Η πρώτη γνωριμία μας ήταν το καλοκαίρι του 1973, όταν πήρα ένα τηλεφώνημα να περάσω από το μικρό γραφείο του στην Αριστοτέλους για να με δει για μια ταινία. Ετοίμαζε τότε το Θίασο και έψαχνε ηθοποιούς. Η πρώτη μας επαφή ήταν συγκλονιστική. Μιλήσαμε, με τράβηξε κάποιος συνεργάτης του φωτογραφίες και μου είπε ότι θα με πάρει τηλέφωνο για να μου πει το τελικό ‘’εντάξει’’, οπότε καταλαβαίνετε την απογείωση που ένιωθα. Το πρώτο μας γύρισμα ήταν στην πλατεία της Καρδίτσας. Μετά ήρθε το Πολυτεχνείο και σταματάνε τα πάντα. Ξαναρχίσαμε στην πιο σκληρή περίοδο, της χούντας επί Ιωαννίδη. Τα γυρίσματα κράτησαν σχεδόν δύο χρόνια. Όταν ξεκίνησε ο Θίασος την περίοδο της χούντας, κανείς από μας τους ηθοποιούς δεν ήξερε τι ταινία γυρίζαμε, ποιο είναι το σενάριο, ούτε τι ρόλο είχαμε. Ήταν δύσκολες εποχές και ο Θόδωρος δεν ήξερε ποιοι είμαστε. Γυρίζαμε πλάνα μακριά και αποστασιοποιημένα και όταν άρχισε να μας γνωρίζει, μια μέρα στο ξενοδοχείο στα Γιάννενα μας κάλεσε όλους στο δωμάτιό του και μας διηγήθηκε το σενάριο.
Ο Θόδωρος ήταν πάντα λάτρης της Ιστορίας. Οι ταινίες του εστίαζαν πάντα στα ιστορικά γεγονότα, αλλά δεν έκανε αναπαράσταση της Ιστορίας. Ουσιαστικά χρησιμοποιούσε την Ιστορία, χωρίς να την αλλοιώνει βέβαια, για να μιλήσει μέσα από τη δική του αισθητική, καλλιτεχνική, δημιουργική ματιά. Θυμάμαι ότι στο Θίασο κάποιοι παλιοί αριστεροί τον κατηγόρησαν γιατί δεν τα είπε κάπως και τα είπε κάπως αλλιώς.
Ερχόμενη από το θέατρο, έτρεμα στην ιδέα ότι θα βρεθώ μπροστά στον κινηματογραφικό φακό. Όμως όταν αρχίσαμε με αυτά τα μεγάλα γοητευτικά πλάνα με τα travelling, που ταξίδευαν και τον κόσμο και εμάς στο χώρο και τον χρόνο, είχα την αίσθηση ότι δε με πλησιάζει ο φακός και εκφραζόμουν με όλο μου το είναι. Ήταν το ‘’σωματικό θέατρο’’ που λέγαμε στο Θέατρο Τέχνης, από το οποίο προερχόμουν. Γιατί το σώμα μιλά πάρα πολύ, ανάλογα με το πώς κινείται και αντιδρά όσο δυνατά και ο λόγος. Αυτό που έβλεπα δεν ήταν ο κινηματογράφος που γνώριζα. Αυτή η κινηματογραφική γλώσσα είχε μια τεράστια γοητεία.
(...) Οι ταινίες του και κυρίως ο Θίασος ανταποκρίθηκε πάρα πολύ έντονα στο λαϊκό συναίσθημα της μεταπολίτευσης. Εγώ δε θα έλεγα ότι είναι μόνο λαϊκός. Ο Θόδωρος ήταν ένας άνθρωπος ευφυής, διαβασμένος, με υψηλή αισθητική, με πολλές γνώσεις οπότε νομίζω ότι ανταποκρινόταν το κοινό ανάλογα και με τη δική του παιδεία.
(...) Είμαι σίγουρη ότι ο Θόδωρος δε θα ξεχαστεί, το έργο του είναι μεγάλο. Θα το δουν οι νέες γενιές και θα το χαρούν και αυτές, όπως το χαρήκαμε και εμείς που συμμετείχαμε σε αυτό.
(αποσπάσματα από την εκδήλωση που έγινε την Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2012, στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης, στο πλαίσιο του αφιερώματος του 53ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης)