του Mischa Hedinger
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1819_african-mirror.jpg

Αυτό που ονομάζουμε Αφρική δεν είναι παρά ένα σχήμα κατασκευασμένο από επιθυμίες, πάθη και συλλογικά φαντασιακά, που καλλιεργήθηκαν, προωθήθηκαν και διαδόθηκαν συνειδητά.” Tο παράθεμα του Καμερουνιανού φιλοσόφου Achille Mbembe που διαβάζουμε στην αρχή του African Mirror είναι και η επιτομή του πρώτου μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ του Ελβετού Mischa Hedinger. Ο Hedinger που ξεκίνησε από το χώρο του βίντεο, επιχειρεί να αφηγηθεί με καθαρά οπτικό τρόπο την ιστορία του βλέμματος που έχουμε διαμορφώσει για την Αφρική μέσα από το συγγραφικό αλλά κυρίως το κινηματογραφικό έργο ενός συμπατριώτη του, του Rene Gardi (1909-2000), διάσημου -στη χώρα του τουλάχιστον- ταξιδιωτικού συγγραφέα και κινηματογραφιστή. Ο Gardi, που επί σειρά ετών ταξίδευε στην Αφρική και ειδικά στο Καμερούν, αποτύπωσε σε ημερολόγια , φωτογραφίες και κυρίως σε ταινίες (η πιο γνωστή του ήταν το Mandara που προβλήθηκε και στη Berlinale το 1960) μια κατασκευασμένη εικόνα της Αφρικής, καθαρά σκηνοθετημένη, που ανταποκρινόταν πλήρως στις ανάγκες του πολιτισμένου Ευρωπαίου και τη ρομαντική του αντίληψη για τους αγρίους ιθαγενείς. Η Αφρική μέσα από το πλούσιο αρχειακό υλικό του Gardi -στο οποίο είχε πρόσβαση ο Hedinger και πάνω στο οποίο αποκλειστικά έκτισε την ταινία του- προβάλλει έτσι ως ένας τόπος εδεμικός, ειδυλλιακός, ελεύθερος. Εικόνα που επηρέασε και διαμόρφωσε τη ματιά όχι μόνο του γερμανόφωνου αλλά και ολόκληρου του δυτικού κόσμου. Το ντοκιμαντέρ του Hedinger διατηρεί σε voice over αφήγηση αυτούσια τα λόγια του Gardi, αποσπάσματα απο το κινηματογραφικό του υλικό, από τηλεοπτικές εκπομπές, ηχογραφημένους διαλόγους, αλλά και δικό του οπτικό υλικό (τεχνική που θυμίζει το I am not your Negro του Raoul Peck, αν και εδώ το μοντάζ λειτουργεί ανατρεπτικά) για να προβάλει την καθαρά υποκειμενική ματιά του Ελβετού εθνογράφου και κατά κάποιο τρόπο να την αποδομήσει. Το οδοιπορικό του στο οποίο πρωταγωνιστεί το μαύρο γυμνό κορμί των γηγενών περιλαμβάνει σκηνές από επιφυλακτικούς, κρυμμένους στα βράχια ερημίτες, ευτυχισμένες οικογένειες, καραβάνια γυναικών, μυστηριακές τελετές αλλά και σκληρές χειρωνακτικές εργασίες, όλα εστιασμένα στην εξωτική αφρικανική ύπαιθρο και τυλιγμένα με ένα πέπλο νοσταλγίας ενός χαμένου παραδείσου. Ό,τι ωστόσο κερδίζει το ενδιαφέρον του θεατή είναι η απεικόνιση της αποικιοκρατικής και μεταποικιοκρατικής ιστορίας της Αφρικής, που αναδύεται μέσα από το ντοκιμαντέρ άλλοτε με μια πρώτη και άλλοτε με μια δεύτερη πιο προσεκτική ανάγνωση. Στην Ελβετία, χώρα που δε διέθετε ποτέ δικές της αποικίες ο Gardi, που θεωρούσε τον εαυτό του εξωτερικό παρατηρητή και ευεργέτη, αλλά όπως αφήνεται διακριτικά να εννοηθεί είχε και άλλου είδους σκοπιμότητες -είχε κατηγορηθεί για παιδοφιλία- με την εμπορική προώθηση του έργου του πληρούσε πλήρως τις συνθήκες ενός τυπικού αποικιοκράτη. Τελικά η στρατηγική με την οποία ο Hedinger χρησιμοποιεί το υλικό του Gardi γίνεται όχι μόνο καθρέφτης της μαύρης ηπείρου αλλά και του τρόπου με τον οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί το κινηματογραφικό μέσο για να χειραγωγήσει και να διαμορφώσει συνειδήσεις.

της Καλλιόπης Πουτούρογλου [Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]