του Halfdan Ullmann Tøndel
(κριτική: Δημήτρης Μπάμπας)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2324_armand.jpg

Ένα αυτοκίνητο που τρέχει με μεγάλη ταχύτητα μέσα σ’ ένα στενό δρόμο στα δάση της Νορβηγίας. Η οδηγός γυναίκα, εμφανώς αγχωμένη και έντονα μακιγιαρισμένη. Μιλάει με τον μικρό γιο της...
Ένα δημοτικό σχολείο. Η κάμερα περιπλανιέται μέσα στους χώρους του: ομαδικές φωτογραφίες μαθητών στους τοίχους, πίνακες ζωγραφικής, οι τουαλέτες, παιδικές ζωγραφιές, στους τοίχους. Το σχολικό κουδούνι…
Με κεντρικούς χαρακτήρες τους γονείς δύο παιδιών, 6χρονων αγοριών, και τους εκπαιδευτικούς του σχολείου -τον διευθυντή, την υποδιευθύντρια και την νεαρή άπειρη δασκάλα –, συνολικά 6 προσώπων, τρεις από κάθε πλευρά, η αφήγηση επικεντρώνεται σ’ ένα περιστατικό σεξουαλικής κακοποίησης μεταξύ των δυο μαθητών. Τα γεγονότα που συγκροτούν την αφηγηματική γραμμή είναι οι συναντήσεις των γονέων των δύο παιδιών -πατέρας και μητέρα από την πλευρά του “θύματος” και μητέρα από την πλευρά του “θύτη”- και οι παρεμβάσεις των εκπαιδευτικών, προς διερεύνηση και επίλυση του αμφιλεγόμενου ζητήματος. Η δραματική πλοκή είναι γεμάτη από σιωπές, συγκρούσεις που προκύπτουν από τους διαλόγους, κρυφές εντάσεις και υπονοούμενα για τις μεταξύ των προσώπων σχέσεις, αποτελείται επίσης και από στιγμές αφηγηματικής εκκρεμότητας, κενών γεγονότων, στιγμές σασπένς. Στιγμές αμηχανίας και παύσης εναλλάσσονται με στιγμές δραματικής κορύφωσης και έντασης.
Ο χώρος του σχολείου μέσα στον οποίο είναι έγκλειστη η δράση για όλο το διάστημα της ταινίας σιγά-σιγά γίνεται ένας πραγματικός πρωταγωνιστής -αντανακλά και απορροφά τα βλέμματα, άλλοτε ενδυναμώνει και άλλοτε απορροφά τις λεκτικές (και όχι μόνο) εντάσεις. Ό,τι παρακολουθούμε είναι ένα σινεμά που στηρίζεται εν μέρει στο διάλογο, την αντιπαράθεση μεταξύ των κεντρικών προσώπων, την ανταλλαγή των επιχειρημάτων. Και εν μέρει είναι ένα σινεμά που βασίζεται σε μια υποκειμενική και ορισμένες φορές φανταστική εκδοχή του πραγματικού. Στη βάση αυτού του σινεμά υπάρχει η σύγκρουση ανάμεσα στις διαφορετικές προσωπικότητες γύρω από το επίδικο ζήτημα, το οποίο δεν είναι παρά αν ένας εξάχρονος μπορεί να διαπράξει το κακό ή όχι.
Ωστόσο, στο κέντρο της σύγκρουσης σιγά-σιγά τοποθετείται ένα πρόσωπο, η μητέρα του 6χρονου Armand -είναι αυτή που γίνεται το δραματικό πρόσωπο. Είναι ένα πρόσωπο αμφιλεγόμενο: τα δικά της μυστήρια της ζωής, τα κρυμμένα μυστικά αποκαλύπτονται. Και για αυτό κεντρική σημασία έχει υποκριτική της ηθοποιού που υποδύεται την Elizabeth (Renate Reinsve) Η ευρεία γκάμα των συναισθηματικών και ψυχολογικών αντιδράσεων που ερμηνεύει, αλλά και το τεντωμένο σκηνή πάνω στο οποίο ισορροπεί ανάμεσα στην υπερβολή και την λιτότητα σημαδεύει την υποκριτική της.
Η ταινία, καθώς η αφήγηση προχωρά, όλο και πιο πολύ, παύει να είναι μια  ταινία για την αλήθεια ενός γεγονότος και γίνεται μια ταινία για την ψυχολογία και τα συναισθήματα των κεντρικών ενήλικων πρωταγωνιστών της, για την απελευθέρωση τους από τις βαριές σκιές του παρελθόντος και των διαπροσωπικών σχέσεων…
Αμφιβολίες, αμφισβητήσεις, το θολό τοπίο των διαπροσωπικών σχέσεων, η βαριά σκιά του παρελθόντος στο παρόν, αδιευκρίνιστα σημεία, το ρεαλιστικό και το φανταστικό: αυτά είναι τα σημεία γύρω από τα οποία αναπτύσσεται η ταινία, καθώς η εστίαση μετακινείται στην πάσχουσα μητέρα Elizabeth. Στη δραματική κορύφωση της ταινίας είναι το φανταστικό- υποκειμενικό στοιχείο που επικρατεί, το οποίο χαρακτηρίζεται από μια υπερβολή και μπαρόκ ύφος, ένα ύφος οπερατικό -όπου ο διάλογος απουσιάζει και είναι η ανταλλαγή βλεμμάτων που έχει σημασία...

Φεστιβάλ Καννών (Un Certain Regard) 2024