του Beppe Severgnini /The New York Times
quo-vado.jpg

Ενας φαλακρός δημόσιος υπάλληλος λίγο πριν από τα τριάντα έχει ένα πάθος: μια δουλειά για την υπόλοιπη ζωή του. Δεν επιθυμεί να συναγωνιστεί με κανέναν άλλον στην ανοικτή αγορά εργασίας. Δεν επιθυμεί ούτε να αυξήσει τις αποδοχές του. Δεν έχει καμία επιθυμία για πρόοδο ή εξέλιξη. Αναγνωρίζει την απόλυτη ευτυχία με μια δουλειά γραφείου από τις 9.00 το πρωί μέχρι τις 17.00 στη δημόσια διοίκηση, «pubblica amministrazione», με χαλαρότητα στην ώρα προσέλευσης, αναλυτικές συζητήσεις με συναδέλφους, μικρές δωροδοκίες από τους φορολογουμένους, έχοντας μια προτίμηση τα ορτύκια και έναν σταθερό μισθό.
Αυτή είναι ζωή!
Και, βέβαια, ας μην λησμονούνται οι σφραγίδες. Είναι η λατρεία του δημοσίου υπαλλήλου, βάζοντας με ζήλο τη μία μετά την άλλη! Οταν η προϊσταμένη του ρωτά για τη συνεισφορά του στο τμήμα όπου εργάζεται, της απαντά με τη σφραγίδα του. Αυτή είναι λίγο πολύ η υπόθεση στη νέα κωμωδία «Quo Vado? » (Πού Πηγαίνω;), που έχει σπάσει τα ταμεία στους κινηματογράφους της Ιταλίας. Από την πρεμιέρα της, την 1η Ιανουαρίου, έκοψε εισιτήρια 39 εκατ. δολαρίων την πρώτη εβδομάδα. Δηλαδή ξεπέρασε τα έσοδα από εισιτήρια της νέας ταινίας του Τζορτζ Λούκας, «Πόλεμος των Αστρων: Η Δύναμη ξυπνάει», η οποία έκοψε εισιτήρια 23 εκατ. δολαρίων τις πρώτες εβδομάδες από την κυκλοφορία της. Σύμφωνα με την κινηματογραφική έκδοση The Hollywood Reporter, η ταινία «Quo Vado? » πρόκειται να καταρρίψει κάθε ρεκόρ στον ιταλικό κινηματογράφο.
Η επιτυχία της ταινίας δεν είναι τυχαία. Συνδέεται με την πολιτική και οικονομική συγκυρία της χώρας και της υπόλοιπης Ευρώπης. Παραμένουν οι Ιταλοί τόσο παθιασμένοι με το καθεστώς μονιμότητας στην αγορά εργασίας; Ευτυχώς, όχι πια. Και μέρος της επιτυχίας αυτής της ταινίας είναι πως αποτελεί μια υπενθύμιση ότι το καθεστώς μονιμότητας έχει ξεπεραστεί στη χώρα. Κυκλοφόρησε δε σε μια περίοδο όπου αποκλίνουν οι δυνάμεις μεταξύ των αγορών εργασίας του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα σε ό,τι αφορά το νομικό πλαίσιο προστασίας, τα εισοδήματα και τις αντιλήψεις.
Οι Ιταλοί δεν φοβούνται πια μια δυναμική και εναλλασσόμενη αγορά εργασίας. Καλλιεργείται όλο και περισσότερο το όνειρο της επιτυχίας στον ιδιωτικό τομέα, ακόμη και εάν δεν υπάρχει το δίχτυ προστασίας του Δημοσίου, που εδώ και χρόνια ήταν η ραχοκοκαλιά της ιταλικής αγοράς εργασίας. Δύο στους τρεις εργαζομένους θα αναλάμβαναν ένα ρίσκο εάν αυτό σήμαινε βελτίωση των προοπτικών εργασίας, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ιταλικής εφημερίδας La Stampa. Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι –ο οποίος έχει δει την προαναφερόμενη ταινία με την οικογένειά του– προώθησε έναν χρόνο πριν νομοσχέδιο για τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας που διευκολύνει τις περικοπές των θέσεων εργασίας, καταργώντας νομοθετικά εμπόδια στις απολύσεις. Αλλά οι αλλαγές αυτές ισχύουν μόνον στον ιδιωτικό τομέα και όχι στον δημόσιο.
Επιπροσθέτως, τα προνόμια και οι συντάξεις των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα προστατεύονται από τα συνδικάτα με στρατιωτική πειθαρχία και αυστηρότητα. Από την άλλη πλευρά, φθίνει η επιρροή των συνδικάτων στον ιδιωτικό τομέα. Κατά συνέπεια, οι περισσότεροι νέοι στην Ιταλία που εισέρχονται στην αγορά εργασίας αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες. Μόνον ένα μικρό ποσοστό μπορεί να αναζητήσει εργασία από επίσημους φορείς, όπως είναι τα γραφεία εύρεσης εργασίας. Οι μισθοί είναι χαμηλότεροι συγκριτικά με τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Παραδείγματος χάριν, οι μηχανολόγοι στη Γερμανία κερδίζουν 30% περισσότερα χρήματα από τους Ιταλούς συναδέλφους τους.
Συνολικά, ο αριθμός των θέσεων εργασίας στην Ιταλία είναι χαμηλότερος σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, έχουν δημιουργηθεί 2,16 εκατ. θέσεις εργασίας στην Ευρωζώνη. Αναλυτικότερα υπολογίζονται 724.000 νέες θέσεις εργασίας στην Ισπανία, 592.000 στη Γερμανία και μόνον 127.000 στην Ιταλία. Και από αυτές τα 2/3 είναι μερικής απασχόλησης. Το ποσοστό ανεργίας στη Γερμανία είναι χαμηλό στο 6,3%. Στην Ιταλία, αν και μειώνεται, παραμένει υψηλό, στο 11,3%. Μόνον το 15,1% των Ιταλών από 15 έως 24 ετών εργάζεται αντί του αντίστοιχου 43,8%, που ισχύει στη Γερμανία.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και εάν ο κ. Ρέντσι με τον ιταλικό Τύπο διατυπώνουν εγκωμιαστικά σχόλια για τον ιδιωτικό τομέα, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλοί Ιταλοί που εύχονται μια ζωή στο Δημόσιο. Στην περιφέρεια της Ούμπρια αναμένεται να υποβληθούν 32.000 αιτήσεις για 94 θέσεις γραφείου στο Δημόσιο.

(Η ελληνική μετάφραση δημοσιεύθηκε στην εφ. Η Καθημερινή, 17.01.2016)