Μια γαλλίδα ηθοποιός φτάνει στη Χιροσίμα για τα γυρίσματα ενός ντοκιμαντέρ με θέμα την ειρήνη. Περνά την νύχτα της με ένα γιαπωνέζο αρχιτέκτονα - περιστασιακό εραστή. Οι μνήμες του πυρηνικού ολέθρου που έπληξε την πόλη, συναντούν τις δικές της αναμνήσεις από τον δικό της γενέθλιο τόπο, το Νεβέρ, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του εφηβικού της έρωτα μ’ έναν γερμανό στρατιώτη που δολοφονήθηκε μπροστά στα μάτια της. Παρόν και παρελθόν εναλλάσσονται συνεχώς μέσα από την (αν)έφικτη ερωτική επαφή και τη δύσκολη επικοινωνία (δεν μιλούν ο ένας την γλώσσα του άλλου), καθώς και τις περιπλανήσεις τους σε διάφορες τοποθεσίες της Χιροσίμα. Όλα συμβαίνουν στη διάρκεια ενός εικοσιτετραώρου, γιατί η γυναίκα (που δεν μαθαίνουμε ποτέ το όνομά της, όπως ούτε και του ιάπωνα εραστή της), θα πρέπει να επιστρέψει στη Γαλλία. Θα επιστρέψει όμως;
To 1959, με το Hiroshima mon amour/ Χιροσίμα αγάπη μου, σε σενάριο της Μαργκερίτ Ντυράς/ Marguerite Duras, πραγματοποιείται το πέρασμα του Αλέν Ρενέ/Alain Resnais από το ντοκιμαντέρ στη μυθοπλασία. Η ταινία βασίζεται εξ ολοκλήρου πάνω στην ανάκληση της μνήμης, ακολουθώντας τα δαιδαλώδη μονοπάτια της και σ΄ αυτό ακριβώς οφείλεται η μορφική της ανακολουθία και οι αφηγηματικές της παρεκκλίσεις. Με κλειδί τη λέξη «θυμάμαι», η οποία ανοίγει τις πύλες της μνήμης και του παρελθόντος χρόνου, η ταινία επαναφέρει στο παρόν, μέσα από τη εφήμερη ερωτική συνάντηση της γαλλίδας με τον ιάπωνα, τραυματικές αναμνήσεις από την εποχή του πολέμου: από τη δική της τραυματική εμπειρία στο Νεβέρ και από το πυρηνικό ολοκαύτωμα της Χιροσίμα, με χρήση επικαίρων της εποχής. Η αφήγηση με λυρισμό μεγάλης έντασης και δραματική δύναμη, μετακινείται διαρκώς από το ατομικό στο συλλογικό δράμα, σε μια συγκλονιστική οπτικο-ακουστική σύνθεση. Ο έρωτας απελευθερώνει βαθιά κρυμμένες εικόνες και συναισθήματα, φέρνοντας κοντά τους δύο εραστές και ταυτόχρονα αναδεικνύοντας την υπαρξιακή και πολιτισμική απόσταση που τους χωρίζει. Η ρευστότητα του χρόνου και η υποκειμενικότητα της μνήμης, αποτελούν τον δραματικό άξονα αυτής της αριστουργηματικής ταινίας, καθιστώντας τη θέασή της –κάθε φορά- μια ανεπανάληπτη κινηματογραφική εμπειρία.
Στην ταινία απονεμήθηκε το Βραβείο Fipresci Φεστιβάλ Κανών (1959)
(δ.τ.)