(Όνειρα γλυκά)
της Ena Sendijarevic
(κριτική: Καλλιόπη Πουτούρογλου)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2324_sweet-dreams.jpg

Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες, κάπου στο αρχιπέλαγος της Ινδονησίας, γύρω στα 1900. Μια μεγαλοπρεπής τίγρη γίνεται θήραμα στα χέρια ενός μικρού αγοριού με κυνηγετικό όπλο. Πλάι του ο ολλανδός πατριάρχης της οικογένειας και ιδιοκτήτης φυτείας ζαχαροκάλαμου, σε μία θριαμβευτική πομπή, προανάκρουσμα της αντιηρωικής εξόδου μιας απερχόμενης αυτοκρατορίας. Από την υγρή ζούγκλα ο θεατής μεταφέρεται στο αστικό περιβάλλον μιας αποικιακής οικίας που καταρρέει. Πρόσωπα-φαντάσματα που αναπαύονται ή περιφέρονται σε ένα σκηνικό που θυμίζει κουκλόσπιτο ή σκακιέρα με πρωταγωνίστριες δυο γυναίκες-αντίπαλες, που πολεμούν η καθεμιά με τα δικά της μέσα. Από τη μιά η αριστοκρατικά αμέτοχη αλλά και επιβλητική ευρωπαία σύζυγος, (εξαιρετική η ερμηνεία της Renée Soutendijk) από την άλλη η μυστηριακά απόμακρη και με έναν αέρα κρυφής υπεροχής ιθαγενής παλλακίδα και οικονόμος του σπιτιού. Σταδιακά προστίθενται και τα υπόλοιπα πιόνια, γκροτέσκες φιγούρες, καρικατούρες σε ένα παιχνίδι επικράτησης που μέχρι το τέλος φαντάζει αμφίρροπο. Ενώ έξω υφέρπει η αυξανόμενη δυσαρέσκεια και η αναμενόμενη εξέγερση των καταπιεσμένων.
Δομημένη σε έξι κομψά τεμαχισμένα κεφάλαια που συνοδεύονται από μια επιτυχή σύζευξη κλασικής-ηλεκτρονικής υπόκρουσης και ηχητικών εφέ, η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της Ολλανδο-Βόσνιας Ena Sendijarević επιχειρεί να απεικονίσει τη σήψη και τον θάνατο της ολλανδικής αποικιοκρατίας συνδυάζοντας σε σωστές δόσεις σκωπτικό πνεύμα, σουρεαλιστικό ύφος και υπεράνω όλων υψηλή αισθητική. Μέσα σε ένα εξαιρετικά καδραρισμένο και στυλιζαρισμένο πεδίο έντονων χρωματικών αντιθέσεων ξετυλίγονται ανταγωνιστικές σχέσεις , παιχνίδια εξουσίας και κωμικές ίντριγκες που έχουν διπλή δυναμική και κινούνται σε δύο επίπεδα (των αποίκων και των ιθαγενών), με έμφαση στο αυστηρά περιχαρακωμένο τοπίο της παρακμιακής αποικιοκρατικής ομορφιάς.
Μέσα από έναν πολυδιάστατο σχολιασμό και με εμφανείς σκηνοθετικές επιρροές η Sendijarević με το «Sweet Dreams» επιχειρεί να αναδείξει τη δηλητηριώδη φύση ενός ανήθικου συστήματος και μιας φθίνουσας χλιδής, λίγο πριν τη θεαματική της κατάρρευση, χρησιμοποιώντας επιδέξια και με μοναδικό στυλ τη θεατρικότητα, το σουρεαλιστικό και το γκροτέσκο και αποφεύγοντας επιδέξια τα στερεοτυπικά ολισθήματα. Η δραματουργική λύση που επιλέγει αλλά και οι τεχνικές που χρησιμοποιεί ( από το σχεδόν τετράγωνο κάδρο και τους ευρυγώνιους φακούς, έως τα ζουμαρίσματα και τον σχεδιασμό του φωτός) προσδίδουν στα «Γλυκά της όνειρα» μια διάσταση κλειστοφοβική, σχεδόν εφιαλτική.