του Θόδωρου Σούμα
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2021_oi-germanoi-xanarxontai.jpg

 Το πιο σημαντικό κι αξιοπρόσεχτο είδος του «παλιού ελληνικού κινηματογράφου», Π.Ε.Κ., υπήρξε αναμφίβολα, αντικειμενικά, η λαϊκή, εμπορική κωμωδία. Τις βάσεις της έθεσαν ταλαντούχοι, ευρηματικοί, χιουμορίστες θεατρικοί συγγραφείς, που είχαν επηρεαστεί από το γαλλικό μπουλβάρ (και τους χαρακτήρες του μολιερικού θεάτρου) και οι οποίοι συνέβαλαν στο ελληνικό σινεμά ως σεναριογράφοι ή κατόπιν και ως σκηνοθέτες, όπως οι Αλέκος Σκελλάριος., Χρήστος Γιαννακόπουλος, Νίκος Τσιφόρος, Πολύβιος Βασιλειάδης, Ασημάκης Γιαλαμάς, Κώστας Πρετεντέρης κ.α. Επεξεργάστηκαν θέματα όπως τα ερωτικά μπερδέματα, τις ερωτικές αναζητήσεις, συγκρούσεις και μοιχείες, τα (ερωτικά) μυστικά και τα παντρολογήματα, τις παρεξηγήσεις, τις ανταλλαγές και υποκαταστάσεις ρόλων, τις φάρσες, τα όνειρα επιτυχίας, τους χαρακτηριστικούς κοινωνικούς τύπους της εποχής, τους επαρχιώτες στην Αθήνα και τους τύπους της γειτονιάς, τις αντιπαραθέσεις αντίθετων χαρακτήρων ή διλημμάτων, καθώς και τους ηθογραφικούς πίνακες. Το ιδιότυπο ενδιαφέρον αυτής της τάσης του ελληνικού σινεμά, της μεταπολεμικής, λαϊκής εμπορικής κωμωδίας του 1950-1970, συνίσταται στο ότι ενώ εάν κρίνεις μία-μία τις ταινίες δεν θα βρεις πάρα πολλές καλές, όλες μαζί συναποτελούν μια πολύ ενδιαφέρουσα, σημαίνουσα κι αντιπροσωπευτική, κοινωνική τοιχογραφία της εποχής τους, σημαντικού κοινωνιολογικού ενδιαφέροντος… Το είδος υπηρέτησαν πιστά, με επιτυχία, μεράκι και ευστοχία, ορισμένοι μάστορες, χιουμορίστες σκηνοθέτες, που έχουν πλέον μείνει στην ιστορία του ελληνικού σινεμά. Αυτοί που προέρχονταν από το θέατρο, όπως ο Σακελλάριος, δεν είχαν σημαντικές σκηνοθετικές και ντεκουπαζικές ιδέες και περιορίζονταν σκηνοθετικά στο φιλμάρισμα της δράσης, το οποίο επικεντρωνόταν στο παίξιμο των ηθοποιών. Μα πάσχισαν κι αυτοί για το καλύτερο δυνατό, βοηθούμενοι από το μπρίο και το μεράκι τους!
   
Ο σκωπτικότατος Αλέκος Σακελλάριος.

Ο Αλέκος Σακελλάριος ήταν μάλλον ο πιο επιδραστικός, αξιόλογος και καθοριστικός σκηνοθέτης του παλιού ελληνικού σινεμά, του συκοφαντημένου από τους διανοούμενους Π.Ε.Κ. Έγραψε τα σενάρια και γύρισε πλήθος επιτυχημένων, σπινθιροβόλων κωμωδιών που πολλές από αυτές διέθεταν κέφι, σεναριακή ευφυία κι εφευρετικότητα, έντονη, καυστική αίσθηση του χιούμορ και σατιρική διάθεση. Συχνά, τα σενάρια του Σακελλάριου αντανακλούσαν, αντιπροσωπευτικά, τα διάφορα κοινωνικά προβλήματα της εποχής, με ανάλαφρο αλλά και σατιρικό τρόπο. Άγγιζαν με σκωπτικό τρόπο πολλές πτυχές της ελληνικής μεταπολεμικής κοινωνίας: Ηθογραφικές, κοινωνικές, ακόμη και πολιτικές. Σατιρική πολιτική διάσταση είχαν οι ταινίες του Οι Γερμανοί ξανάρχονται (1948), Θανασάκης ο πολιτευόμενος (1954), Ένας ήρωας με παντούφλες (1958), Υπάρχει και φιλότιμο (1965), Η κόρη μου η σοσιαλίστρια (1966).
