(Καλοκαίρι στη χρυσή κοιλάδα)
του Srdjan Vuletic

Δέσμιος των συνεπειών μιας βαθύτατης ηθικής κρίσης, ένας νεαρός, που ζει στο μετεμφυλιακό Σαράγιεβο, αναζητά μια διέξοδο.
Ο Fikret είναι 16 χρόνων και ζει άστατη εφηβεία: άσκοπες περιπλανήσεις, μικροκλοπές, ναρκωτικά, αναζήτηση του έρωτα και λατρεία της ραπ μουσικής. Ένα αναπάντεχο γεγονός θα ταράξει την ανέμελη ζωή: ο θάνατος του πατέρά του τον θέτει ξαφνικά προ των οικογενειακών ευθυνών. Κατά τη διάρκεια της κηδείας ένας άγνωστος αρνείται να δώσει το “Halil”, τη μουσουλμανική συγχώρεση των αμαρτιών, ισχυριζόμενος ότι ο πατέρας του Fikret τού χρωστούσε 50 χιλιάδες μάρκα. Αντιμέτωπος με το βαρύ χρέος τιμής, ο νεαρός ήρωας βρίσκεται σε κατάσταση απελπισίας. Από το αδιέξοδο τον βγάζει ένας διεφθαρμένος αστυνομικός που του προτείνει να συμμετέχει στην απαγωγή μιας νεαρής κοπέλας. Όμως ο Fikret, μαζί με τον φίλο του Tiki, έχουν άλλα σχέδια: απαγάγουν την κοπέλα και εξοργίζουν τον αστυνομικό.
Το πλαίσιο στο οποίο διαδραματίζεται η ταινία ορίζεται από τις συντεταγμένες μιας βαθύτατης ηθικής κρίσης: ο μηδενισμός, η σύγχυση, ο αποπροσανατολισμός και η διάχυτη δυστυχία και μιζέρια δημιουργούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο για τον νεαρό ήρωα. Ζώντας τις ανησυχίες της εφηβείας, αναγνωρίζει την πόλη που ζει ως μια ανοικτή φυλακή: μόνη λύση η απόδραση. Εμπλεκόμενος στην απαγωγή, ο ήρωας θα οδηγηθεί αργά, αλλά σταθερά στη συνειδητοποίηση της κατάστασης και στην αναγνώριση του περίγυρού του. Στο τέλος, θα εξεγερθεί ενάντια στη γενιά του πολέμου. Ακολουθώντας τους έντονους ρυθμούς μιας περιπέτειας, η σκηνοθεσία περιγράφει παράλληλα και τις ζοφερές συνθήκες ζωής για τον ήρωα. Εδώ η μουσική ραπ (που κυριαρχεί στην ταινία) γίνεται μια μαρτυρία ψυχής και μια διαμαρτυρία ζωής. Διάλειμμα αισιοδοξίας για τον νεαρό ήρωα, αλλά και κίνητρο του για να υπερβεί τα εμπόδια, είναι η εικόνα ενός αεροπλάνου που υπερίπταται μιας κατεστραμμένης πόλης: το μοναδικό φωτεινό σημείο στο ζόφο και στο σκότος.
Η ταινία βραβεύτηκε στα Φεστιβάλ Ρότερντάμ και Σόφιας (2004).
Ο Srdzan Vuletic, σκηνοθέτης της ταινίας Summer in the Valley, δηλώνει: «Είμαι μέλος μιας γενιάς γιων, των οποίων οι πατεράδες δεν τους άφησαν παρά μια κληρονομιά κατεστραμμένων πόλεων, αξιών που εξέπεσαν και το χάος μιας διαλυμένης κοινωνίας. Γενιές από γιους έγιναν όμηροι των κακών αποφάσεων. που λήφθηκαν στο παρελθόν. Αυτή η ταινία αφορά τη στιγμή που εμείς, οι γιοι, πρέπει να αποφασίσουμε αν θα διορθώσουμε τα λάθη των πατεράδων μας ή απλώς θα τους πούμε να πάνε να γαμηθούν. Επέλεξα το τελευταίο».
Δ.Μ.