της Ζακλίν Λέντζου
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2021_the-end-of-suffering-a-proposal.jpg

Ένα κορίτσι σε κρίση πανικού. Είναι η Σοφία (Σοφία Κόκαλη), σταθερή πλέον ηρωίδα στις ταινίες της Ζακλίν Λέντζου. Η ανάσα της ακούγεται βαριά, καθώς τρέχει να ξεφύγει από το πλήθος. Και μετά ο έναστρος ουρανός. Η Σοφία σε μια άσκηση ηρεμίας δέχεται ξαφνικά μηνύματα από μια υπερκόσμια δύναμη και ξεκινά μια συνομιλία με το Σύμπαν. Πληροφορείται ότι έχει πέσει στη γη από άλλον πλανήτη,  ένας έκπτωτος άγγελος όπως και πολλοί άλλοι σαν κι αυτήν. Μαθαίνει για την πατρίδα της, τον  Άρη, και οι βεβαιότητές της όσο και οι ανησυχίες της τίθενται υπό αμφισβήτηση. Στο τέλος αυτής της παρηγορητικής επικοινωνίας, ο πόνος ίσως και να τη βαραίνει λιγότερο.  
Άσκηση διαλογισμού ή ονειρικός εσωτερικός διάλογος, “Το Τέλος του Πόνου (Μια Πρόταση)” της Ζακλίν Λέντζου φαίνεται να συμπυκνώνει, μέσα σε λιγότερο από 15 λεπτά, γνώριμα στοιχεία της θεματικής αλλά και της ιδιόμορφης ποιητικής της γλώσσας, που εδώ μάλιστα χρησιμοποιούνται στο έπακρο. Τη μοναξιά και την κοινωνική αποξένωση, την αναζήτηση της αγάπης, την αίσθηση του ανοίκειου με ό,τι μας περιβάλλει, τα ρευστά όρια ονείρου- πραγματικότητας, την αυτοσαρκαστική διάθεση αλλά και μια δόση μαύρης κωμωδίας, εδώ επιστημονικής φαντασίας (ναι, ο Άρης είναι όντως κόκκινος και το σχετικό φίλτρο έρχεται προς επιβεβαίωση). Όλα αυτά λουσμένα σε ένα γαλαξιακό φως, ένα απόκοσμο και ακαθόριστο voice over σε υπότιτλους και μια παιγνιώδη οπτική απεικόνιση των όσων φανταστικών και υπέροχων διαμείβονται μεταξύ τους. Γιατί, ενώ μέσα από τη συνομιλία Σοφίας-Σύμπαντος αποκαλύπτονται με αφοπλιστική απλότητα κάποιες από τις βαθύτερες φιλοσοφικές αλήθειες,  ό,τι απογειώνει τη μικρού μήκους ταινία της Λέντζου είναι η ευρηματικότητα στην οπτικοακουστική απόδοση αυτής της ονειρικής επικοινωνίας. Μυθοπλασία και ψευδο-ντοκιμαντέρ, όνειρο και πραγματικότητα, σχήματα και ήχοι  εναλλάσονται μέσα σε ένα τοπίο που θολώνει διαρκώς τα νερά του, όπως ακριβώς και η κάμερα της σκηνοθέτιδας. Τελικά η λύση για το τέλος του πόνου “του να μη χωράμε πουθενά” ίσως και να είναι η αποδοχή αυτής της ρευστότητας, η απόρριψη κάθε κατηγοριοποίησης ή υπεραπλούστευσης, ό,τι δηλαδή επιχειρεί με το σώμα της αυτή η ίδια κινηματογραφική ταινία.  

της Καλλιόπης Πουτούρογλου [Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]