(μια συνέντευξη του Θόδωρου Αγγελόπουλου στο Positif)
Η ΑΦΕΤΗΡΙΑ
Συχνά υπάρχει ένα πολύ συγκεκριμένο γεγονός σαν αφετηρία των ταινιών μου. Αυτή τη φορά η κατάσταση ήταν πολύ πιο συγκεχυμένη. Όταν έφθασα στον Tonino Guera/ Τονίνο Γκουέρα -ο οποίος είναι ο συνεργάτης στο σενάριο των τελευταίων ταινιών μου-, με ρώτησε τι ήθελα να κάνω. Του απάντησα ότι είχα την ιδέα μιας μεταφοράς της Οδύσσειας, τοποθετημένης στο χρηματιστήριο. Βρήκε την πρόταση ενδιαφέρουσα και ξεκινήσαμε τη συζήτηση. Τότε ήρθε μια νέα γυναίκα από το Ιδρυμα Manzu - ο οποίος ήταν μεγάλος Ιταλός γλύπτης- για να μου φέρει ένα δώρο. Συνοδευόταν από ένα γράμμα της κόρης του καλλιτέχνη, το οποίο έλεγε ότι ο πατέρας της, πριν πεθάνει, είχε μια έμμονη ιδέα: να σκαλίσει το βλέμμα του Οδυσσέα, γιατί θεωρούσε ότι μέσα σ’ αυτό το βλέμμα υπήρχε όλη η ανθρώπινη περιπέτεια.
Αυτό για τον Tonino και εμένα ήταν μια συνταρακτική σύμπτωση. Συνεχίσαμε λοιπόν να δουλεύουμε στο σπίτι του Pennabili, με τον παράδοξο τρόπο που χαρακτηρίζει την συνεργασία μας. Αυτός βοηθούσε και εγώ εξέφραζα τις ιδέες μου, που τις αποκαλούσε “οι πεταλούδες μου”. Άκουγε, και όταν μια “πεταλούδα” τού φαινόταν ενδιαφέρουσα με σταματούσε και έλεγε “Αυτό είναι καλό το κρατάμε”. Μ’ αυτό τον τρόπο το σενάριο προχωρούσε, σιγά-σιγά.
Στη συνέχεια επέστρεψα στην Αθήνα και μίλησα με τον άλλο συνεργάτη μου, τον Πέτρο Μάρκαρη - και τότε έπεσα πάνω στους Αδελφούς Μανάκια. Υπήρχε πράγματι μια εκδήλωση αφιερωμένη στο έργο τους, οργανωμένη από την Βλάχικη Κοινότητα (από την οποία καταγόταν) και η οποία με είχε προσκαλέσει να μιλήσω γι’ αυτούς. Γνώριζα καλά για την ύπαρξη τους και τη θέση τους σαν “Πρώτοι Έλληνες Κινηματογραφιστές”, αλλά παρ’ όλα αυτά ξεκίνησα να διαβάζω μελέτες για αυτούς. Λοιπόν ανακάλυψα μια υπόθεση, που προτεινόταν σε μια απ’ αυτές: υπάρχουν τρεις ταινίες από έργο τους που δεν έχουν υποστεί τη διαδικασία της εμφάνισης. Αυτή η υπόθεση με συνεπήρε και άρχισα να ακολουθώ τα ίχνη αυτών των ταινιών, μέχρι τις αρχές του αιώνα. Μετά συνέδεσα αυτή την ανακάλυψη με μια ιδέα που ήταν πιο προσωπική και που έχει να κάνει με το πρόβλημα του βλέμματος. Αναρωτήθηκα: “Συνεχίζω να βλέπω καθαρά;”, ερώτηση που πρέπει να θέτει στον εαυτό του κάθε σκηνοθέτης.
Είχα άρα τα τρία στοιχεία για να αρχίσω: την Οδύσσεια, τους Αδελφούς Μανάκια, το βλέμμα. Όλα τα υπόλοιπα προστέθηκαν στην εξέλιξη. Οπωσδήποτε δεν πιστεύω ότι ανακαλύπτει κανείς ξαφνικά την ιδέα μιας ταινίας. Αυτή - η ιδέα- ανταποκρίνεται πάντα στις ανησυχίες που δουλεύουν μέσα μας, αλλά βρίσκονται εν υπνώσει. Αυτές [οι ανησυχίες] εργάζονται, παρ’ όλα αυτά με τρόπο υπόγειο, αργά, και αφυπνίζονται την στιγμή που τις ανακαλείς.
