζουν», όπως ο ίδιος διαρκώς τονίζει στις συνεντεύξεις του. Το σινεμά του ήταν και παραμένει πάντα ένα σινεμά της έκπληξης, του οπτικού ευρήματος, ένα σινεμά που βασικός του στόχος είναι να διαλύσει την ανία και το προβλέψιμο που συνοδεύει κάθε χρόνια εθισμένο στις κινηματογραφικές εικόνες θεατή.
Δημήτρης Μπάμπας