Κάνοντας έναν απολογισμό για τη δεκαετή διαδρομή του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης–Εικόνες του 21ου Αιώνα ο ιδρυτής και καλλιτεχνικός διευθυντής του Δημήτρης Εϊπίδης προσδιόρισε εξ αρχής το πλαίσιό του: «Η φύση του ντοκιμαντέρ, το οποίο εξ ορισμού τίθεται στην υπηρεσία της καταγραφής της πραγματικότητας, το καθιστά ως το κατεξοχήν κινηματογραφικό είδος που αναλαμβάνει να παρουσιάσει και να εκπροσωπήσει το πολυφωνικό φάσμα της ζωής. Το ντοκιμαντέρ είναι το σημαντικότερο όπλο του κινηματογραφιστή με το οποίο διεκδικεί το δικαίωμα του στην εναλλακτικότητα, δίνοντας φωνή σε όσους δεν μπορούν να ακουστούν διαφορετικά». Πάνω σ’ αυτό το προγραμματικό σχέδιο αναπτύχθηκε η διοργάνωση του 2008.
Το κεντρικό θεματικό αφιέρωμα με τον τίτλο «Πρόσωπα του φασισμού» ήταν εμβληματικό αυτής της αντίληψης και αντανακλούσε, ως ένα βαθμό, τις ανησυχίες των καιρών. Εστιάζοντας στις σύγχρονες εκφάνσεις μιας ηττημένης προ 60 χρόνων ιδεολογίας που όμως τελικά επιβίωσε (κάθε άλλο παρά λάθρα), οι ταινίες διερευνούν τις μεταμορφώσεις και τις μεταλλάξεις της στο σήμερα. Εδώ δεν υπάρχουν μόνο οι απόηχοι του φασισμού αλλά και οι αναγεννήσεις του, οι τρόποι με τους οποίους αυτή η ιδεολογία επανασυντίθεται και επιβάλλεται ως μια μορφή ολοκληρωτικής νοοτροπίας, όχι μόνο σ’ ένα επίπεδο πολιτικό αλλά ακόμα και στο πεδίο της ιδιωτικής ζωής. Μ’ ένα ανάλογο των προηγουμένων τρόπο και τα κεντρικά πρόσωπα του φεστιβάλ συνηγορούσαν υπέρ της αντίληψης του καλλιτεχνικού διευθυντή για το τι είναι ντοκιμαντέρ και σε τι συνίσταται η ιδιαιτερότητά του ως κινηματογραφικού είδους. Στις ρετροσπεκτίβες λοιπόν θα συναντήσουμε καταρχάς τον τηλεοπτικό δημοσιογράφο Σωτήρη Δανέζη, υπεύθυνο της εκπομπής «Εμπόλεμη Ζώνη» (στον ιδιωτικό σταθμό ΜΕGA). Μέσα από τη δημοσιογραφική του έρευνα και υπό τη σκηνοθετική επιμέλεια του Δημήτρη Γεράρδη, τα ντοκιμαντέρ του εστιάζουν στα θερμά σημεία των συγκρούσεων: Βοσνία, Αφγανιστάν, Βόρεια Κορέα, Κολομβία, Μεξικό.
Μια περιπλάνηση, κάθε άλλο όμως παρά στα θερμά σημεία του κόσμου, υπήρξε και το αφιέρωμα στο Φιλανδό Arto Halonen: μια φυλή της Μαλαισίας (και η σχέση τους με τα όνειρα), οι χιονάνθρωποι στην Καρελία (περιοχή της Ρωσίας), το Κιργιστάν και ο κινηματογράφος , ο Θιβετιανός βουδισμός, πρόσωπα της Κούβας , ένας ρώσος ψυχολόγος, το «ιερό» βιβλίο του Κιργιστάν. Πίσω από αυτή την «άτακτη» περιπλάνηση στις «περίεργες» εικόνες του κόσμου σήμερα, ο θεατής μπορεί να αντικρίσει «έναν κόσμο που σκάβει κάτω από την αληθοφάνεια της πραγματικότητας και φέρνει στο φως τον εσωτερικό ουσιώδη πυρήνα της». Αποκαλυπτικά μιας πραγματικότητας (της αμερικάνικης) είναι και τα ντοκιμαντέρ των Bruce Sinofsky - Joe Berlinger. Όμως εδώ υπάρχει μόνο μια κατ’ επίφαση δημοσιογραφική έρευνα: ο θάνατος ενός ηλικιωμένου αγρότη, η δολοφονία τριών παιδιών στο Μέμφις, οι εντάσεις της ζωής ενός ροκ συγκροτήματος, οι απρόσμενες συναντήσεις εκπροσώπων της ποπ κουλτούρας, οι όψεις της «βαθιάς» Αμερικής. Σ’ αυτές τις ταινίες υπάρχει μια επιμονή, σχεδόν εμμονική, χαρτογράφηση του κοινωνικού τοπίου, μια διερεύνηση της κάθε κρυφής όψης του, η μανιακή συλλογή της κάθε ψηφίδας. Και όλα αυτά μ’ ένα και μόνο στόχο: μέσα μια εξαντλητική ιχνογράφηση να σχεδιασθεί ένα πορτραίτο της ανθρώπινης αλήθειας, πλήρες υποκειμενικοτήτων και αντιφάσεων, και σε τόνους συχνά συναισθηματικούς τόνους.
