Ο Ουμπέρτο Έκο/Umberto Eco μιλάει για την ταινία του Κέρτιζ "Καζαμπλάνκα" με τον Χόμφρεϋ Μπόγκαρτ και την Ίνγκριντ Μπέργκμαν .
Γιατί θέλησα να μιλήσω για την Καζαμπλάνκα/ Casablanca; Από τεμπελιά! Το ξέρω απ' έξω: ο γιατρός μου συνέστησε να βλέπω αυτό το έργο μια φορά το μήνα.
Η ταινία " Καζαμπλάνκα" δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα πρόσχημα . Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να δώσω την απάντηση στην ερώτηση "πως γεννιέται ένα "καλτ μούβι", μια ταινία αντικείμενο λατρείας;" Σ' αυτό τον τομέα ο κινηματογράφος διαφέρει από την λογοτεχνία. Υπάρχουν και "καλτ-μπουκς", βιβλία που λατρεύονται σαν είδωλα, αλλά τα κριτήρια εδώ είναι διαφορετικά. Για παράδειγμα είναι αδιάφορο αν το βιβλίο έχει καλλιτεχνική αξία. Η "Θεία Κωμωδία" και η "Ιλιάδα" είναι αντικείμενα λατρείας, στον ίδιο βαθμό που είναι και οι "Τρεις σωματοφύλακες " και ο κύκλος του "Φλας Γκόρντον". Αντίθετα φαίνεται ότι γίνεται αντικείμενα λατρείας μόνο άσχημες ταινίες. Για να πούμε την αλήθεια το "Καζαμπλάνκα" δεν είναι και σπουδαίο έργο. ’λλες ταινίες, που μπορούν να θεωρηθούν σαν έργα τέχνης του ίδιου επιπέδου με την "Ιλιάδα", δεν έχουν μείνει τόσο αγαπητές.
Μου έρχεται στο μυαλό η πρώτη απάντηση: ένα έργο για να γίνει ιερό (είτε αυτό είναι μια ταινία, ένα βιβλίο ή οτιδήποτε άλλο) πρέπει να έχει κάτι από αινιγματικό παιχνίδι. Πρέπει δηλαδή να έχει μπερδεμένη πλοκή και πολλά πρόσωπα έτσι ώστε οι θεατές να μπορούν να ταυτιστούν κάποιο απ' αυτό ν' αγαπήσουν μόνο μερικές μορφές να ψάξουν να βρουν τη γεωμετρία του έργου, τα αινίγματα του, την ακροστιχίδα του. Είναι η τυπική περίπτωση της "Θείας Κωμωδίας" του Δάντη. Γνωρίζετε φυσικά ότι υπάρχουν οι "δαντιστές" αλλά και οι "δαντομανείς". Η μελέτη του Δάντη καλύπτει όλο το φάσμα, που ξεκινάει από το πανεπιστήμιο έδρανο και φτάνει μέχρι τις ψυχιατρικές κλινικές.
CasablancaΑυτή η απάντηση όμως δεν είναι ικανοποιητική. Στις ΗΠΑ για πολλά χρόνια εμφανίστηκε ή λατρεία του βιβλίου του Έρμαν Έσσε "Σιντάρτα" που αναφέρεται σ' ένα μόνο σημαντικό πρωταγωνιστή. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε λοιπόν ένα άλλο κριτήριο: για να γίνει αντικείμενο λατρείας ένα έργο πρέπει να είναι "αρθρωτό" ή το λιγότερο -και συγχωρέστε με τον νεολογισμό- "αρθροποιητό". Δηλαδή πρέπει να μπορεί να χωρίζεται σε διάφορα μέρη. Και εδώ εξηγείται η διαφορά ανάμεσα στο βιβλίο και στην ταινία: ένα βιβλίο μπορεί πάντα να χωριστεί σε μέρη, αλλά σε μια ταινία δεν μπορεί να επιβληθεί ο ρυθμός ανάγνωσης. Μία συμπαγής ταινία αποθηκεύεται στη μνήμη σαν ένα μοναδικό σύνολο και γι' αυτό μόνο μία ταινία που ήδη είναι χωρισμένη σε μέρη από μόνη της, μπορεί να δημιουργήσει πιστούς.