ΤΟ ΜΕΤΕΩΡΟ ΒΗΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
Φυσικά τα δύο φιλμ συνδέονται και άρχισα το Βλέμμα του Οδυσσέα με μια αναφορά στα γυρίσματα της προηγούμενης ταινίας. Η πρώτη σεκάνς πράγματι είναι εκπνευσμένη από ένα γεγονός που συνέβη σε μια πόλη -όπου επρόκειτο να προβάλλω ένα από τα φιλμ μου- και όπου λόγω μιας απαγόρευσης τελικά η προβολή οργανώθηκε σ’ ένα καφέ. Από εκεί προέρχεται η ιδέα των μεγαφώνων, που μεταδίδουν την ηχητική μπάντα του φιλμ. (1)
ΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ ΚΑΙ Ο TONINO GUERA
Πάντοτε έγραφα μόνος τα σενάρια μου, αλλά έχω την ανάγκη της συζήτησης -να έχω ένα δικηγόρο του διαβόλου μέσα σ’ αυτό το παιχνίδι του πινγκ-πονγκ που είναι η επεξεργασία ενός σεναρίου. Στην Ελλάδα συνεργάζομαι με συγγραφείς ή δραματουργούς. [Στην συνέχεια, ο σκηνοθέτης αναφέρεται στη συνεργασία του με τους σεναριογράφους των ταινίων του: τον Στρατή Καρρά, τον Θανάση Βαλτινό, τον Πέτρο Μάρκαρη και τον Δημήτρη Νόλλα] Είναι όλοι τους διαφορετικοί χαρακτήρες. Ο Tonino Guera ξέρει να αποσπά από σένα αυτό που έχεις να δώσεις. Γι’ αυτό είναι που έχει συνεργαστεί με ανθρώπους τόσο διαφορετικούς όπως ο Antonioni, ο Rossi, ο Fellini, ο Tarkovski ή οι αδελφοί Taviani. Έχει την τέχνη να είναι ένας πραγματικός μαιευτήρας ιδεών, να είναι πολύτιμος, να είναι απαραίτητος. Είναι παρών στο ξεκίνημα -οι άλλοι δεν επεμβαίνουν παρά αργότερα -όταν εγώ είμαι στην Ελλάδα και ο Tonino, με τον οποίο βρίσκομαι σε επαφή, μένει στην Ιταλία- , όταν αισθάνομαι την ανάγκη να διαβάζω σε κάποιον το σενάριο, να ακούσω τις αντιδράσεις του, για να ελέγξω αυτά που γράφω. Στην συνέχεια στέλνω τη πρώτη εκδοχή του σεναρίου και τις επόμενες στον Tonino, μου κάνει παρατηρήσεις και εγώ κάνω τις νέες εκδοχές μέχρι την δέκατη, την δέκατη πέμπτη ίσως, μαζί με τους Έλληνες συνεργάτες (πάντοτε σύμφωνα με την ίδια διαδικασία). Οι τελευταίες διορθώσεις γίνονται τελικά κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Τότε μπορεί να πει κάποιος ότι το σενάριο ολοκληρώνεται. Γιατί κάποιοι διάλογοι προστίθενται, κάποιες σκηνές αλλάζουν ανάλογα με τους χώρους, με τους ηθοποιούς, με τις νέες ιδέες.
Ο ΧΩΡΟΣ
Γεωγραφικά ανήκουμε στα Βαλκάνια. Έχουμε σύνορα μ’ όλες τις χώρες: την Πρώην Γιουγκοσλαβία, Αλβανία, Βουλγαρία κλπ. Υπάρχει επίσης μια κοινή μοίρα, γιατί όλοι αυτοί οι λαοί έχουν γνωρίσει την τουρκική κατοχή κατά τη διάρκεια αιώνων. Οι αδελφοί Μανάκια εργάστηκαν μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από τα Γιάννενα στην Ελλάδα, στα Bitola (το αρχαίο Μοναστήρι) της FYROM, και στο Βουκουρέστι. Όλοι αυτοί οι λαοί ήταν ανακατεμένοι και οι συμφωνίες της Λοζάννης καθόρισαν τα σύνορα με σκοπό να επιτευχθεί ένα είδος ειρήνης, μετά τους δύο Βαλκανικούς Πολέμους, που ακολούθησαν τον Πρώτο Παγκόσμιο. Προσπάθησα να καταλάβω τις εξαιρετικά περίπλοκες σχέσεις ανάμεσα στους λαούς αυτής της περιοχής. Σχέσεις, που εξηγούν επίσης τη δυσκολία, κυρίως των Ξένων Δυνάμεων να καταλήξουν σε μια λύση με βάση τους χάρτες.