Οι κωμωδίες του Σακελλάριου έπλασαν ζωντανούς τύπους της τρέχουσας καθημερινότητας, τύπους αντιπροσωπευτικούς του μέσου νεοέλληνα. Ο Σακελλάριος, πολυγραφότατος θεατρικός συγγραφέας που ήταν μετρ της κωμωδίας, μετέφερε στον κινηματογράφο του όλη τη γνώση του από το θεατρικό κείμενο. Γι’ αυτό τα σενάριά του είχαν στέρεη δομή, μπρίο, ρυθμό και ζωηρότητα. Είχαν τη μαστοριά και το ζωντανό, σπινθιροβόλο χιούμορ του θεατρικού μπουλβάρ. Πολλά απ’ τα σενάριά του, περίπου καμιά εξηνταριά, ήταν διασκευές των θεατρικών κωμωδιών του. Έγραψε και περίπου δεκαπέντε πρωτότυπα σενάρια. Τα έργα του Σακελλάριου υπηρετούσαν χαρισματικοί ηθοποιοί που ήξεραν να παίζουν με μεγάλη άνεση κι αυθορμητισμό. Οι Βασίλης Λογοθετίδης, Νίκος Σταυρίδης, Βασίλης Αυλωνίτης, Μίμης Φωτόπουλος, Ντίνος Ηλιόπουλος, Κώστας Χατζηχρήστος, Γιάννης Γκιωνάκης, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Νίκος Ρίζος, Λάμπρος Κωνσταντάρας κ.α. ήταν πηγαίοι κι εξαιρετικοί ηθοποιοί, με μεγάλες αυτοσχεδιαστικές ικανότητες.
Σαν κινηματογραφικός σκηνοθέτης, ο Σακελλάριος δεν ήταν πολύ ευφάνταστος, μερικές φορές ήταν λιγάκι στατικός, έστηνε, τοποθετούσε μέσα στο πλάνο τους ηθοποιούς του με παραδοσιακό συμβατικό τρόπο. Όμως υπηρετούσε καλά το γνήσιο, μεγάλο, αυθόρμητο, κωμικό ταλέντο του ως συγγραφέα και διαλογίστα. Οι καταστάσεις που έστηνε συνήθως ήταν ζωντανές, πιπεράτες, κεφάτες και αστείες, και κατάφερναν να μας διασκεδάζουν για τα καλά, παρ’όλη την ενδεχόμενη, συγκυριακή απαρέσκειά μας ως διανοουμένων… Διότι, πάνω απ’ όλα, ο Σακελλάριος ήξερε από χιούμορ, είχε γνήσια και πλούσια κωμική φλέβα.
Βοηθούμενοι κατά ένα μέρος από τις θεματικές κατατάξεις που έκανε, για την ελληνική κωμωδία, ο θεωρητικός του κινηματογράφου Στάθης Βαλούκος, μπορούμε να κατατάξουμε τις κωμωδίες του Σακελλάριου (ορισμένες ταινίες υπάρχουν σε δύο κατηγορίες) ως εξής:
Στις αισθηματικές κωμωδίες του ανήκουν τα φιλμ του Δεσποινίς ετών ...39 (1952), Σάντα Τσικίτα (1953), Ένα βότσαλο στη λίμνη (1952), Ούτε γάτα, ούτε ζημιά (1955), Δελησταύρου και υιός  (1957), με το ταιριαστό, εμπνευσμένο δίδυμο Λογοθετίδη – Λιβυκού. Στην ίδια κατηγορία των αισθηματικών κωμωδιών ανήκουν και Τα κίτρινα γάντια (1960) με τους Κοντού, Σταυρίδη, Φωτόπουλο, Η νύφη το έσκασε (1962) με την Καρέζη, Το δόλωμα (1964) με τους Βουγιουκλάκη και Αλεξανδράκη, Η Αλίκη στο ναυτικό (1961) με τους Βουγιουκλάκη, Κωνσταντάρα και Παπαμιχαήλ, Χτυποκάρδια στο θρανίο (1963) με τους Βουγιουκλάκη, Παπαμιχαήλ και Παπαγιαννόπουλο. Επίσης τα  Αλλοίμονο στους νέους (1961) με τον Χορν, Όλοι οι άνδρες είναι ίδιοι (1966) με την Φόνσου,  Καλώς ήλθε το δολάριο  (1967) με τον Κωνσταντίνου, Ο στρίγγλος που έγινε αρνάκι (1968) και Ο καπετάν-φάντης μπαστούνι (1968), τα δύο τελευταία με τον Κωνσταντάρα και την Κοντού.
