του Αγγελου Φραντζή
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
mesa4.jpg
Κάναμε γυρίσματα σε δέκα διαφορετικά μέρη της Ελλάδας. Πάντα μέσα στη φύση, δεν υπάρχει ίχνος πολιτισμού σε πολλά χιλιόμετρα απόσταση από εκεί που στήναμε σκηνές και κάναμε γυρίσματα. Ήταν συγκλονιστική η εμπειρία. Άλλωστε είμαστε όλοι παιδιά της πόλης. Ήμασταν, πάντως, ένα πολύ μικρό συνεργείο, τρεις ηθοποιοί και άλλοι πέντε άνθρωποι συνολικά. Μιλάμε δηλαδή για συνθήκες ντοκιμαντέρ, με εξοπλισμό ελάχιστο. Το γύρισμα έγινε με το βίντεο μιας ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής, της τάξης των 190 ευρώ, ένα λάπτοπ κι έναν ηχητικό εγγραφέα. Αυτή η ψηφιακή, που τυχαία έπεσε στα χέρια μου, ανακάλυψα ότι είχε την εικόνα ακριβώς που ήθελα για την ταινία, ένα, ας πούμε, ψηφιακό Super 8. Έδινε μια αίσθηση απόκοσμη και ιδιαίτερη, που ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα. Βέβαια γυρίζαμε σε πολύ συγκεκριμένες ώρες για να έχουμε πολύ συγκεκριμένο φως, εφόσον δεν είχαμε άλλα φώτα κι έπρεπε να εκμεταλλευτούμε όσο καλύτερα γινόταν το φυσικό φως. Τα γυρίσματα κράτησαν επτά εβδομάδες. Επτά εβδομάδες σε τέτοιες συνθήκες, ζώντας στη φύση, βιώναμε όλοι τα πράγματα διαφορετικά.
Είναι τόσο διαφορετικό να ξυπνάς το χάραμα στο πουθενά, με το κοντινότερο σημάδι πολιτισμού πολλές ώρες δρόμο μακριά. Όλα στη φύση, όλα τα συναισθήματα κάπως μεγεθύνονται. Ο φόβος είναι πιο μεγάλος, η ελευθερία είναι πιο μεγάλη, ο τρόπος που ενώνεσαι με τον άλλον είναι πολύ διαφορετικός. Για παράδειγμα, στήσαμε ένα κομμάτι του ντεκόρ, ένα σπίτι, δίπλα σε έναν πολύ μεγάλο καταρράκτη. Μόλις έπεφτε το φως της μέρας κανείς μας δεν έκανε την απόσταση από εκεί που ήταν οι σκηνές μέχρι εκεί που ήταν το σπίτι μόνος του. Αισθανόμασταν φόβο.
mesa1.jpg(…)
Το ανοίκειο: Αυτή είναι η λέξη που χαρακτηρίζει όλο το πρότζεκτ. Το ανοίκειο και με τη φροϊδική ερμηνεία. Αυτή είναι όλη η ατμόσφαιρα και της ταινίας και του έργου για το Φεστιβάλ. Έχει αυτό το λίγο απόκοσμο, που δεν ξέρεις πού είσαι… Την ίδια στιγμή, η ουσία του έργου είναι πολύ απλή, θα μπορούσες να πεις ότι είναι μια ερωτική ιστορία ανάμεσα σε δυο αγόρια κι ένα κορίτσι. Αλλά το ουσιαστικό θέμα είναι η επιθυμία, οι πολλαπλές υποστάσεις της σεξουαλικότητας, η ρευστότητα των ταυτοτήτων.
(…)
[Οι ήρωες]Είναι στη μετεφηβική ηλικία. Κι έχουν κάτι το αρχετυπικό, χωρίς να σημαίνει ότι είναι σύμβολα. Δεν μαθαίνουμε ποτέ τίποτε για αυτά τα πρόσωπα. Δεν έχουν προσωπική ιστορία. Ήθελα μια απόλυτη καθαρότητα, ήθελα να τα απομονώσω εντελώς σε ένα τοπίο ανοίκειο, για να βγούνε πολύ καθαρά όλα τα σεξουαλικά ένστικτα και τα συναισθήματα που έχουν να κάνουν με τις σχέσεις. Ταυτόχρονα, μέσα σε αυτή τη φαινομενική απεραντοσύνη της φύσης έχει κανείς μια αίσθηση εγκλεισμού.

(Συνέντευξη του σκηνοθέτη στο "εφ", την εφημερίδα του Ελληνικού Φεστιβάλ)