Πολυφωνικό, εναλλακτικό και ανήσυχο, επικεντρωμένο στις αναταράξεις του 21ου αιώνα, το κύριο σώμα του φεστιβάλ ήταν ως είθισται οργανωμένο σε μια σειρά από τμήματα. Καταρχάς υπήρχαν οι Όψεις του Κόσμου με ταινίες προσανατολισμένες στο κοινωνικό πεδίο, ένα αληθινό πανόραμα της κατάστασης του κόσμου. Στο ογκωδέστερο όλων (με 21 ταινίες) τμήμα υπό τον τίτλο Μικρές Αφηγήσεις καταγράφονταν οι περιπέτειες της ανθρώπινης εμπειρίας. Υπήρχε επίσης το προσανατολισμένο προς την Ιστορία και τις αντανακλάσεις της στο σήμερα, τμήμα με τον τίτλο Καταγραφή της Μνήμης. Εδώ προβλήθηκε και η βραβευμένη Πουλιά στο Βάλτο της Αλίντα Δημητρίου, μια ταινία που αναζητά την άλλη όψη της ιστορικής αλήθειας. Δίδοντας το λόγο στα βουβά πρόσωπα της Ιστορίας, τις γυναίκες- αγωνίστριες, η βετεράνος σκηνοθέτις προσπερνά τη μυθολογία της ιστορίας για να επαναφέρει στο προσκήνιο το ανθρώπινο πρόσωπο.
Κατά ένα παρόμοιο τρόπο και τα ντοκιμαντέρ που άνηκαν στο τμήμα Πορτρέτα: Ανθρώπινες διαδρομές, εστιασμένα σε πρόσωπα - του καλλιτεχνικού χώρου ή όσα ζουν στο μεταίχμιο-, αναζητούσαν τις πραγματικές διαστάσεις ή τις κρυφές του ανθρώπινου προσώπου. Στο τμήμα Κοινωνία και περιβάλλον βασικός άξονας ήταν οι «επικίνδυνες» και διαταραγμένες σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. Τέλος το τμήμα Ανθρώπινα δικαιώματα υπήρξε μια έκθεση με τόνους δραματικούς σχετική με την κατάσταση στο τομέα στων ανθρωπίνων δικαιωμάτων για πρόσωπα των οποίο η ύπαρξη τελεί «εν κινδύνω» (φυλακισμένοι, ομοφυλόφιλοι, μετανάστες, γυναίκες, εξαθλιωμένοι). Συμπληρωμένο από το Ελληνικό Πανόραμα και το τμήμα το αφιερωμένο στη Μουσική, το πρόγραμμα του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ διέτρεχαν κάθετα, αυτή τη φορά, δύο αφιερώματα σε εθνικές κινηματογραφίες: στην Καναδική και των ασιατικών χωρών.
Μιας ιδιαίτερης προσοχής και επισήμανσης απ’ όλο αυτό το πλήθος των ταινιών αξίζει το ντοκιμαντέρ Οι εραστές της Αξού. Σ’ αυτήν την ταινία που κατά κάποιον τρόπο αποκλίνει από την κυρίαρχη αντίληψη του φεστιβάλ περί ντοκιμαντέρ, μπορούμε να βρούμε κάτι από τις συγκινήσεις που μόνο ο αληθινός κινηματογράφος μπορεί να προσφέρει. Μετά τις Καλοκαιρινές Αστραπές (2003) ο Νίκος Λυγγούρης συνεχίζοντας την περιπλάνηση του στο τοπίο της Κρήτης, επικεντρώνει πάλι την προσοχή του σε ανθρώπους καθημερινούς: σ’ ένα ζευγάρι ηλικιωμένων σ’ ένα χωριό του Ψηλορείτη. Η ταινία μοιάζει εκ πρώτης όψεως ως το πορτρέτο δύο ηλικιωμένων, όμως σιγά-σιγά μια άλλη εικόνα σχηματίζεται, ένα άλλο ύφος ζωής παρουσιάζεται. Σ’ έναν κόσμο όπου εικόνες και συναισθήματα εναλλάσσονται με ρυθμούς δαιμονιώδεις, ο επίμονος έρωτας των δύο ηλικιωμένων εκφράζει μια άλλη αντίληψη για το χρόνο και εντέλει για τον κόσμο και τη ζωή. Εδώ σχέσεις και συναισθήματα μοιάζουν ανέγγιχτα από το πέρασμα του χρόνου, από τη φθορά και τη διάλυση των σωμάτων: διεκδικούν όχι μάταια μια μορφή αθανασίας.
Δημήτρης Μπάμπας