ΕΝΑ ΑΝΕΚΔΟΤΟ
Μου έχουν διηγηθεί την ιστορία ενός δημοσιογράφου -που περιηγήθηκε την Βοσνία, πριν τον σημερινό πόλεμο και μετά τον θάνατο του Τίτο- και ο οποίος ανακάλυψε ένα μεγάλο ουρητήριο στην κεντρική πλατεία μίας πόλης. Όταν οι κάτοικοι της πόλης περνούσαν από μπροστά, οι καθολικοί έκαναν το σημείο του καθολικού σταυρού, οι άλλοι έκαναν το σταυρό τους, όπως οι ορθόδοξοι, και τέλος οι άλλοι προσκυνούσαν σύμφωνα με το μουσουλμανικό τυπικό. Ρώτησε τι σήμαιναν αυτά. Του εξήγησαν ότι κατά τον 12ο αιώνα [το ουρητήριο] ήταν ένας ορθόδοξος ναός, μετά οι Οθωμανοί τον μετέτρεψαν σε τέμενος και όταν ήρθαν οι Αυστριακοί τον έκαναν καθολική εκκλησία. Ο Tito, ο οποίος ήταν ενάντια στις θρησκείες, για να εξαλείψει όλα αυτά, τον μετέτρεψε σ’ ένα μεγάλο ουρητήριο. Οι κάτοικοι αυτής της πόλης, θεωρώντας αυτόν το χώρο ως τόπο προσευχής, ασυνείδητα επαναβιώνουν μια χειρονομία αιώνων. Αυτό το ανέκδοτο συμπυκνώνει τις αξεδιάλυτες περιπλοκές των θρησκειών και των φυλών: οι Σλάβοι με τους Αλβανούς, οι Ρουμάνοι με τους Έλληνες.
Η ΕΒΡΑΪΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ HARVEY KEITEL, ERLAND JOSEPHSON, MAIA MORGENRSTERN
Είναι πράγματι μια σύμπτωση. Έκανα την επιλογή κυρίως για το ταλέντο τους. Η Μάγια είναι μια μεγάλη ηθοποιός που μπορεί να κάνει τα πάντα. Την είδα στο θέατρο στην Αθήνα, όπου για σχεδόν δύο ώρες έκανε τα πάντα: χόρευε, τραγουδούσε, μιλούσε αγγλικά, γερμανικά, γίντις (εβραϊκή διάλεκτος). Είναι μια γεννημένη ηθοποιός, που μπορεί να περάσει από τον ένα ρόλο στον άλλο, σαν χαμαιλέοντας. Τα αγγλικά που μιλάει είναι ανώνυμα, με ελάχιστο τονισμό, και θα μπορούσαν να είναι της περιοχής που κατάγεται, δηλαδή των Σκοπίων.
Είχα σκεφτεί τον Josephson πριν ακόμα επιλέξω τον Volonte. Είχε την ηλικία του συντηρητή [ταινιών] και τη φυσιογνωμία, ενός ανθρώπου της Κεντρικής Ευρώπης -χωρίς να γνωρίζω ότι ήταν Εβραίος.
Αγνοούσα επίσης ότι ο Harvey Keitel ήταν Εβραίος.
(...) Όταν είχαμε συναντηθεί στην Νέα Υόρκη, δεν γνώριζα τίποτα για αυτόν, ούτε σαν άνθρωπο, ούτε σαν ηθοποιό. Πιστεύω ότι δεν τον είχα δει πριν τα Μαθήματα Πιάνου/ The Piano. Ήθελα ο πρωταγωνιστής να είναι Αμερικάνος. Σκεφτόμουν τον Al Pacino ο οποίος έχει επίσης ευρωπαϊκές ρίζες, αλλά δεν ήταν διαθέσιμος. Μετά τον Daniel Day Lewis, που και αυτός δεν ήταν ελεύθερος.
Η ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟΝ HARVEY KEITEL
Ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί όταν ήρθε στην Αθήνα, αλλά με κάποια απόσταση.
(...) Όταν επέστρεψε στο γύρισμα, μετά από διακοπή πέντε μηνών, μου ’πε ότι δεν σταμάτησε να σκέπτεται το φιλμ. Είχε αλλάξει πολύ και τα πήγαμε πολύ καλά μέχρι τέλους. Αυτά τα δύο χρόνια εξελίχθηκε αξιόλογα. Γνώρισε πράγματα που ποτέ δεν είχε την ευκαιρία να μάθει: Επέστρεψε στην Ευρώπη, γνώρισε την Ρουμανία απ’ όπου καταγόταν η μητέρα του, και γύρισε κοντά στην Πολωνία απ’ όπου καταγόταν ο πατέρας του. Ανακάλυψε τη κατάσταση στα Βαλκάνια και είχε επαφές με ανθρώπους διαφορετικών χωρών.