Στις κοινωνικές σάτιρες του Σακελλάριου μπορούμε να κατατάξουμε τα Υπάρχει και φιλότιμο (1965) με τους Κωνσταντάρα και Παπαγιαννόπουλο, Οι Γερμανοί ξανάρχονται (1952) με τον Λογοθετίδη, Ένας ήρωας με παντούφλες (1958) με τους Λογοθετίδη, Λιβυκού και Β.Πάλλη,  Η κόρη μου η σοσιαλίστρια (1966) με τους Βουγιουκλάκη, Παπαμιχαήλ και Κωνσταντάρα, Θανασάκης ο πολιτευόμενος (1954) με τους Ηλιόπουλο, Β.Πάλλη και Συνοδινού, Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης (1963) με τους Βέγγο και Ν.Λινάρδου, Η θεία από το Σικάγο (1957) με τους Βασιλειάδου και Μακρή, Όταν λείπει η γάτα (1962) με τους Αυλωνίτη, Βλαχοπούλου και Ρίζο, Καλώς ήρθε το δολλάριο (1967) με τους Κωνσταντίνου, Λινάρδου και Φέρτα και Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες (1960) με τους Ηλιόπουλο, Χατζηχρήστο, Ζερβό και Διανέλλο.
Οι κωμωδίες χαρακτήρων του Σακελλάριου είναι: Ένα βότσαλο στη λίμνη, Δελησταύρου και υιός και Ένας ήρωας με παντούφλες, Η καφετζού (1956) με τη Βασιλειάδου, Ο Ηλίας του 16ου (1959) και Ο Θύμιος τα έκανε θάλασσα (1959) και τα δυο με τον Χατζηχρήστο, Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης (1963) με τον Βέγγο, Μοντέρνα σταχτοπούτα (1965) με τους Βουγιουκλάκη και Παπαμιχαήλ, Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο (1955) και Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο (1957), με τους Καρέζη, Φωτόπουλο και Αυλωνίτη, κ.α.       
Οι κωμωδίες παρεξηγήσεων ή φάρσες του Σακελλάριου είναι: Ο φίλος μου ο Λευτεράκης (1963) με τους Ηλιόπουλο, Βουτσά και Κοντού, Όταν λείπει η γάτα, Ο Ηλίας του 16ου, Η Αλίκη στο ναυτικό, Η κόμισσα της Κέρκυρας (1972) με τη Βλαχοπούλου,  Η θεία μου η χίπισσα (1970) με τους Βλαχοπούλου και Μπάρκουλη, Η σωφερίνα (1964) με τους Βουγιουκλάκη και Αλεξανδράκη, Θα σε κάνω βασίλισσα (1964) με τους Βέγγο, Κωνσταντάρα και Λινάρδου, Αλλοίμονο στους νέους (1961) με τους Χορν και Κοντού, Ζητείται επειγόντως γαμπρός (1971) με τους Βλαχοπούλου, Μπάρκουλη και Μπ.Αρβανίτη.
