του Olivier Assayas
heure1.jpg

Με επιρροές από τον Τσέχωφ, η ταινία αναπτύσσει την αφήγηση μέσα στο στενό οικογενειακό τοπίο και έχει σαν κεντρικά πρόσωπα τρία αδέλφια.
Η Adrienne (Juliette Binoche) είναι μία πετυχημένη σχεδιάστρια πορσελάνινων ειδών που ζει στην Νέα Υόρκη.  Ο Frédéric (Charles Berling) οικονομολόγος καθηγητής οικονομικών σε ένα πανεπιστήμιο στο Παρίσι. Και ο Jérémie (Jérémie Renier) ένας δυναμικός επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στην Κίνα, όπου θέλει να μετακομίσει με την γυναίκα του και τα δύο του παιδιά.
Οι αποκλίνουσες πορείες των τριών αδελφών -όλοι στην ηλικία των σαράντα κάτι-, ξαφνικά, εξ' ανάγκης, συγκλίνουν όταν η μητέρα τους, κληρονόμος σε μια εξαιρετική συλλογή έργων τέχνης 19ου αιώνα του θείου της, ξαφνικά πεθαίνει. Μόνοι τους πλέον, τα τρία αδέλφια πρέπει να συμφιλιωθούν καταρχήν με τον εαυτό τους και μετά μεταξύ τους και να γεφυρώσουν τις διαφορές τους. Και οι τρεις αντιμετωπίζουν το οριστικό τέλος της παιδικής ηλικίας (που φέρνει ο θάνατος της μητέρας), τις κοινές αναμνήσεις τους, το οικογενειακό τους παρελθόν .
Υπάρχει ένα ερώτημα που θέτει η δραματική πλοκή: Μπορεί κάτι να κρατήσει δεμένη αυτήν την οικογένεια μετά το θάνατο της μητέρας; Η ταινία εστιάζει στο πως η παράδοση και η πολιτιστική κληρονομιά συνδέεται με την έννοια της οικογένειας, χρησιμοποιώντας ένα σπίτι και έναν κήπο σαν μια μεταφορά για την πολιτιστική μνήμη.
heure2.jpgΤο σενάριο της ταινίας είχε σαν αφετηρία μια πρωτοβουλία του Musée d'Orsay στο Παρίσι με αφορμή τους εορτασμούς της εικοστά γενέθλιά του.
Ο Olivier Assayas δηλώνει για την ταινία: "Αυτή η ταινία έρχεται μετά από μια τριλογία η οποία όμως δεν είχε σχεδιαστεί ως τέτοια, δομημένη γύρω από την έννοια της διεθνοποιημένης κοινωνίας. Με τις ταινίες Demonlover, Clean και Boarding Gate  ήθελα να αφηγηθώ ιστορίες για τον κόσμο του σήμερα, όπου πολιτισμοί και γλώσσες αναμειγνύονται , όπου η κίνηση των ανθρώπων καθορίζεται -όπως πάντα - από την κίνηση των εμπορευμάτων και χρήματος. [ Αντίθετα η ταινία L'Heure d'été] Ήταν μια ευκαιρία για μένα να επιστρέψω πίσω, στο παρελθόν μου, την ιστορία μου και τις ρίζες μου. Έγραψα το σενάριο όταν κατάλαβα ότι η μητέρα μου δεν θα ζήσει για πάντα. Πέθανε πέρυσι. Γι 'αυτό αναγκάστηκα να επανεξετάσω την ταινία, η οποία έτσι είχε μια συντριπτική σημασία για μένα. (...) Το σπίτι εκφράζει τη σχέση μεταξύ των κεντρικών χαρακτήρων και, κατά κάποιο τρόπο, αυτό που χάνεται μεταξύ τους είναι αυτός ο σύνδεσμος. Από γενιά σε γενιά, κάτι έχει παραμένει μέσα σε αυτό το σπίτι. Όταν το σπίτι χαθεί, τότε ότι κρατά δεμένους τους χαρακτήρες αναιρείται, εξαφανίζεται, γίνεται ένα κενό. Το σπίτι ως τόπος βρίσκεται στην καρδιά της ταινίας. "