του David Cronenberg
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
Όσοι πραγματικά γνωρίζουν την προηγούμενη φιλμογραφία μου θα δουν στην «Επικίνδυνη Μέθοδο (A Dangerous Method)» πολλές ομοιότητες με τις προηγούμενες ταινίες μου. Πάντα με απασχολούσαν τα ψυχοσωματικά προβλήματα. Η πρώτη επτάλεπτη ταινία που έκανα λεγόταν «Transfer» και είχε μόνο δύο ήρωες, έναν ψυχίατρο και έναν ασθενή. Ωστόσο στο ξεκίνημα μιας καινούριας δουλειάς ό,τι έχω κάνει στο παρελθόν εξαφανίζεται, είναι σα να μην υπάρχει. Δουλεύω πάντα με τον ίδιο τρόπο. Αφουγκράζομαι αυτό που χρειάζεται μια ταινία και προσπαθώ να της το δώσω. Το καινούριο στην «Επικίνδυνη Μέθοδο» είναι τα υπαρκτά πρόσωπα. Είχα ξανακάνει ταινία εποχής, αλλά εδώ για πρώτη φορά προσπαθώ να αναστήσω ιστορικές προσωπικότητες.
Όταν διάβασα το θεατρικό έργο «The Talking Cure» του Christofer Hampton πάνω στο οποίο βασίζεται η ταινία, συνειδητοποίησα ότι εδώ και πολύ καιρό ήθελα να γυρίσω μια ταινία για τη γέννηση της Ψυχανάλυσης. Για τον Freud έτρεφα πάντα έναν ιδιαίτερο θαυμασμό. Με συγκινούσε το βάθος της σκέψης του, το ανήσυχο πνεύμα και ο αθεϊσμός του. Αλλά και άλλα στοιχεία, όπως ο δογματισμός και ο σαρκασμός του. Δεν ήθελα ωστόσο να φτιάξω ένα ελκυστικό πορτρέτο. Από την άλλη υπήρχε η πολύ ενδιαφέρουσα διαμάχη με τον Jung, απέναντι στην οποία προσπάθησα να μείνω αμέτοχος και νομίζω τα κατάφερα. Η σχέση των δυο ανδρών είναι για μένα κομβικό σημείο στην ταινία. Η κοινή τους πορεία και η διάσταση. Ο Jung εξάλλου αποτελεί την κεντρική φιγούρα στην ιστορία. Με το κείμενο του Hampton όμως είχα ξαφνικά μπροστά μου μια δραματική δομή αλλά και ένα πρόσωπο που μου ήταν εντελώς άγνωστο, τη Sabina Spielrein. Με αυτήν η ταινία μου αποκτούσε νόημα.
Κατά τη γνώμη μου οι ανακαλύψεις του Freud και του Jung ήταν κοσμοϊστορικής σημασίας και μπορούν να συγκριθούν μόνο με την επανάσταση που έφερε η θεωρία του Δαρβίνου. Για πρώτη φορά οι άνθρωποι έβλεπαν τον κόσμο και τις πράξεις τους διαφορετικά και μάθαιναν ότι μέσα τους κυριαρχούσαν τάσεις και ορμές με ανυπολόγιστη εξουσιαστική δύναμη. Ο Freud τους αποκάλυπτε με εντελώς νέο τρόπο τον πόθο και τον τρόμο της σεξουαλικότητας. Κάτι που μαζί με τη συμφραζόμενη πολιτική διάσταση θα ήταν γι αυτούς ιδιαίτερα ενοχλητικό, μια «Επικίνδυνη Μέθοδος», όπως δηλώνει και ο τίτλος. Σε μια ευημερούσα και εξελιγμένη αστική κοινωνία αποκαλύπτονταν ότι κάτω από τη λεπτή επιφάνεια της κανονικότητας συμβαίνουν τρομερά πράγματα, που κρύβουν την επερχόμενη βία και εγκληματικότητα.
Ήταν σημαντικό για μένα και τους ηθοποιούς μου να γυριστούν κάποιες σκηνές σε αυθεντικές τοποθεσίες της Βιέννης, αν και τεχνικά δεν ήταν εύκολο λόγω παραγωγής. Ήθελα όμως να μεταδοθεί αυτή η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα της πόλης που γέννησε την ψυχανάλυση. Μιας πόλης που μπορεί να άλλαξε από τότε, αλλά όχι δραματικά. Το σπίτι του Freud στην Berggasse είναι τώρα μουσείο γι αυτό και τα εσωτερικά γυρίσματα έγιναν σε στούντιο στην Κολωνία. Γυρίσαμε όμως στους δρόμους γύρω από το σπίτι και στην είσοδο. Και μόνο το να σταθούν οι ηθοποιοί στις σκάλες αυτού του σπιτιού ήταν αρκετό για να συνδεθούν με το πρόσωπο που τις ανέβαινε. Ύστερα, τόποι όπως το Καφέ Sperl ή οι κήποι του Belvedere είναι μοναδικοί τόσο για την απόδοση του πνεύματος της εποχής, όσο και από κινηματογραφικής άποψης. Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με τους κήπους του Belvedere, με τις σφίγγες του και την υπόλοιπη διακόσμηση. Ο Φρόυντ ανέφερε συχνά ότι στους περιπάτους του εκεί του έρχονταν οι καλύτερες ιδέες.
Η ιδέα της τέχνης και της ψυχανάλυσης είναι τελικά η ίδια. Να δείξει στον άνθρωπο ποιος πραγματικά είναι, την πραγματικότητα του εσωτερικού του κόσμου. Να του φανερώσει τις σχέσεις των πραγμάτων και το πώς αυτά συνδέονται. «Κανένας δεν πρέπει να πιστεύει ότι μπορεί να θεραπεύσει τους ανθρώπους», λέει ο Freud στην ταινία. Αυτό πρέπει να το κάνει ο ίδιος ο άνθρωπος. Ο κινηματογράφος λειτουργεί όπως ακριβώς και το όνειρο. Με το που αρχίζει η ταινία εγκαταλείπουμε το σώμα μας και μπαίνουμε σε έναν άλλο χώρο, σε μια άλλη ζωή. Ακόμα και στις πιο ρεαλιστικές ταινίες, ακόμα και στα ντοκιμαντέρ η λογική του σινεμά είναι η λογική του ονείρου.
(Αποσπάσματα από συνεντεύξεις στην αυστριακή εφημερίδα Wiener Zeitung, 1/11/11 και στο γερμανικό περιοδικό Spiegel, 9/11/11. Μετάφραση Καλλιόπη Πουτούρογλου )