Κωμωδίες καταστάσεων μπορούν να χαρακτηρισθούν οι εξής: Η θεία από το Σικάγο, Οι Γερμανοί ξανάρχονται, Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες, Ο Ρωμιός έχει φιλότιμο (1968) με τους Κωνσταντάρα και Ξενίδη, Η δεσποινίς ετών …39 (1954) και άλλες…
Οι πιο πετυχημένες, διασκεδαστικές και σπιρτόζες κωμωδίες του μάλλον ήταν: Οι Γερμανοί ξανάρχονται, Ένα βότσαλο στη λίμνη, Σάντα Τσικίτα, Δεσποινίς ετών …39, Ούτε γάτα, ούτε ζημιά, Δελησταύρου και υιός και Ένας ήρωας με παντούφλες, όλες με το περίφημο ζευγάρι των συμπληρωματικών κι εκλεπτυσμένων ηθοποιών, Βασίλη Λογοθετίδη και Ίλυας Λιβυκού. Οι γραφικές, μουσικές κωμωδίες Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο και Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο, καθώς και το μιούζικαλ Η Αλίκη στο ναυτικό. Ακόμη τα φιλμ Θανασάκης ο πολιτευόμενος, Ο Ηλίας του 16ου με τον Κώστα Χατζηχρήστο, τον Θανάση Βέγγο και τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο, Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες, Τα κίτρινα γάντια, Αλλοίμονο στους νέους με τον Δημήτρη Χορν και τη Μάρω Κοντού, Όταν λείπει η γάτα, Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης με τον Θανάση Βέγγο και τον Δημήτρη Νικολαϊδη, Ο φίλος μου ο Λευτεράκης, Υπάρχει και φιλότιμο, Καλώς ήλθε το δολάριο, Θα σε κάνω βασίλισσα και Ο στρίγγλος που έγινε αρνάκι. Ακόμη οι κωμωδίες με τη Μαρίκα Βασιλειάδου, Η θεία από το Σικάγο και Η καφετζού (μαζί με τους Μίμη Φωτόπουλο, Βασίλη Αυλωνίτη). Είναι επίσης ενδιαφέρουσες οι κωμωδίες, Ο Θύμιος τα’κανε θάλασσα, Η νύφη το σκασε με την Τζένη Καρέζη, τον Θανάση Βέγγο και τον Νίκο Ρίζο, Ο καπετάν-φάντης μπαστούνης, Όλοι οι άντρες είναι ίδιοι με την Άννα Φόνσου, τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο και τον Γιάννη Γκιωνάκη, Ο ρωμιός έχει φιλότιμο, κ.α.

Γιώργος Τζαβέλλας
Άλλοι, όπως ο Τζαβέλας ήταν πιο κινηματογραφικοί, με μεγαλύτερη σκηνοθετική παιδεία.  Ο Γιώργος Τζαβέλλας, που καταπιάστηκε, με μια χιουμοριστική, αλλά και καλλιτεχνική ματιά, με την αλλόκοτη πλευρά των κοινωνικών πραγμάτων. Σκηνοθέτησε, με ρεαλιστική διάθεση, λίγες μα αξιόλογες, ανθρώπινες κωμωδίες: Το σωφεράκι (1953), με τον Μίμη Φωτόπουλο φουκαρά, φτωχό ταξιτζή που αγωνίζεται να ξεχρεώσει το σαράβαλό του• την πετυχημένη από ηθογραφική, κοινωνική, μα και μορφική, δραματική κι αφηγηματική άποψη, περίφημη σπονδυλωτή ταινία Κάλπικη λίρα (1955), μίγμα κωμωδίας, νεορεαλισμού και δράματος• τον Ζηλιαρόγατο (1956), όπου η σύζυγος (Ίλυα Λιβυκού) και ο κουμπάρος συνωμοτούν και προσπαθούν να κεντρίσουν τη ζήλεια του αδιάφορου συζύγου (Βασίλης Λογοθετίδης)• το Μια ζωή την έχουμε (1958), όπου ο Δημήτρης Χορν, ταμίας μιας τράπεζας, πέφτει θύμα της γόησσας Υβόν Σανσόν. Τελευταία ταινία του, η πιο μοντέρνα, α λα Τζέρμι, κομεντί πάνω στις σχέσεις και τη διαπάλη των δύο φύλων, Η δε γυνή να φοβήται τον ανδρα (1965) με τον Γιώργο Κωνσταντίνο και τη Μάρω Κοντού ως σύγχρονο ζευγάρι.

