του Kωνσταντίνου Γιάνναρη
(σχόλια για την ταινία)
gianari1.jpg
ΣΙΝΕΜΑ DIRECT
Σε όλες τις ταινίες μου υπάρχει το θέμα της κινηματογραφικής φόρμας. Προσπαθώ να ανακαλύψω τη δική μου γλώσσα. Την ονομάζω επιγραμματικό direct κινηματογράφο. Αναζητώ τη λιτότητα. Στους διαλόγους, στην κινηματογράφηση. Είναι σαν να έχεις μπροστά σου ένα ποίημα του Παλαμά και ένα του Καβάφη. Εγώ βρίσκομαι πιο κοντά στον Καβάφη. Από την άλλη, ο πειραματισμός μου πρέπει να αγγίζει το ευρύ κοινό, κάτι που δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο, αφού ο αφηγηματικός νεωτερισμός στις ημέρες μας δεν θεωρείται αβανγκάρντ. Τώρα, το αν θα ανοίξω ένα νέο δρόμο θα το δείξει η μετέπειτα πορεία μου.
Οι ταινίες μου έχουν σαφείς αναφορές στον ανεξάρτητο και πειραματικό βρετανικό κινηματογράφο του τέλους της δεκαετίας του '80. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Βρετανοί θεωρούν τη γλώσσα μου αμιγώς βρετανική όπως, από την άλλη, δεν είναι αμιγώς ελληνική. Αλλά ποιος είναι αυτός ο ελληνικός κινηματογράφος; Θέλω να θέσω εγώ αυτό το ερώτημα. Αν θες να κάνεις αμιγώς ελληνικό κινηματογράφο, θα κάνεις ταινίες σαν του Φίνου. Και μη μου πουν οι κουλτουριάρηδες ότι κάνουν ελληνικό κινηματογράφο, γιατί το δικό τους προϊόν είναι πολύ πιο ξένο στον μέσο έλληνα θεατή από ό,τι το δικό μου.

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ
Κάποιος σαν εμένα, που είναι Έλληνας και δεν είναι Έλληνας, που έχει ζήσει στη Βρετανία αλλά δεν είναι ’γγλος, που γεννήθηκε στην Αυστραλία, αλλά δεν είναι Αυστραλός... μου είναι οικεία η αίσθηση του ξένου... αυτή η αίσθηση του ξεριζωμού που νιώθεις στην ψυχή, μου είναι γνωστή. Βεβαίως και δεν ξέρω για το Καζακστάν και το πώς ζούσαν οι άνθρωποι που ήρθαν από 'κει πέρα. Αυτό όμως που ζουν στην Αθήνα είναι πολύ οικείο για μένα. Έχω ζήσει αντίστοιχες φάσεις. Ο προβληματισμός μου περισσότερο ήταν πώς να πειθαρχήσω αυτά τα παιδιά και να βάλω την ταινία μέσα στη ζωή τους. Είμαι τυχερός γιατί τελικά με εμπιστεύτηκαν και μου έδωσαν τα πάντα.
gianari0.jpg
ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΕΣ ΗΘΟΠΟΙΟΙ
Τα έβλεπα σε διάφορα μπαρ. Ηταν πολύ καλοί χορευτές, ξεχώριζαν από τη μάζα. Τους μίλησα, πήγα στα σπίτια τους, γνώρισα τους γονείς τους. Κάποια τα ήθελα για δεύτερους ρόλους στην ταινία το "Σοφό παιδί" που θα βασιζόταν στο βιβλίο του Χρήστου Χωμενίδη. Εψαχνα μια φρεσκάδα, κάτι το καινούργιο. Τα παιδιά αυτά είχαν καταπληκτικές φάτσες και προπαντός δεν ήταν ηθοποιοί.
Ομολογώ ότι δεν την πολυήξερα... [την καθημερινή ζωή αυτών των παιδιών] ούτε έχω καμιά έπαρση να ισχυριστώ ότι μπήκα τελείως μέσα σ' αυτή τη μικροκοινωνία των περισσότερων νεαρών Ποντίων που ζουν στο Μενίδι. Παρακολουθούσα αυτή την παρέα των παιδιών σε καθημερινή βάση. Έβλεπα τις αντιδράσεις τους στις διάφορες καταστάσεις, παρακολούθησα τις συνθήκες ζωής τους.
Έζησα από κοντά τη φιλία τους, τις πλάκες, ακόμα και τον ανταγωνισμό που εξελίχθηκε μεταξύ τους... Υπήρχε μια "ψιλοκόντρα", ευγενικών προθέσεων βέβαια, που λειτούργησε δημιουργικά -ευτυχώς- για την ταινία. Πρέπει να σου πω ότι πρόκειται για μεγάλες κοκεταρίες! Ο ένας πάσχιζε να αποδώσει καλύτερα το ρόλο από τον άλλον! Προς όφελος δικό μου, ευτυχώς, και γι' αυτό τους είμαι ευγνώμων...

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΙΝΕΜΑ
Ο Αγγελόπουλος έκανε πολύ καλή δουλειά στον Θίασο, ο Δαμιανός έχει κάνει δύο ταινίες αριστουργήματα, την Ευδοκία, το Μέχρι το πλοίο. Στη δεκαετία του '70 και του '80 όμως έπεσε μια ψευτοκουλτούρα και ένας ψευτολυρισμός. Καταστράφηκαν τα πάντα.
Αλλά το πρόβλημα δεν είναι μόνο των σκηνοθετών. Συμπίπτει και με την άνοδο της τηλεόρασης. Οι φθηνές τηλεοπτικές παραγωγές είχαν συνέπειες και στον χώρο του κινηματογράφου. Αυτό που βλέπεις σήμερα είναι μια απόλυτη ένδεια ιδεών. Δεν έχουμε πρόβλημα τεχνικό. Δεν μας λείπουν οι καλοί οπερατέρ, οι καλοί ηχολήπτες, τα καλά στούντιο, οι καλοί ηθοποιοί, οι καλοί σκηνοθέτες. Αυτό που δεν βλέπω είναι σκηνοθέτες που αγωνίζονται να διαμορφώσουν μια δική τους κινηματογραφική γλώσσα.
Το στίγμα εντοπίζεται μόνο σε πολύ μεμονωμένες περιπτώσεις.Ο Αγγελόπουλος έχει το δικό του στίγμα. Είτε σ' αρέσει είτε δεν σ' αρέσει. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι παρέσυρε μια ολόκληρη γενιά στα χνάρια του που σαφώς έκανε δουλειές πολύ κατώτερες από τις δικές του. Ηταν μια σχολή που δεν άνθησε για να το πάει το πράγμα λίγο παραπέρα.

(αποσπάσματα από συνεντεύξεις στον ελληνικό τύπο με αφορμή την ταινία Από την άκρη της πόλης)