του Terry Gilliam
Οδηγώντας την αισθητική του στα ακρότατα όρια της ο Terry Gilliam σχεδιάζει το πορτραίτο ενός νεαρού κοριτσιού που ζει μια ζωή αντισυμβατική και παράξενη. Σ’ αυτό το πορτραίτο κεντρική είναι η διάσταση του παραμυθιού.
Κεντρικό πρόσωπο της αφήγησης είναι η 10χρονη Jeliza- Rose. Ζει μια ζωή γεμάτη αντιξοότητες καθώς και οι δύο γονείς της είναι εξαρτημένοι από την ηρωίνη. Ο πατέρας της Noah (στον ρόλο ο Jeff Bridges) ένας ροκ κιθαρίστας και όταν η γυναίκα του πεθαίνει από υπερβολική δόση τότε μαζί με την Jeliza –Rose αναζητώντας καταφύγιο πηγαίνει στο σπίτι των γονιών του. Η Jeliza- Rose έχει αναλάβει υπό την προστασία της τον πατέρα της –του ετοιμάζει την βελόνα για την δόση του, σβήνει τα τσιγάρα του, τον ταΐζει. Παράλληλα ζει σ’ ένα κόσμο φανταστικό όπου βασικά πρόσωπα είναι οι σκίουροι και οι κούκλες της Barbie. Η Jeliza –Rose θα συναντήσει τον Dickens, ένα νεαρό άνδρα ο οποίος ζει μια εξίσου παράξενη ζωή. Τον προσέχει η παράξενη αδελφή του Dell που είναι πάντα ντυμένη στα μαύρα.
Μέλος των θρυλικών Monty Python και σκηνοθέτης ταινιών γεμάτων παραδοξότητες, αναρχικό ρομαντισμό και αχαλίνωτη φαντασία, όπως ήταν οι ταινίες The Fisher King, Twelve Monkeys, Fear and Loathing in Las Vegas, o Terry Gilliam βυθίζει τον θεατή σ’ ένα σύμπαν πολύχρωμο και φανταστικό. Εδώ η πρώτη ύλη είναι η ύλη των ονείρων και των παραμυθιών και το σύμπαν αυτό δεν είναι παρά το ντελιριακό φανταστικό σύμπαν ενός νεαρού κοριτσιού. Αισθητικά συγγενής η ταινία με λογοτεχνικά έργα και ταινίες όπως το Alice in Wonderland και ο Wizard of Oz, δημιουργεί τον παραισθητικό κόσμο ενός παραμυθιού και βυθίζει μέσα σ’ αυτόν τους ήρωές της. Όπως σημειώνει ο Piers Handling η ταινία είναι «μια επίθεση στις αισθήσεις, πυρετωδικά φιλόδοξη, γεμάτη κωμικά στοιχεία και παραδοξότητες».
Ο Terry Gilliam αναφερεί σχετικά με τις επιρροές σ’ αυτήν την ταινία: «Όταν διάβασα για πρώτη φορά το βιβλίο του Mitch Cullin Tideland μια πολύ καθαρή εικόνα μου ήρθε στο νου: ήταν ο πίνακας του Andrew Wyeth Christina’s Word. Είναι ένας όμορφος νοσταλγικός πίνακας ενός χορταριασμένου λόφου μ’ ένα παράξενο σπίτι και μια γυναίκα στο κάτω μέρος που βαδίζει προς αυτό. Ο Mitch μου είπε ότι αυτή ήταν η εικόνα που σκεφτόταν όταν έγραφε το βιβλίο. Ο διευθυντής φωτογραφίας της ταινίας, Nicola Pecorini, πήρε ένα βιβλίο με πίνακες του Andrew Wyeth και μου είπε: «Δεν θα το πιστέψεις αλλά η ταινία σου είναι σ’ αυτούς του πίνακες»».