Ο Σάουρα/ Carlos Saura είναι Ισπανός μέχρι μυελού οστέων, πολύ περισσότερο ακόμα κι απ’ τον Καλντερόν ή τον Θερβάντες ή τον Γκόγια, δηλαδή τους ουσιαστικούς πνευματικούς του προγόνους. Με τους οποίους ωστόσο, όπως και με τον Μπουνιουέλ, έχει ένα κοινό γνώρισμα τάξεως πραχτικής, θα μπορούσαμε να πούμε. Τόσο η προβληματική όσο και η φόρμα όλων διαμορφώθηκαν κάτω από μια εξωτερική πίεση: Της Ιεράς Εξέτασης των παλιών και της σύγχρονης εκδοχής της, του φρανκισμού των νεοτέρων. Η ενδημική στην ιστορία των Ισπανών βάναυση λογοκρισία απομάκρυνε τους δημιουργούς απ’ τον ρεαλισμό και τους έστρεψε προς την αοριστία της αλληγορίας, όπου ο πάντα χονδροειδής στοχασμός της συντήρησης διεισδύει με μεγάλη δυσκολία. Η γοητεία της ισπανικής τέχνης, σ’ όλες τις εκφάνσεις έγκειται σ’ αυτή τη λεπτή ισορροπία ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό που πάντα καμουφλάρεται με την παρδαλή χλαμύδα του παραμυθιού.
Όμως στον Σάουρα η αλληγορία παρά είναι σαφής και διαφανή. Τόσο, που οι πεντακάθαρες αναλογίες ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό να μην επιτρέπουν καμιά διεύρυνση και γενίκευση.
Άλλα δύο τυπικά γνωρίσματα της έννοιας του κλασικού. Ο Σάουρα είναι ιδιόρρυθμα ρεαλιστής και δημιουργός πολιτικός, αλλά με μια στενή έννοια: Τα προβλήματα του εδώ και του τώρα. Είναι προβλήματα της δικής του Ισπανίας, στην οποία μεγάλωσε, της Ισπανίας του Φράνκο (ο Σάουρα γεννήθηκε το 1930), ή σύγχρονων καθεστώτων με ανάλογη δομή.
(…) Ο Κάρλος Σάουρα, καλός και συνεπής μαθητής του μεγάλου του συμπατριώτη, του Μπουνιουέλ δανείστηκε απ’ τον μπουνιουελισμό τον υπαινικτικό διδακτισμό της παραβολής που, κάνοντας τον πολύ πιο ερμητικό και εντελώς εσωστρεφή τον έβαλε στην υπηρεσία της αντίστασης κατά του φρανκισμού. Για σειρά ετών, ο Σάουρα ήταν ο μόνος Ισπανός κινηματογραφιστής που τόλμησε να χτυπήσει τον φρανκισμό στο «ιδεολογικό» του κέντρο και με τρόπο τέτοιο που να ξεφεύγει σχεδόν πάντα απ’ τις αρπαγές της ανελέητης φασιστικής λογοκρισίας. Συνέπεια αυτής του της προσπάθειας ήταν η κατάκτηση ενός εντελώς προσωπικού ύφους στο οποίο το κοινωνικό μεταστρέφεται επιδέξια σε ψυχολογικό και το ψυχολογικό παραπέμπει πάντα στο κοινωνικό που το επικαθορίζει με ακρίβεια, αλλά μόνο για όποιον θα μπορούσε να επισημάνει τις αναλογικές σχέσεις που επιβάλλει η παραβολή. Ο «φαντασματικός» κινηματογράφος του Σάουρα είναι βαθιά κοινωνικός στην ουσία του, ενώ οι παραβολές του έχουν την περιγραφική καθαρότητα αλλά και το ερμηνευτικό διφορούμενο των ευαγγελικών παραβολών.
(αποσπάσματα από κριτικές του Βασίλη Ραφαηλίδη για ταινίες Ana y los lobos/ Η Άννα και οι λύκοι και Los ojos vendados/ Με δεμένα τα μάτια, που δημοσιεύτηκαν στην εφ. Το Βήμα 30-1-1979 & 10-10-1979 αντίστοιχα)