Να λοιπόν που φτάσαμε στην "Καζαμπλάνκα". Είναι μία ταινία γεμάτη από "ενότητες που μπορούν να είναι αρθρωτές", δηλαδή είναι γεμάτο "αρχέτυπα", από αφηγηματικές στιγμές που τις έχεις πρόχειρες, μεμονωμένες και που μπορείς να τις χειριστείς όπως θέλεις. Κύρια, πρόκειται για πράγματα που σου θυμίζουν άλλα πράγματα, ιδωμένα από άλλα μέρη. Για την "Καζαμπλάνκα" έχω τη θεωρία μου: είναι μία ταινία της οποίας το σενάριο γραφόταν σιγά-σιγά, ενώ γυριζόταν, φαίνεται ότι στα μισά του γυρίσματος δεν ήξεραν ακόμα αν η Ίνγκριντ Μπέργκμαν θα έφευγε με τον Πωλ Χενράιτ ή θα έμενε με τον Μπόγκαρτ. Μη ξέροντας που έπρεπε να καταφύγουν, ο Κέρτιζ και οι σεναριογράφοι, γέμισαν την ταινία από κοινούς τόπους(κοινοτυπίες), κάνοντας την μια ταινία γεμάτη από βασικές στιγμές της περιπετειώδους ταινίας. Όπως είναι γνωστό τρεις κοινοί τόποι (κοινοτυπίες) που δεν συμπίπτουν είναι ένα μπέρδεμα, άλλα χίλιοι κοινοί τόποι (κοινοτυπίες) που δεν συμπίπτουν είναι ένα μνημείο. Κάτι σαν και εκείνη την τερατώδη εκκλησία της Βαρκελώνης την Αγία Οικογένεια του Γκάουντι.
Κατά τη γνώμη μου στην "Καζαμπλάνκα" συνέβη το ίδιο, που σύμφωνα με τον Έλιοτ, συνέβη στον "Αμλετ": ότι δηλαδή στην πραγματικότητα δεν είναι το πιο όμορφο έργο του Σαίξπηρ, αλλά το πιο άσχημο και μπερδεμένο. Αλλά είναι και το πιο γνωστό, ακριβώς επειδή ο Σαίξπηρ το κατασκεύασε βασιζόμενος πάνω σε χίλιες διαφορετικές πηγές, που δεν μπορούσαν να συνυπάρχουν. Έκανε έτσι ένα αρθρωτό έργο, που στους μεταγενέστερους φάνηκε σαν "διφορούμενο και άρα πολύ πιο γοητευτικό".
Τα αρχέτυπα της "Καζαμπλάνκα" είναι πάρα πολλά και ανήκουν στα πιο διαφορετικά κινηματογραφικά είδη. Μπορούμε ν' απαριθμήσουμε παρά πολλά: η αντίθεση "πολιτισμός κατά της βαρβαρότητας", ο μύθος της Γης της Επαγγελίας (της Αμερικής φυσικά ), η εξέλιξη του Μπόγκαρτ από κυνικό σε καλό ήρωα , η αιώνια προσμονή της ελευθερίας, η βίζα για τις ΗΠΑ σαν μαγικό κλειδί που λύνει όλα τα προβλήματα, και κυρίως το θέμα της θυσίας, με τον Μπόγκαρτ που αφήνει την Μπέργκμαν για να την "χαρίσει " στο νόμιμο άνδρα της. Ο Μπόγκαρτ είναι πραγματικά ένα χριστολογικό πρόσωπο, πράγμα που κατάλαβε πολύ καλά ο Γούντυ ’λλεν και στην ταινία "Ξαναπαίξτο Σάμ", όπου ο Μπόγκαρτ του παρουσιάζεται σαν άγγελος βοηθός. Και ποιο πρόσωπο θα μπορούσε να δώσει ζωή σε μια λατρεία αν όχι αυτό;
Αν όλα αυτά τα πράγματα στην "Καζαμπλάνκα" υπάρχουν τυχαία ή σύμφωνα με τη θέληση του σκηνοθέτη, έχει δευτερεύουσα σημασία. Αυτό που ψάχνουμε είναι ή "υποσυνείδητη γλώσσα" της λατρείας. Η "Καζαμπλάνκα" είναι μια χιονοστιβάδα από σύμβολα, που αποκαλύπτει ότι το πνευματικό υποσυνείδητο, υπάρχει σε αντίθεση με το άλλο υποσυνείδητο, εκείνο το ψυχολογικό, που εφευρέθηκε από τους ψυχαναλυτές. Η "Καζαμπλάνκα" δεν είναι μια ταινία, είναι μια ανθολογία. Και επαναλαμβάνω: δύο "κλισέ" προκαλούν το γέλιο, εκατό συγκινούν. Και σ' αυτό το σημείο σας προτείνω ένα παιχνίδι. Ας δούμε μαζί την ταινία και κάθε φορά που κάποιος ανακαλύπτει κάτι που του θυμίζει μια άλλη ταινία προηγούμενη ή επόμενη ας σηκώσει το χέρι του και ας βλέπουμε μαζί τι συμβαίνει.
(Διάλεξη του Ουμπέρτο Έκο που έγινε στο Μιλάνο. Δημοσιεύτηκε στην ιταλική εφημερίδα Unita. Η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Θεσσαλονίκη στο φύλλο της 28ης Σεπτεμβρίου 1984)