(Εντελώς μεταξύ μας)
του Rajko Grlic
neka2.jpg

Ο Νίκολα (Miki Manojlović) είναι ένας bon – viveur. Προσέχει τον εαυτό του, γυμνάζεται, φορά ακριβά ρολόγια, είναι παντρεμένος αλλά απατά συχνά τη σύζυγό του και διατηρεί και μία μακροχρόνια παράλληλη σχέση, χωρίς η μία σύντροφος να γνωρίζει φυσικά την ύπαρξη της άλλης. Ακόμη και οι αδυναμίες του πολλές φορές γίνονται γοητευτικές, και καθότι οικονομικά ευκατάστατος απολαμβάνει τον σεβασμό και την συμπάθεια όλων.
Ο αδελφός του Braco (Bojan Navojec) απ’ την άλλη, βιώνει τη διάλυση του γάμου του, κάποιες φορές βρίσκοντας παρηγοριά σε σύντομες σχέσεις κι άλλες μελαγχολώντας. Δεν έχει χρήματα και ζητά συχνά τη βοήθεια του Νίκολα. 
Και οι δυο τους βρίσκονται μπλεγμένοι σ’ένα γαϊτανάκι σχέσεων, άλλοτε μόνο σεξουαλικών κι άλλοτε συναισθηματικών...
Η ταινία συμμετείχε στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Κάρλοβι Βάρι όπου και κέρδισε το Βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας.
Ο Miki Manojlović είναι ένας απο τους πιο σημαντικούς ηθοποιούς της πρώην Γιουγκοσλαβίας: μεταξύ άλλων έχει παίξει και στις ταινίες When father was away on business, Underground, Black Cat, White Cat.
neka1.jpgΟ σκηνοθέτης της ταινίας Rajko Grlic σημειώνει: «Σήμερα, είναι οι ερωτικά άπιστοι που υποκαθιστούν τους επαναστάτες, τους οραματιστές, τους παράνομους του χτες. Σύμφωνα με τους κοινωνιολόγους η έκσταση της εξέγερσης, η γλυκιά ανατριχίλα της παράβασης  των κανόνων, και ο κίνδυνος της διάβασης στο άγνωστο έχει περιοριστεί στην περιπέτεια που ονομάζουμε απιστία. Επισημαίνουν δε ότι όλες οι κοινωνίες ουσιαστικά την επιτρέπουν σιωπηλά, παρά την δημόσια καταδίκη της και την θεωρούν τον ελάχιστο από τους δημόσιους κινδύνους.
(...) Έχω ακούσει, όπως όλοι μας, αμέτρητες ιστορίες για σχέσεις, απιστίες και διπλές ζωές. Πρέπει να ομολογήσω ότι πάντα θαύμαζα την φαντασία και ενέργεια που ορισμένοι άνθρωποι επενδύουν σ’αυτές. Καθώς και το ότι τις θεωρούν «επαναστατικές» και «δημιουργικές» κορυφές της ζωής τους.
(...) Πέντε ιστορίες λοιπόν για πέντε μεσήλικες που ο Ante Tomic κι εγώ ανοίγουμε με τη μέθοδο της babushka, η κάθε μια ιστορία να εμπεριέχει κι ακόμα μία και που εμφανίζονται τόσο κοντά σ’ αυτή την πόλη, αυτή τη στιγμή, στη ζωή μέσα της, αλλά και σ’ εμένα προσωπικά.
Θέλησα αυτή η ταινία να είναι χαρούμενη, γεμάτη ζωή, πυκνή σε υφή, ακριβής στην κινηματογράφηση, γρήγορη στην αφήγηση και σχεδόν ντοκυμαντερίστικη στην ηθοποιία. Αντιπαραβάλω υπερβολικά κοντινά αφιερωμένα στο ανθρώπινο πρόσωπο και ευρύτατα μακρινά πλάνα αφιερωμένα στην πόλη που γεννήθηκα και στους ανθρώπους της με τους οποίους την μοιράζομαι».

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)