(Στην πόλη του πάθους)
του Sergio Machado
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΙΔΕΑ
Οι τρεις κεντρικοί χαρακτήρες ζουν σε άθλιες συνθήκες. Δεν έχουν καμιά υποστήριξη από κανέναν –είτε από την κυβέρνηση είτε από την οικογένεια– και , για να κρατηθούν στη ζωή, βρίσκουν την αγάπη στη μεταξύ τους σχέση. Η ερώτηση που έθεσα στον εαυτό μου ήταν: «Όταν κάποιος δεν έχει καμιά προοπτική στη ζωή του, καμιά υποστήριξη από κανέναν γιατί αυτός συνεχίζει να ζει και να προσπαθεί για το καλύτερο; Ποιος είναι ο λόγος που μια πόρνη που συνεχίζει να ζει;» Ο λόγος είναι ότι, όπως εσύ και εγώ, έτσι και αυτή προσπαθεί να είναι όσο το δυνατόν πιο ευτυχισμένη. Ορισμένες φορές η αγάπη είναι το στήριγμα.
Όταν γράφαμε το σενάριο παρατήρησα ότι για κάποιον που είναι μακριά από μας –είτε είναι μια πόρνη είτε η βασίλισσα της Αγγλίας– το πρώτο που παρατηρούμε είναι οι διαφορές. Όταν όμως τον προσεγγίσεις τότε ανακαλύπτεις ότι τα πιο σημαντικά είναι κοινά για όλους. Όλοι αγαπάνε, όλοι επιθυμούν, όλοι φοβούνται, όλοι έχουν εφιάλτες. Αυτό θέλαμε να πούμε σ’ αυτήν την ταινία.
Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Πιστεύω ότι ο κύριος λόγος που κάνω σινεμά είναι γιατί ενδιαφέρομαι να συναντήσω και να γνωρίσω ανθρώπους. Μ’ ενδιαφέρουν περισσότερο οι άνθρωποι, παρά οι μεγάλες ιστορίες. Οι ταινίες που μ’ αρέσουν είναι οι ταινίες που έχουν περίπλοκους χαρακτήρες.
Για να προετοιμάσω την ταινία έγραψα 500 σελίδες, με σημειώσεις για κάθε σκηνή της ταινίας, με σχέδια, με φωτογραφίες και πίνακες που μάζεψα, με χάρτες για τις κινήσεις κάθε σκηνής. Το παράδοξο είναι αυτά τα δύο χρόνια προετοιμάστηκα τόσο πολύ, που στο τέλος δεν χρησιμοποίησα τίποτε. Τα έβαλα όλα στη άκρη γιατί αισθανόμουν τόσο σίγουρος και καλά προετοιμασμένος που αισθανόμουν ότι θα μπορούσα να δημιουργήσω κάτι πιο ουσιαστικό.
Η ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ
Οι ηθοποιοί δεν διάβασαν το σενάριο. Προσπάθησα αυτοί να φέρουν στην ταινία τα προσωπικά τους συναισθήματα. Δεν ήθελα να φαίνονται σαν να υποκρίνονται. Ήθελα να είναι ο εαυτός τους. Η ιστορία της ταινίας δεν είναι η μεγάλη ιστορία. Είναι μια ιστορία για ανθρώπους που ερωτεύονται και υποφέρουν.
Αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε φορητή κάμερα που να ακολουθεί τους χαρακτήρες. Θέλαμε να υπάρχει μια αίσθηση εγγύτητας, η κάμερα ήταν πάντα κοντά τους και συχνά χρησιμοποιήσαμε τηλεφακό (κάτι που συμπιέζει την προοπτική και επιτυγχάνει μια αίσθηση εγγύτητας). Αυτή η απόφαση επηρέασε τα πάντα στην ταινία. Για παράδειγμα είχε επιπτώσεις στη σχεδίαση του ήχου όπου μπορείς να ακούσεις τις ανάσες των χαρακτήρων. Είχε επιπτώσεις στο μοντάζ αφού είπα στον μοτέρ «να κάνουμε το μοντάζ να έχει το ρυθμό των κτύπων της καρδιάς των ηρώων». Έτσι όταν οι καρδιές τους κτυπούν γρήγορα οι σκηνές έχουν ένα γρήγορο μοντάζ. Ενώ τις άλλες στιγμές, όταν αναπαύονται, σχεδόν δεν υπάρχει μοντάζ.
(δηλώσεις του σκηνοθέτη στην ηλεκτρονική τοποθεσία www.close-upfilm.com)