Μιλώντας με άψογα αγγλικά (τονισμένα από μία τυπική αγγλική προφορά) η Άνα Σοφρένοβιτς/ Ana Sofrenovic διαθέτει μια σπάνια για ηθοποιό ανυπόκριτη γοητεία και μια καθόλου τυπική ευγένεια. Παλιά γνώριμη των θεατών του φεστιβάλ (από τις εξαιρετικές της ερμηνείες στις ταινίες Πυριδαταποθήκη και Αγκίστρι στον Ουρανό), αλλά και των φίλων της μουσικής τζαζ (συμμετείχε μ' ένα τζαζ συγκρότημα από την Γιουγκοσλαβία στις εκδηλώσεις για την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης), αυτή την φορά βρίσκεται στην πόλη ως μέλος -το νεαρότερο- της κριτικής επιτροπής στο 42ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (2001).
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Πρώτο Πλάνο, σ' ένα διάλειμμα των πιεστικών της υποχρεώσεων, αναφέρθηκε τόσο στις πρόσφατες περιπέτειες που πέρασε η Γιουγκοσλαβία (και την εμπειρία του πολέμου) όσο και στις εμπειρίες της στον χώρο του κινηματογράφου και της μουσικής.
Ξεκινώντας την συνέντευξη μίλησε για την τραυματική εμπειρία των Νατοϊκών Βομβαρδισμών στο Βελιγράδι. Θυμήθηκε ότι το κλίμα το προηγούμενο βράδυ της επίθεσης, όταν είχε παράσταση, ως ηθοποιός, σε μια κωμωδία: "Ο κόσμος γελούσε μ' ένα τρόπο υπερβολικό, συχνά υστερικά, ακόμα και στα σημεία που δεν ήταν κωμικά". Όταν οι βομβαρδισμοί ξεκίνησαν το κλίμα άλλαξε: όλος ο κόσμος κατά την διάρκεια της ημέρας, βρισκόταν στους δρόμους, επικρατούσε μια ατμόσφαιρα γιορτής, ήταν καλοκαίρι. Και ξαφνικά στις 7 το βράδυ, όταν ηχούσαν οι σειρήνες οι δρόμοι άδειαζαν, όλοι πήγαιναν στα καταφύγια και το Βελιγράδι γινόταν μια νεκρή πόλη. Στάθηκε ιδιαίτερα σ' ένα επεισόδιο αυτού του πολέμου -στον οποίο, όπως τονίζει, "δεν μπορούσες να δεις τον εχθρό". Βρισκόταν στο καταφύγιο μαζί με την έξι μηνών κόρη της, όταν το ραδιόφωνο ανήγγειλε ότι χτυπήθηκε ένα χημικό εργοστάσιο στα περίχωρα της πόλης και ένα δηλητηριώδες νέφος κατευθυνόταν προς τις κατοικημένες περιοχές. Για είκοσι λεπτά υπήρξε σιγή, κανένας δεν έδινε πληροφορίες για το τι ακριβώς συνέβαινε, ούτε για το ποιες προφυλάξεις έπρεπε να ληφθούν: "Αγωνιούσα για το τι ακριβώς συνέβαινε. Κάποιος ήρθε και είπε ότι έξω μύριζε περίεργα. Βρισκόμουν σε άσχημη κατάσταση μέχρι τελικά να πουν ότι δεν υπήρχε κίνδυνος. Αισθάνθηκα ότι αυτά τα είκοσι λεπτά ήταν δύο χρόνια από την ζωή μου".
