της Θέλγιας Πετράκη
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2021_bella.jpg

Πορτρέτο μιας γυναίκας αλλά και μιας εποχής, η 25λεπτη ταινία της Θέλγιας Πετράκη έχει μια δύναμη που σε καθηλώνει από την αρχή. Εξομολόγηση σε πρώτο πρόσωπο της 40χρονης Άνθης, μέσα από τη voice over αφήγηση των επιστολών που στέλνει στον άντρα της στη Μόσχα, εικονογραφεί τις σκέψεις, τα συναισθήματα και την καθημερινότητά της σε μια Αθήνα αλλά και σε έναν κόσμο που βρίσκεται σε μετάβαση, στα τέλη του 1986, αρχές του 87.
Με την κάμερα να την ακολουθεί σε κάθε της βήμα και την ίδια να προχωρά με  βήμα νευρώδες και να καπνίζει ασταμάτητα η ταινία αποτυπώνει το ανθρωπολογικό τοπίο μιας πολιτικοποιημένης εποχής που κλίνει προς τη δύση της. “Όλοι εδώ είμαστε καλά” , μονολογεί η κεντρική ηρωίδα, κι όμως τίποτα δεν είναι καλά, αφού οι καιροί είναι δύσκολοι και η μοναξιά επισκιάζει την οποιαδήποτε επίφαση κανονικότητας. Ρόλοι που πρέπει να υπηρετηθούν, στο σπίτι, στη δουλειά, στις κοινωνικές συνευρέσεις, συναισθήματα που πρέπει να καταπνιγούν, συζυγικές ζήλειες, ανασφάλειες, η ερωτική επιθυμία, ένας πόνος ψυχικός αλλά και σωματικός που τη συνοδεύει διαρκώς. Η Άνθη πορεύεται μέσα σε αυτό το κοινωνικό και συναισθηματικό χάος,  με “άνεση και πολιτισμό, ψυχραιμία και χαμόγελο”, περισσότερο μπερδεμένη από ό,τι θέλει να δείχνει, δυνατή αλλά και ευάλωτη, ρεαλίστρια αλλά και ονειροπόλα. Η άγνοιά της απέναντι σε κάτι στο οποίο γίνεται μέτοχος ο θεατής  προς το τέλος της ταινίας δεν προσδίδει απλά μια γλυκόπικρη αίσθηση ειρωνείας, αλλά επισφραγίζει και την ψευδαίσθηση της ουτοπίας που γαλούχησε μια ολόκληρη γενιά. Μιας γενιάς που ακόμα δάκρυζε στο άκουσμα του Bella ciao στο σταθμό Βικτώρια του ηλεκτρικού.  
Βασισμένη στις πραγματικές επιστολές που έστελνε η Άνθη στο σύζυγό της Χρήστο στην τότε Σοβιετική Ένωση, το Bella οφείλει την αμεσότητά του στον τρόπο δημιουργίας του. Οικογενειακά home video μπλέκονται με πλάνα εποχής: αρχειακό υλικό, τηλεοπτικές εκπομπές, ειδησεογραφικά ντοκουμέντα και φωτογραφίες συνθέτουν ένα κολάζ που όχι μόνο αναπαράγει με ντοκιμαντερίστικο ύφος και φοβερή ακρίβεια το κλίμα της εποχής, αλλά και ενδυναμώνει την αφήγηση, αποτυπώνοντας το μεταβαλλόμενο συναισθηματικό τοπίο της ηρωίδας.     
Ένα μωσαϊκό εικόνων φιλτραρισμένων με το ίδιο φως σε μια διακριτική αλλά διαρκώς ρέουσα συνομιλία.  

της Καλλιόπης Πουτούρογλου [Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]