Νίκος Τσιφόρος
Ο πηγαίος, σαρκαστικός, αυθεντικός χιουμορίστας, δημοσιογράφος, συγγραφέας και σκηνοθέτης Νίκος Τσιφόρος γύρισε ορισμένες εξαιρετικές, διασκεδαστικότατες, πνευματώδεις και δηκτικές κωμωδίες: Έλα στο θείο (1950, με τους Νίκο Σταυρίδη, Μίμη Φωτόπουλο και Σμαρούλα Γιούλη), και Η ωραία των Αθηνών (1954, με τη Γεωργία Βασιλειάδου, τον Βασίλη Αυλωνίτη, τον Νίκο Σταυρίδη και τον Μίμη Φωτόπουλο), με θέμα τα στημένα προξενιά όπου υπεισέρχεται κι η παράμετρος του συμφέροντος. Το Θησαυρό του μακαρίτη (1959), όπου το στήσιμο κι η σκηνοθεσία αφορά στην ενοικίαση από μια πονηρή χήρα (Γεωργία Βασιλειάδου) του ετοιμόρροπου σπιτιού της. Σκηνοθέτησε, επίσης, τις πετυχημένες και αστείες κωμωδίες: Ο πύργος των ιπποτών (1952, με τους Μίμη Φωτόπουλο, Ντίνο Ηλιόπουλο, Γιώργο Καμπανέλλη, Σμάρω Στεφανίδου, Σμαρούλα Γιούλη), Το ποντικάκι (1954, πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση της Αλίκης Βουγιουκλάκη, δίπλα στον Μίμη Φωτόπουλο), Γλέντι, λεφτά κι αγάπη (1955, με τους Βασίλη Αυλωνίτη, Γιώργο Καμπανέλλη, Ντίνο Ηλιόπουλο), Τρεις ντετέκτιβς (1957, με τους Κούλη Στολίγκα, Νίκο Ρίζο και Φραγκίσκο Μανέλλη), Ο γυναικάς (1957, με τους Χρήστο Ευθυμίου, Σμάρω Διαμαντίδου και Σμαρούλα Γιούλη), Ο λεφτάς (1958, με τους Βασίλη Αυλωνίτη, Σμαρούλα Γιούλη και Γιώργο Καμπανέλλη), Τρεις κούκλες κι εγώ (1960, με τους Ντίνο Ηλιόπουλο και Μάρω Κοντού) και, τέλος, Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός (1961, με τους Βασίλη Αυλωνίτη, Νίκο Ρίζο και Γεωργία Βασιλειάδου). Αναφέρουμε τους πηγαίους ηθοποιούς του γιατί η συμβολή τους και το μπρίο τους ήταν καθοριστικά στην κατασκευή των ταινιών. Όπως και στο θέατρο και στον γραπτό του λόγο, η σατιρική πινακοθήκη του Τσιφόρου περιελάμβανε αυθεντικά πορτρέτα νεοελλήνων.

Ντίνος Δημόπουλος
Ένας από τους καλύτερους σκηνοθέτες κωμωδιών του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, ήταν ο Ντίνος Δημόπουλος. Άρχισε την καριέρα του ως ηθοποιός στο ελεύθερο θέατρο και τον κινηματογράφο, και αργότερα πήγε στο Εθνικό Θέατρο. Υπήρξε ιδρυτής και καθηγητής δραματικής σχολής, θεατρικός σκηνοθέτης και συγγραφέας, πεζογράφος και σεναριογράφος. Ο Δημόπουλος ήταν ένας πολύ παραγωγικός σκηνοθέτης που εργάστηκε στο πλαίσιο της καλά οργανωμένης αλλά τυποποιημένης Φίνος Φιλμ. Γύρισε 48 ταινίες. Πολλές από αυτές προκαθορίζονταν από μέτρια σενάρια, αλλά ο Δημόπουλος προσπάθησε να τις μετατρέψει σε φιλμ με ανεπτυγμένη κινηματογραφική αίσθηση. Χωρίς να υπερβεί τα όρια που έθεταν οι εμπορικοί στόχοι του «παλιού ελληνικού κινηματογράφου», έφτιαξε αρκετές ευπρεπείς ταινίες, επειδή κατείχε καλά όλα τα μέσα της κινηματογραφικής γλώσσας, την κίνηση της μηχανής, τη φωτογραφία και τη διεύθυνση των ηθοποιών. Υπηρέτησε με επιτυχία πολλά είδη: Κωμωδία, μελόδραμα, κοινωνική καταγγελία, ακόμη και «φουστανέλα». Εκμαίευσε καλές ερμηνείες από τους ηθοποιούς του, δουλεύοντας με τους μεγαλύτερους σταρ του ελληνικού σινεμά της εποχής: π.χ. την Τζένη Καρέζη, στη Λόλα (1964), στο Δεσποινίς διευθυντής (1964), στο Μια τρελή τρελή οικογένεια (1965), στη Τζένη Τζένη (1966) κ.α. Στις κεφάτες κωμωδίες του δούλεψε με πετυχημένους κωμικούς όπως ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος ( Η βίλα των οργίων, 1964), ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ( Κάτι κουρασμένα παλικάρια,1967), ο Ντίνος Ηλιόπουλος (Οι κυρίες της αυλής, 1966), ο Μίμης Φωτόπουλος ( Ο Θόδωρος και το δίκανο , 1962), κ.α. Συνεργάστηκε επίσης με την Αλίκη Βουγιουκλάκη στο Κλωτσοσκούφι (1960), τη Μανταλένα (1960) κ.α. Το κύκνειο άσμα του, Τα δελφινάκια του Αμβρακικού (1993), ήταν μια νοσταλγική ταινία καλλιτεχνικών αξιώσεων.