Στην ερώτηση για το ποια ταινία από την Γιουγκοσλαβία, κατά την άποψη της, εκφράζει καλύτερα το τι ακριβώς συνέβη τα τελευταία αυτά δέκα χρόνια, η Άνα Σοφρένοβιτς θεωρεί ότι είναι ακόμα νωρίς για να γίνει μια τέτοια ταινία. Πρέπει να υπάρξει μια χρονική απόσταση από τα γεγονότα για να δημιουργηθούν οι όροι και οι συνθήκες. Ωστόσο ξεχωρίζει κάποιες ταινίες απ' αυτές που έχουν γίνει όλα αυτά τα χρόνια. Στέκεται στο Underground του Εμίρ Κουστουρίτσα, καθώς θεωρεί ότι είναι μια ταινία που συνδέει το ιστορικό παρελθόν της χώρας (την περίοδο της Τιτοΐκης διακυβέρνησης) με ότι ακολούθησε. Ξεχωρίζει την ταινία Όμορφα Χωριά, Όμορφα Καίγονται για την ατμόσφαιρα στα μέτωπα του πολέμου, όμως πιστεύει ότι δεν έχει την αναγκαία απόσταση από τα γεγονότα. Επίσης πιστεύει ότι η Πυριτιδαποθήκη είναι μια ταινία που απεικονίζει με ακρίβεια το τι συμβαίνει σε ανθρώπινο επίπεδο, την περίοδο του πολέμου -παρ' όλα αυτά όμως είναι και μια ταινία που την υπερβαίνει ("Δύο χρόνια αφού ο Paskaljevic είχε γράψει το σενάριο, στην Φλόριντα συνέβη ένα αντίστοιχο περιστατικό απαγωγής λεωφορείου, μ' αυτό που αφηγείται η ταινία"). Παράλληλα πιστεύει ότι το Αγκίστρι στον Ουρανό, συλλαμβάνει την ατμόσφαιρα και την ενέργεια της πόλης κατά την διάρκεια των βομβαρδισμών και την θέληση των κατοίκων της να ξεπεράσουν τις αρνητικές εμπειρίες.
Αναφερόμενη στις εμπειρίες της με τους σκηνοθέτες Goran Paskaljevic (Πυτιδαποθήκη) και Ljubisa Samardzic (Αγκίστρι στον Ουρανό) δήλωσε ότι ήταν τελείως διαφορετικές. Ο Goran Paskaljevic αφήνει τους ηθοποιούς ελεύθερους, να δοκιμάζουν διάφορα και μετά επιλέγει. Θεωρεί δε την ταινία Πυτιδαποθήκη, την καλύτερη δουλειά της στον κινηματογράφο. Για την εμπειρία της στο Αγκίστρι στον Ουρανό στέκεται στο γεγονός ότι παρόλο που ήταν η πρώτη του ταινία του Ljubisa Samardzic ως σκηνοθέτη, το μακρύ παρελθόν του ως ηθοποιού καθόρισε τον τρόπο διεύθυνσης των ηθοποιών ("Ήθελε από τον ηθοποιό κάτι πολύ συγκεκριμένο. Βοηθούσε πολύ τους ηθοποιούς με τις οδηγίες του"). Υπήρχε μια περίεργη ατμόσφαιρα στα γυρίσματα, τα οποία έγιναν σε αληθινούς χώρους ("Γυρίστηκε δυο μήνες μετά τους βομβαρδισμούς").
Αναφερόμενη στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει του ρόλους λέει ότι προσπαθεί να σκεφθεί πως θα αντιδρούσε η ίδια αν βρισκόταν στην ίδια κατάσταση με αυτή που αντιμετωπίζουν οι χαρακτήρες ("ψάχνω να βρω τι στα αλήθεια σκέφτονται").
Μιλώντας για την σχέση της με την μουσική, δήλωσε ότι μετά τις εμπειρίες που είχε στη Γιουγκοσλαβία ως μέλος τζαζ συγκροτημάτων, αυτήν την εποχή κάνει μια καινούρια αρχή στο Λονδίνο, και ετοιμάζει μια νέα δουλειά ως συνθέτης αλλά και ως τραγουδίστρια.
Συζητώντας για τα κριτήρια της με τα οποία θα κρίνει τις ταινίες του Διεθνούς Διαγωνιστικού ως μέλος της κριτικής επιτροπής δηλώνει: "Μ' αρέσουν οι ταινίες που μ΄ αφήνουν κάτι να σκεφτώ, που με συγκινούν, που τις κουβαλώ μέσα μετά την προβολή, που έχουν πάνω από ένα επίπεδο. Ταινίες που έχουν μεταφορές, που έχουν κάτι πέρα απ' αυτό που υπάρχει στην οθόνη. Στις ταινίες που έχω δει μέχρι τώρα βρήκα ότι υπάρχουν πολύ καλές εμπειρίες. Θέλω οι ταινίες να έχουν πάνω μου μια επίδραση, να μου δίνουν συναίσθημα και στοχασμό. Να έχω κάτι απ' αυτές μαζί μου για μέρες".

(Συνέντευξη: Δημήτρης Μπάμπας. Δημοσιεύθηκε στην εφ. του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Πρώτο Πλάνο)