(για την ταινία La Haine του Mathieu Kassovitz)
la-haine.jpg

24 ώρες από τη ζωή τριών νέων που κινούνται, χωρίς φανερό σκοπό, στα προάστια του Παρισιού. Ένα οδοιπορικό στις φτωχογειτονιές μιας μεγαλούπολης, βία, ένταση, συγκρούσεις με τη αστυνομία και ένα όπλο αστυνομικού που θα βρεθεί στα χέρια ενός από την παρέα…Κάποια στιγμή ακούγονται τα λόγια ενός ηλικιωμένου προς τους τρεις νέους: «Να ‘στε ευχαριστημένοι που έχετε ακόμα τον κώλο σας και χέζετε -δεν αξίζει να προκαλείτε πολέμους. Γιατί εγώ τον πόλεμο τον γνώρισα από μέσα και δεν είδα δόξα. Εκεί δεν πεθαίνεις με εκρήξεις στο φόντο και λέγοντας τις τελευταίες σου φράσεις μέσα στην αγκαλιά του καλύτερου σου φίλου…..».
Το «Μίσος»/ La Haine του Ματιέ Κασοβίτς/ Mathieu Kassovitz ήταν μια πραγματική έκπληξη για το γαλλικό σινεμά, μια ταινία που κανείς δεν περίμενε, για τη σκληρότητα και τη βία στα φτωχά προάστια του Παρισιού. Η ταινία δίνει τη δυνατότητα στο θεατή να κάνει ένα πέρασμα από αυτή τη ζωή -γρήγορο, ζωντανό, δίχως επιτηδεύσεις και «θέσεις». Εκείνο που συνθέτει τη δομή της και την τροφοδοτεί με την όλο ένταση δύναμή της, της αλήθειας της, δεν είναι τόσο το σενάριο ούτε η αφήγηση, αλλά πρώτα απ’ όλα η γλώσσα. Αντίθετα με ότι αναμενόταν, υπάρχει πολύ λίγο ή και καθόλου μουσική στην ταινία -στη θέση της χρησιμοποιείται ακατάπαυστα μια διαφορετική γλώσσα. Η ταινία «μιλάει», η γλώσσα μοιάζει να διαπερνά όλους τους ήρωες της ταινίας και να μιλά μέσα από αυτούς. Χιονοστιβάδα λέξεων, εκφράσεων, διαλόγων, δαιμόνιου ρυθμού, καταπληκτική έμπνευση γραφής.
Αξίζει να σημειωθεί πως μετά το «Metisse» (την πρώτη ταινία του Κασοβίτς, γαλλική εκδοχή της -επίσης-πρώτης ταινίας του Σπάικ Λη/ Spike Lee, «She’ s gotta have it» (ε.τ.: «Από κάποιον θα το βρει»), το «Μίσος» είναι κατά κάποιο τρόπο ανάλογο με την άλλη ταινία του Σπάικ Λη, το «Κάνε το Σωστό». Η αναφορά στο συγκεκριμένο σκηνοθέτη δεν είναι τυχαία. Ο Σπάικ Λη είναι γνωστός για την ικανότητα του να προσεγγίζει τον κόσμο των διαφυλετικών κοινοτήτων. Αλλά και στη σκηνή που είναι εμπνευσμένη από τον «Ταξιτζή»/ Taxi Driver του Σκορσέζε/ Martin Scorsese, όπου ο ήρωας μπροστά στον καθρέπτη του μπάνιου του επαναλαμβάνει το γνωστό μονόλογο του Ρόμπερτ Ντε Νίρο/ Robert De Niro , δεν είναι μια απλή αναφορά στην ταινία αφού, τελικά, τους ήρωες των δύο ταινιών τους χαρακτηρίζει η ίδια καταστροφική λογική. Οι ισορροπίες είναι λεπτές, όλα μπορεί να αλλάξουν από στιγμή σε στιγμή και σ’ αυτό το τεντωμένο σχοινί κινείται η ταινία, ανάμεσα σε συσσώρευση και απελευθέρωση ενέργειας.
Το ασπρόμαυρο χρώμα της ταινίας επιλέχθηκε για να σπάσει το στερεότυπο της πρόστυχης -συμπαθητικής κομεντί, ή εκείνο της κοινωνικής ταινίας με μήνυμα, επιλέχθηκε για να γίνει πιο «σκληρή» η εικόνα, εικόνα της πόλης, κοντινή στο πεζοδρόμιο. Και όλα αυτά μ’ έναν υπερρεαλισμό αρκετά περίεργο και, για να τα πούμε όλα, αρκετά σπάνιο στο γαλλικό σινεμά.
Η ταινία κινείται ανάμεσα σε σκοπέλους, όπως η δημαγωγία για την «ανησυχία για το τι συμβαίνει στα προάστια» και για το «πολιτικό ορθό». Άλλωστε οι τρεις ήρωες της ταινίας είναι ο ένας Εβραίος, ο άλλος μαύρος και ο τρίτος Άραβας. Το «Μίσος» βάζει το μαχαίρι στο κόκαλο, και, ακόμη περισσότερο, δίνει το λόγο σε ανθρώπους που δεν είχαν μιλήσει μέχρι τώρα.

(Αποσπάσματα από άρθρο του Thierry Jousse στα «Cahiers du Cinema». juin 1995, n° 492. Απόδοση: Νίκος Κάλτσάς. Η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στην εφ. Η Εποχή, Κυριακή 18 Ιουνίου 1995)