του Lukas Dhont
(η κριτική του Θόδωρου Σούμα)
O Βέλγος Λούκας Ντοντ/ Lukas Dhont με το Close σκύβει πάνω από άλλη μια περίπτωση μπερδεμένης και σε σύγχυση αγορίστικης σεξουαλικότητας, μετά το Κορίτσι (Girl) που σκηνοθέτησε το 2018. Στο Κορίτσι ο τριανταπεντάχρονος Βέλγος σκηνοθέτης φτιάχνει ένα φιλμ πάνω σε ένα αγόρι που θέλει να γίνει χορεύτρια, δηλαδή που θέλει και να αλλάξει φύλο και να σταδιοδρομήσει στον χορό ως κοπέλα και πάνω στις μεγάλες δυσκολίες που συναντάει. Ο Lucas Dhont ασχολείται στις δυο μεγάλου μήκους που έχει φτιάξει, όπως και στις δυο μικρού μήκους του, με τα θέματα της διφορούμενης, περίπλοκης, εφηβικής σεξουαλικότητας και φιλίας και τη φυλετική ταυτότητα και διαφορά, την απώλεια του φίλου και του σύντροφου, αλλά και τη μετάλλαξη φύλου, από το ένα βιολογικό φύλο στο άλλο.
Πού έγκειται στην τελευταία ταινία του Close η προαναφερμένη σύγχυση της σεξουαλικότητας και του φύλου, η οποία εντείνεται από την περιγελαστική παρέμβαση του γυμνασιακού περιβάλλοντος των συμμαθητών, όταν οι δυο φίλοι αρχίζουν να παρακολουθούν τα μαθήματα της Α' γυμνασίου; Οι δεκατριάχρονοι Λεό και Ρεμύ είναι κολλητοί φίλοι από το δημοτικό ως το γυμνάσιο και ζουν στην ίδια επαρχιακή, αγροτική περιοχή, μοιραζόμενοι τις δραστηριότητές τους και κάνοντας επισκέψεις ο ένας στο σπίτι του άλλου, για να παίξουν και να κοιμηθούν μαζί. Το πανέμορφο κι ειδυλλιακό, φυσικό περιβάλλον ελαφρύνει και εξυψώνει τη διάθεση, την ψυχολογία και τη χαρά των δύο εφήβων. Τους κάνει πιο αυθόρμητους, πιο σωματικούς και πιο φυσικούς στην έκφρασή τους και στα συναισθήματά τους. Στην αρχή τα δυο αγόρια κοιμούνται μαζί, κοντά ο ένας στον άλλον, με αγάπη, πρόσδεση και τρυφερότητα και δείχνουν να έχουν ανάγκη ο ένας τον άλλον. Δεν βρίσκονται ακόμη στην εποχή εκείνη που οφείλουν να καθορίσουν με ακρίβεια τη σεξουαλική συμπεριφορά και ταυτότητά τους. Αυτό θα προκύψει αργότερα λόγω των παρεμβάσεων και των σχολίων του γυμνασιακού περιβάλλοντος των νέων συμμαθητών τους. Η φιλία τους έχει έντονη, τρυφερή σωματική διάσταση, κάτι που βέβαια δεν λανθάνει της προσοχής των συμμαθητών τους. Τα σχόλια είναι σκωπτικά και κάνουν τον Πολ να πάει πίσω για να πάψουν να χαρακτηρίζονται “αδελφές” που τα έχουν. Για να μην κακοχαρακτηριστούν, ο Λεό ανακατεύεται με τα απαιτητικά αθλήματα των υπόλοιπων συμμαθητών και ειδικά με το χόκεϊ επί πάγου που χρειάζεται σκληραγώγηση, έντονο δυναμισμό και συγκρούσεις των παικτών.
Αυτή η νέα στάση του εσωτερικεύεται πολύ τραυματικά από τον υπερευαίσθητο κι εύθικτο φίλο του, που περιπίπτει σε βαθιά λύπη. Η αμφισημία και η ανασφάλεια έχουν αγγίξει και τραυματίσει και τους δυο. Ο Λεό θα πρέπει να ζήσει του λοιπού με την οριστική απώλεια του καρδιακού, τρυφερού φίλου του, τα αναπάντητα ερωτήματά του, τις αμφιβολίες για τη σχέση, τη συμπεριφορά και το φύλο τους, με τις ενοχές του και την ανάγκη προσδιορισμού της δικής του σεξουαλικότητας.
Ο Dhont πραγματεύεται το επώδυνο, καυτό θέμα της δύσκολης, οδυνηρής ενηλικίωσης, που κρύβει ένα σωρό παγίδες κυρίως έναντι της σεξουαλικής ταυτότητας και της ακολουθούμενης ηθικής. Όταν τα παιδιά είναι μικρά, η ηθική δεν έχει πολλές απαιτήσεις και διεκδικήσεις. Αργότερα όμως αυτές πληθαίνουν λόγω της κοινωνικής πίεσης... Η ταινία δεν κάνει κήρυγμα, απλά καταδείχνει ειλικρινά τα ζητήματα και τις συμπεριφορές όλων των ανθρώπινων συντελεστών.
Το φιλμ και η σκηνοθεσία του είναι ιδιαίτερα συναισθηματικές, ακόμη και λυρικές αρκετές φορές, ιδίως μέσα στην πολύχρωμη φύση που περιβάλλει αισθαντικά τους δύο νεαρούς. Εξαίρετη δουλειά στα χρώματα και στα πλάνα με τηλεφακό που μας φέρνουν κοντά τα πρόσωπα με κάποια εικαστική αφαιρετικότητα. Επικρατεί συνολικά μια διφορούμενη μαγνητική ατμόσφαιρα.