Είναι ένας ηθοποιός που συγκεντρώνεται ολοκληρωτικά στο παίξιμό του: τίποτε άλλο δεν τον ενδιαφέρει, όταν δημιουργεί ένα ρόλο. Εργάζεται με όλα τα στοιχεία που μπορούν να υπηρετήσουν το ρόλο. Αν πρέπει να πει ένα στίχο του Έλλιοτ/ T. S. Eliot, θα διαβάσει την ποίηση του Έλλιοτ. Αν είναι ένα απόσπασμα από την Οδύσσεια, θα πρέπει διαβάσει όλο το τμήμα απ’ όπου προήλθε. Σαν ηθοποιός του Actor’s Studio που είναι, ήθελε να ζήσει όλη την περιπέτεια με ένα τρόπο συν-παθητικό.
ΕΝΑΣ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΑ
Η σεκάνς με τον δημοσιογράφο είναι ένας αποχαιρετισμός στη γενιά μου, η οποία αγάπησε το σινεμά του Γούελς/ Welles, του Ντάγιερ/ Dreyer, του Μουρνάου/ Murnau και άλλα πράγματα όπως την τζαζ, την ποίηση. Επίσης είναι ένας αποχαιρετισμός για τους φίλους που χάθηκαν όπως ο Kazuko Shibata, ο σκηνογράφος Μικές Καραπιπέρης που δούλεψε σ’ όλες τις ταινίες μου μέχρι τον θάνατο του μετά τα γυρίσματα του Μετέωρο Βήματος -και σ’ ένα κριτικό, τον Κώστα Σταματίου, ο οποίος ήταν ο πρώτος που έγραψε για μένα ήδη από την πρώτη ταινία μικρού μήκους.
Εδώ επίσης υπάρχει μια αλλαγή σε σχέση με το σενάριο: Ο ένας μιλά αγγλικά, ο άλλος στα ελληνικά. Μου φαίνεται ενδιαφέρουσα αυτή η συζήτηση σε δύο γλώσσες, σαν ήταν αυτές οι δύο μία. Το παιχνίδι πάνω στις γλώσσες είναι σημαντικό, και όταν μαθαίνω ότι το φιλμ θα ντουμπλαριστεί για την προβολή του στο Canal Plus, τότε δεν καταλαβαίνω πια τίποτε: αν όλος ο κόσμος μιλά γαλλικά, τότε δεν υπάρχει ταξίδι. Αν εξαλείψεις τα αγγλικά, τις δύο λέξεις στα γαλλικά, στα ιταλικά, ένα μικρό ποίημα του Ρίλκε στα γερμανικά, τα ελληνικά, τα βουλγάρικα, τα σερβοκροάτικα, τα ρουμάνικα, τις κουβέντες στα γίντις (όταν ο Josephson μιλά στην Μάγια) και τα χωριάτικα βοσνιακά του εκτελεστή - λοιπόν τότε νομίζω ότι είναι κρίμα.
(Αποσπάσματα από συνέντευξη του Θόδωρου Αγγελόπουλου στον Michel Ciment, δημοσιεύτηκε στο Positif No 415, SEPTEMBRE 1994. Απόδοση και επιλογή αποσπασμάτων: Δημήτρης Μπάμπας, Γιάννης Κακουλίδης)
(1) Ο σκηνοθέτης αναφέρεται στα επεισόδια της Πτολεμαϊδας. Την Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 1992, η εφημερίδα Επαφή και το Στέκι Πολιτισμού Πτολεμαΐδας είχαν προγραμματίσει προβολή της ταινίας Μετέωρο Βήμα στον μοναδικό κινηματογράφο της πόλης. Μετά από πιέσεις των εκκλησιαστικών αρχών της περιοχής (μητροπολίτης Αυγουστίνος Καντιώτης) στον αιθουσάρχη και τις απειλές ενάντια στους διοργανωτές, η προβολή έγινε σε καφέ της πόλης. Τα μεγάφωνα έξω από το καφέ αναμετέδιδαν την ηχητική μπάντα της ταινίας, στον κόσμο που βρίσκονταν εκτός της αίθουσας. Ο σκηνοθέτης μετά την προβολή συμμετείχε σε συζήτηση με το κοινό.
Δ.Μ.